Η πιο ακίνητη υπόθεση των τελευταίων 50 ετών, η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Τουρκία, μοιάζει να βρίσκει ένα μοναδικό momentum. Τρεις παράγοντες το διαμορφώνουν.

Η στάση της ελληνικής κοινής γνώμης

Ο πρώτος αφορά την ελληνική κοινή γνώμη, την οποία το πολιτικό σύστημα εκλάμβανε ως ανασχετικό παράγοντα σε κάθε προσπάθεια επίλυσης των διμερών διαφορών. Όμως, η πρόσφατη έρευνα της Metron Analysis, η οποία παρουσιάστηκε στο συνέδριου του «Κύκλου Ιδεών», καταγράφηκαν ευρήματα που προκάλεσαν έκπληξη. Το 55% των ερωτηθέντων απάντησε ότι είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας να παραμείνει η Τουρκία στο ΝΑΤΟ, το 53% δεν αρνείται τον διάλογο για όλα τα θέματα που θέτουν οι δύο πλευρές και το 68%, ένα εντυπωσιακά υψηλό ποσοστό, συμφωνεί με την προσφυγή στη Χάγη. Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι η κοινή γνώμη εμφανίζεται δεκτική να συζητήσει μια αμοιβαία συμβιβαστική λύση.

Το πολιτικό σύστημα

Ο δεύτερος παράγοντας αφορά το ελληνικό πολιτικό σύστημα. Η κυβέρνηση έχει αντιληφθεί ότι έχει ανοίξει ένα παράθυρο ευκαιρίας που ίσως δεν παρουσιαστεί ξανά και φαίνεται αποφασισμένη, αλλά όχι βιαστική, να το εκμεταλλευτεί. Οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, η στάση της Τουρκίας υπέρ της Χαμάς και η σύγκρουση με τις ΗΠΑ, προκάλεσαν προβληματισμό για το αν θα επηρεάσουν τον ελληνοτουρκικό διάλογο.

Η εκτίμηση που υπάρχει στην Αθήνα, την οποία εξέφρασε δημόσια η υφυπουργός Εξωτερικών Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου στο συνέδριο του «Κύκλου», είναι ότι δεν θα επηρεάσει αρνητικά τη διαμόρφωση της παρούσας συγκυρίας. Οι προετοιμασίες για το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας προχωρούν κανονικά, στην ερχόμενη εβδομάδα συζητώνται τα ΜΟΕ, όπως ήταν προγραμματισμένο, και γενικά, παρότι δεν αναμένονται θεαματικά αποτελέσματα, θεωρείται πολύ πιθανό τον Δεκέμβριο να οριστεί συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για τα επόμενα βήματα του διαλόγου.

Η οικοδόμηση σχέσης εμπιστοσύνης

Ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης έχει οικοδομήσει μια σχέση εμπιστοσύνης με τον ομόλογό του Χακάν Φιντάν, σε μεγάλο βαθμό μέσα από τη μικροδιαχείριση καθημερινών ζητημάτων παρά δια της συνεννόησης για τα μεγάλα θέματα. Η μέθοδος αυτή, παρότι κουραστική και για τις δύο πλευρές, λειτουργεί αποτελεσματικά μέχρι στιγμής. Οι εντάσεις έχουν μειωθεί, προκλήσεις στο Αιγαίο δεν καταγράφονται εδώ και αρκετούς μήνες, ενώ καταβάλλεται αμοιβαία προσπάθεια για τον έλεγχο των παράνομων μεταναστευτικών ροών.

Το μορατόριουμ επιτεύχθηκε επειδή τόσο ο Γιώργος Γεραπετρίτης όσο και ο Χακάν Φιντάν είναι πρόσωπα της απόλυτης εμπιστοσύνης των ηγετών τους και δεν σκοπεύουν να πολιτευτούν, που σημαίνει ότι δεν έχουν προσωπική ατζέντα ούτε εκλογικές δεσμεύσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Έλληνας ΥΠΕΞ εκτιμά ότι το προσεχές διάστημα η χώρα μας θα πρέπει να δείξει ευθυκρισία και γενναιότητα στον διάλογο με την Τουρκία.

Ο παράγοντας Ερντογάν

Ο τρίτος παράγοντας αφορά τον Ερντογάν. Στο ΥΠΕΞ θεωρούν ότι μετά την εκλογή του ο Τούρκος πρόεδρος ενδιαφέρεται περισσότερο για την πολιτική του κληρονομιά σε σχέση με τις προηγούμενες θητείες του. Αυτό σε ότι αφορά την Ελλάδα θα μπορούσε να συντελέσει στη δημιουργία ενός πλαισίου συνεργασίας και καλής γειτονίας εφόσον ο Ερντογάν θελήσει να αφήσει ως παρακαταθήκη για τη χώρα του μια λιγότερο συγκρουσιακή αντίληψη και πρακτική, από αυτή που εφάρμοσε το 2019 -2022.

Όμως, όπως επισήμανε ο Ευάγγελος Βενιζέλος ένα συμπέρασμα που πρέπει να εξαχθεί από την κρίση στη Μέση Ανατολή είναι ότι ο χρόνος δεν λύνει τα προβλήματα, τα κάνει χειρότερα και αυτό ισχύει τόσο για το Κυπριακό όσο και για τα ελληνοτουρκικά. Ότι αν αρκεστούμε στο μορατόριουμ που υπάρχει τώρα αυτό κάποια στιγμή θα καταρρεύσει. Και εκτίμησε ως πολύ θετικό το γεγονός ότι στην πρόσφατη τηλεφωνική τους επικοινωνία οι Μητσοτάκης – Ερντογάν μίλησαν για την κρίση στη Μέση Ανατολή και όχι για τα ελληνοτουρκικά.

Η Χάγη μπορεί να είναι ακόμα μακριά, αλλά τουλάχιστον έχει εγκαταλειφθεί η απραξία, αν και αυτή η επιλογή πιθανότατα συνεπάγεται εσωτερικές πολιτικές συγκρούσεις.