Μια αδιάκοπη πορεία στο σινεμά και στο θέατρο με διακρίσεις διεθνείς και εγχώριες, χαρακτήρες μυστηριώδεις, ατίθασους, όμορφους και πάντα γενναία πολύπλευρους, σταθμοί καριέρας μεγάλοι και καθοριστικοί σαν τον «Κυνόδοντα» του Γιώργου Λάνθιμου και πετυχημένοι θεατρικοί δεσμοί όπως η ομάδα «Blitz», συνοδεύουν το όνομα της Αγγελικής Παπούλια, που φέτος πρωταγωνιστεί στην πολυβραβευμένη «Αρκάντια» του Γιώργου Ζώη.

Η ταινία του Ζώη, βραβευμένη, μεταξύ άλλων, με το Βραβείο Σκηνοθεσίας από το Φεστιβάλ του Σαράγεβο, θα ξεδιπλώσει τα μυστικά της σε μια ιστορία μυστηρίου που πρωτίστως ασχολείται με την συμπεριφορά των ανθρώπινων όντων απέναντι στην απώλεια και τους δεσμούς αγάπης που χάνονται, θέτοντας το ερώτημα της συνύπαρξης του πραγματικού με τον μεταφυσικό κόσμο.

Η διεθνής πρωταγωνίστρια δεσμεύεται να μην πει πολλά για την ταινία στην συνέντευξη μας καθώς βρισκόμαστε – αρχές Νοεμβρίου της περασμένης χρονιάς – σε ένα θεσσαλονικιώτικο καφέ, με αφορμή την ελληνική πρεμιέρα της «Αρκάντια» στο διαγωνιστικό τμήμα του 65ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Εξάλλου τα μυστικά της μυθοπλασίας πρέπει να τα ανακαλύψουν οι θεατές.

«Αρκάντια» του Γιώργου Ζώη.

Στην συνέντευξή μας μιλάμε για την Κατερίνα που υποδύεται, διακεκριμένη ψυχολόγο, που πρέπει να αντιμετωπίσει τον χειρότερο εφιάλτη της και τη σχέση της με τον σύζυγό της, καθώς καλείται από την αστυνομία για την αναγνώριση ενός θύματος, μετά από τραγικό δυστύχημα. Στο απόκοσμο παραθαλάσσιο μπαρ της περιοχής, το «Αρκάντια», η Κατερίνα θα συναντήσει μια αλλόκοτη συντροφιά από απροσδόκητους συνοδοιπόρους.

Πώς όμως ο πραγματικός κόσμος συνυπάρχει με τον μη πραγματικό και τι σημαίνει «ενιαία ζωή» ανάμεσα στους μύθους της κινηματογραφικής τέχνης και τα πρακτικά ζητήματα της καθημερινότητας, για την διακεκριμένη ηθοποιό, που μετρά πάνω από 20 χρόνια πορείας στο σινεμά;

«Όταν διάβασα το σενάριο, γοητεύτηκα πολύ από την συνύπαρξη του πραγματικού και του μεταφυσικού κόσμου.»

Ο χαρακτήρας της Κατερίνας, της ηρωίδας που υποδύεσαι στην «Αρκάντια», πορεύεται σε ένα μεταίχμιο αναζήτησης στην ταινία. Σε γοήτευσε η αμφισημία της;

Όταν διάβασα το σενάριο, γοητεύτηκα πολύ από την συνύπαρξη του πραγματικού και του μεταφυσικού κόσμου. Πάντα αναρωτιόμουν και αναρωτιέμαι ακόμα, πώς ο μεταφυσικός και ο πραγματικός συνυπάρχουν, πόσο κοντά μπορούν να έρθουν και αν γίνεται να είσαι στον έναν και στον άλλον ταυτόχρονα. Είναι απορίες που είχα για πολλά χρόνια και συνεχίζω να έχω, είναι κάτι που με απασχολεί.

Επειδή ζούμε στον πρακτικό και πραγματικό κόσμο όλοι μας, πάντα αναρωτιέμαι αν μπορούμε να έχουμε επαφή όσο είμαστε σε αυτή την πραγματικότητα με μία άλλη πραγματικότητα. Μπορεί να συμβεί ή είναι τόσο χωριστοί αυτοί οι δύο κόσμοι που δεν μπορούμε να έχουμε πρόσβαση στον μεταφυσικό κόσμο; Είναι ένα συνεχές ερώτημα αυτό. Μου φάνηκε εξαιρετικό ότι το σενάριο του «Αρκάντια» ασχολείται ενδελεχώς με το ερώτημα της παραλληλίας αυτών των δύο κόσμων.

Σκηνή από την ταινία «Αρκάντια» του Γιώργου Ζώη με την Αγγελική Παπούλια.

Η ταινία έχει να κάνει και με τη διαχείριση της απώλειας, με την αποδοχή της όπως και με την ενοχή, έννοιες οι οποίες είναι, σε πολλά σημεία, συνυφασμένες. Σας έδωσε κάποιες κατευθύνσεις ο Γιώργος Ζώης σχετικά με την προσέγγιση της ιστορίας και τις αναφορές που είχε από άλλες ταινίες;

Μας πρότεινε να δούμε το «Α Ghost Story» του Ντέιβιντ Λόρι που πρωταγωνιστεί η Ρούνεϊ Μάρα, το «Atlantics» της Μάτι Ντιοπ, το ο «Θείος Μπούνμι θυμάται τις προηγούμενες ζωές του» του Ασιάτη Απιτσατπόνγκ Βιρασετάκουν. Προσπαθήσαμε στις πρόβες να οριοθετήσουμε και να καταλάβουμε ποιοι είναι οι κανόνες του μεταφυσικού κόσμου. Πώς ορίζεται ο άλλος κόσμος και πώς οι κανόνες του διαφέρουν από αυτούς που επικρατούν στον πραγματικό κόσμο. Επίσης, πώς μπορείς να συμπεριφερθείς εκεί, πώς μπορείς να υπάρξεις – αν μπορείς να υπάρξεις.

Κυρίως, βρήκαμε έναν τρόπο να αντιμετωπίσουμε τον μεταφυσικό κόσμο και τη διαφορά του από τον πραγματικό κόσμο. Εκεί που καταλήξαμε μετά από μήνες προβών ήταν ότι τελικά αυτοί οι δύο κόσμοι είναι ισότιμοι και θα τους αντιμετωπίζαμε ως ισότιμους. Δεν υπερέχει κανένας από τους δύο.

Αυτό το κοινό πεδίο βρίσκεται στην «Αρκάντια» της ταινίας, γνωστή ως «Αρκαδία» ο επίγειος παράδεισος της αρχαιότητας; Πεδίο αφύπνισης της μνήμης τώρα μέσω της ηδονής και του έρωτα;

Αν και δεν μπορούμε να πούμε πολλά για το σενάριο – ο τίτλος προέκυψε καθώς ο Γιώργος θεωρεί ότι υπάρχει αυτή η ουτοπία και είναι ένας χώρος που είναι από πολύ παλιά, μυθολογικός και πνευματικός επίσης κι εκεί συνυπάρχουν πολλές οντότητες. Η συνθήκη εκεί, δεν διαχωρίζει τα πράγματα, όπως έχουμε μάθει ότι διαχωρίζονται και ότι τώρα μπορεί να είμαστε εδώ και μετά όχι ή ότι υπάρχει ένας φράχτης ανάμεσα σε αυτούς τους δύο κόσμους. Δουλεύοντας την ταινία ανακαλύψαμε ότι οι δύο κόσμοι συνυπάρχουν, γιατί το στοίχημα για εμάς ήταν πώς θα τους φέρουμε κοντά και πώς θα είναι ταυτόχρονα οι δύο πραγματικότητες μαζί, συμπληρωματικές η μία της άλλης.

Εκεί που καταλήξαμε είναι πως υπάρχει η πραγματικότητά μας, ενώ ταυτόχρονα συμβαίνει και κάτι παράλληλο, αποδεκτό και συμπληρωματικό. Ο «άλλος κόσμος» δεν είναι κάτι φοβερά διαφορετικό.

Αγγελική Παπούλια, «Αρκάντια»

Η Κατερίνα που υποδύεσαι, τι αναζητά; Θα βρει την προσωπική της κάθαρση στο ταξίδι που κάνει; Είναι σαν να ζει ένα ανάποδο love story.

Όταν πρωτοσυναντάμε την Κατερίνα βρίσκεται σχεδόν σε μία κατάσταση αμνησίας οπότε προσπαθεί να ορίσει ξανά τη μνήμη, τον εαυτό της και τον σύντροφό της, που υποδύεται ο Βαγγέλης Μουρίκης. Πρόκειται για ένα ταξίδι επαναπροσδιορισμού και μιας τελικής εξόδου.

Σίγουρα, η ιστορία της έχει να κάνει με την απώλεια και με την προσπάθειά της στην κατάσταση που βρίσκεται, να επαναπροσδιορίσει τη σχέση της με τον σύζυγό της, τον άντρα που είναι μαζί πολλά χρόνια. Οπότε προσπαθεί να ορίσει ξανά αυτή τη σχέση. Στο πλαίσιο της αφήγησης θα δούμε κατά πόσο αυτοί οι δύο άνθρωποι αγαπιούνται ακόμα, αν μπορούν να συνυπάρξουν.

«Δεν λέω ότι είναι εύκολο, αλλά νομίζω ότι με την επανάληψη της απώλειας αποκτούμε μια άλλου είδους αντιμετώπιση.»

Τι μπορεί να εισπράξει ο θεατής από τη συμβολική συνύπαρξη των δύο διαφορετικών κόσμων, του φυσικού και του μεταφυσικού;

Το πώς οι απώλειες που έχουμε ζήσει, μας κυνηγούν στη ζωή και κατά πόσο ξεπερνάμε τους ανθρώπους ή τις καταστάσεις που έχουμε χάσει. Προσπαθούμε ή όχι να τα ξεπεράσουμε όλα αυτά και κατά πόσο τα κρατάμε και τα κουβαλάμε μαζί μας; Πόσο εύκολο είναι να αφήσουμε πίσω μας όλα όσα έχουμε χάσει και πώς διαχειριζόμαστε την απώλεια; Κατά πόσο γίνεται η απώλεια κάτι που μας βασανίζει και πόσο εμμονικά στεκόμαστε απέναντι της ή την αφήνουμε πίσω μας για να προχωρήσουμε; Πόσο μας στοιχειώνει η απώλεια και τι κάνουμε για να προχωρήσουμε;

Δεν λέω ότι είναι εύκολο, αλλά νομίζω ότι με την επανάληψη της απώλειας – όσο επαναλαμβάνονται οι απώλειες ανθρώπων ή προσώπων ή καταστάσεων στη ζωή – αποκτούμε μια άλλου είδους αντιμετώπιση.

Γινόμαστε πιο δυνατοί;

Πιθανόν, δεν ξέρω.

Αγγελική Παπούλια, «Αρκάντια»

Στην πραγματικότητα του ελληνικού σινεμά έχεις διανύσει μια διαδρομή πάνω από 20 χρόνια από τo «Σπιρτόκουτο» το 2003 μέχρι σήμερα. Συνδέθηκες με τον Γιώργο Λάνθιμο, την παγκόσμια επιτυχία του «Κυνόδοντα», το νέο ρεύμα δημιουργών του ελληνικού σινεμά. Ήσουν πάντα παρούσα σε ταινίες που άνοιξαν τα φτερά τους στο εξωτερικό, βραβεύτηκαν. Τι σημαίνει για σένα αυτή η διαδρομή;

Τι σημαίνει για μένα; Φοβερή ερώτηση. Η αλήθεια είναι ότι όλα αυτά τα χρόνια έχω ζήσει πολύ μέσα από το σινεμά, από τις ταινίες και από τους ανθρώπους κυρίως με τους οποίους συνεργάζομαι, πολλές φορές με τους ίδιους.

«Η δουλειά μου ήταν ένας τρόπος να υπάρξω στον πραγματικό κόσμο και στην καθημερινότητα.»

Αντιλαμβανόμουν πάντα τη δουλειά και τη ζωή μου εκτός δουλειάς ως μία ενιαία ζωή. Ήταν μια επιλογή και επιθυμία που ευτυχώς είχα την τύχη να ζήσω μέσα από το σινεμά, τις ταινίες και το θέατρο.  Η δουλειά μου ήταν ένας τρόπος να υπάρξω στον πραγματικό κόσμο και στην καθημερινότητα – ορίστε και η σύνδεση με την ταινία. Δεν είχα ποτέ στο μυαλό μου το αποτέλεσμα ή τον στόχο, αλλά είχα μία μεγάλη επιθυμία και ανάγκη να κάνω ταινίες και να εκφραστώ μέσα από το σινεμά και το θέατρο και τους χαρακτήρες και να ενωθώ και με τους συνεργάτες.

Και είχα μεγάλη ανάγκη την συνδημιουργία. Στο σινεμά – γιατί στο θέατρο έχω δουλέψει και σαν σκηνοθέτις – δεν είχα ποτέ την αίσθηση ότι απλά είμαι μία ηθοποιός που εκτελεί κάτι. Έβλεπα πάντα την δημιουργία των ταινιών ως συνδημιουργία, σαν να αφηγούμαι κι εγώ, απ’ τη δική μου οπτική γωνία, την ταινία. Οπότε πάντα έμπαινα στις ταινίες με έναν τρόπο συναφήγησης, προσπαθώντας, δηλαδή, να αφηγηθώ μαζί με τον χαρακτήρα, το σενάριο και με δραματουργική οπτική.

Δεν έβλεπα ποτέ τους χαρακτήρες εκτελεστικά, αλλά μέσα από τη δική μου θέση. Οπότε αυτό ήταν και είναι δημιουργικό για μένα στο πλαίσιο του σινεμά. Κάπως έτσι συνέβησαν όλα αυτά.

Επειδή κάθε ταινία είναι ένας διαφορετικός κρίκος μέσα σε αυτή την αλυσίδα που δημιουργήθηκε στο ελληνικό σινεμά την τελευταία 25ετία κι εσύ αποτελείς οργανικό κομμάτι αυτών των ταινιών, που γίνονται δύσκολα και με κόστος, νιώθεις την ικανοποίηση ότι «πετύχαμε να βάλουμε το δικό μας λιθαράκι για να δημιουργήσουμε κάτι καινούργιο»;

Είναι φοβερό ότι ποτέ δεν είχα τον χρόνο να κάτσω και να σκεφτώ τα πράγματα από απόσταση, επειδή πάντα ήμουν μέσα σε όλα πολύ βαθιά και όπως λες, οι ταινίες είναι πάντα τόσο δύσκολες να γίνουν και είναι χρονοβόρες, με τρομερές δυσκολίες, πάντα οικονομικές, στην Ελλάδα τουλάχιστον. Αν το σκεφτώ από απόσταση, θα έλεγα, ότι ναι, προσπάθησα να κάνω πάντα ό,τι καλύτερο μπορούσα.

Αγγελική Παπούλια, «Αρκάντια»

Δουλεύεις εδώ και καιρό σε κινηματογραφικές παραγωγές έξω από τα σύνορα της χώρας. Πώς είναι η αίσθηση του να κάνεις σινεμά έξω από την Ελλάδα;

Αυτό που είναι διαφορετικό πολλές φορές, είναι η ευκολία με την οποία γυρίζονται οι ταινίες. Έξω αντιλαμβάνεσαι ότι οι άνθρωποι δουλεύουν σε πολύ πιο εύκολες συνθήκες. Τους διευκολύνουν οι εκάστοτε θεσμοί της εκάστοτε χώρας για να κάνουν  τις ταινίες τους.

Και νιώθω πολλές φορές, σ’ αυτές τις παραγωγές ότι υπάρχει μεγαλύτερη φροντίδα από το κράτος για τους ανθρώπους. Οι άνθρωποι που εκτελούν την παραγωγή στην Ελλάδα τουλάχιστον στις ταινίες που έχω κάνει εγώ είναι όλοι πάντα πολύ παρόντες στη δουλειά. Αλλά καταλαβαίνεις ότι υπάρχει πίσω από αυτούς μία φροντίδα για το σινεμά και τη χρηματοδότηση. Παρ’ όλα αυτά, είτε μιλάς στα ελληνικά, είτε στα αγγλικά ή στα γαλλικά, αυτό που έχει σημασία είναι πάντα η επικοινωνία σου με τους άλλους ανθρώπους και με την ιστορία που θέλουν όλοι να διηγηθούν.

Η χρησιμότητα της φροντίδας μιας καλλιτεχνικής παραγωγής από τους θεσμούς και το κράτος, που δεν φαίνεται να υπάρχει ή να επαρκεί επί του παρόντος στην Ελλάδα, είναι μια άποψη που δηλώνεται συχνά…

Η αίσθηση στην Ελλάδα είναι ότι χρειάζεται συνεχώς να βασίζεσαι στο ότι θα τα καταφέρω όλα μόνος μου, θα τα καταφέρω. Θα κάνω υπερπροσπάθεια και θα υπερνικήσω. Εδώ συνεχώς κάτι χρειάζεται να υπερνικήσεις, να υπερπηδήσεις. Υπάρχουν εμπόδια, οπότε, αναγκάζεσαι να υπερπροσπαθήσεις κι αυτό είναι κάτι που είναι κουραστικό.

Η διαφορά με το εξωτερικό είναι ότι εκεί δεν νιώθεις ότι πρέπει να προσπαθήσεις τόσο πολύ να ξεπεράσεις εμπόδια, είναι κάπως πιο εύκολο. Και εδώ μαθαίνεις, όπως κι εγώ έμαθα ότι δεν μπορείς να ηρεμήσεις. Αλλά δεν μπορείς να τα παρατήσεις. Και δεν θέλω να νιώθω ότι επικρατεί κάτι που δεν είναι σωστό να επικρατήσει.

Αισθάνεσαι ότι το σινεμά έχει τη θέση που του αξίζει στις τέχνες, στον πολιτισμό μας;

Εκτός Ελλάδας πάει πολύ καλά. Σε πάρα πολλά φεστιβάλ, που έχω μιλήσει με πολλούς ανθρώπους, ενδιαφέρονται πολύ για τις ελληνικές ταινίες και συζητούν γι’ αυτό. Στον εκτός Ελλάδας χώρο, το ελληνικό σινεμά είναι πολύ ζωντανό, απασχολεί το κοινό.

Πιστεύοντας ότι υπάρχει ένα κοινό που ενδιαφέρεται για το σινεμά και στην Ελλάδα, θα αναφερθώ στο παράδειγμα του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης που είναι ένα εξαιρετικό φεστιβάλ με πολύ κόσμο που ενδιαφέρεται για τις ταινίες. Με προσκάλεσαν προχθές να προλογίσω τον «Κυνόδοντα» στο πλαίσιο ενός Αφιερώματος σε ταινίες που ασχολούνται με την προβληματική της οικογένειας, το οποίο οργάνωσε ο Επικεφαλής Αφιερωμάτων, Δημήτρης Κερκινός. Η αίθουσα ήταν γεμάτη από θεατές 20 – 25 χρονών και τους ρώτησα ποιοι δεν είχαν δει την ταινία. Δεν την είχε δει τελικά το 90% του κοινού στην αίθουσα και συνειδητοποίησα ότι πριν από 20 χρόνια που βγήκε η ταινία στις αίθουσες, οι περισσότεροι από αυτούς ήταν μόλις 5 χρονών.

«Υπάρχει μια διαφορετική γενιά που τώρα ανακαλύπτει το σινεμά του Γιώργου Λάνθιμου και το πώς ξεκίνησε ο Γιώργος, ποια ήταν η πρώτη και η δεύτερη ταινία του.»

Κι εγώ που θεωρούσα δεδομένο ότι όλοι θα έχουν έρθει για να ξαναδούν την ταινία, κατάλαβα κάτι πολύ ωραίο: υπάρχει μία γενιά, μεγαλωμένη διαφορετικά, που δεν γνωρίζει τον «Κυνόδοντα», ο οποίος γυρίστηκε πριν από 25 χρόνια σε ένα διαφορετικό κοινωνικό πλαίσιο, και πρόκειται να τον ανακαλύψει τώρα. Είναι μια διαφορετική γενιά που τώρα ανακαλύπτει το σινεμά του Γιώργου Λάνθιμου και το πώς ξεκίνησε ο Γιώργος, ποια ήταν η πρώτη και η δεύτερη ταινία του. Αν οι θεατές αυτοί έχουν δει τις σημερινές ταινίες του, ουσιαστικά θα γνωρίσουν τη φιλμογραφία του πηγαίνοντας ανάποδα, από το παρόν στο παρελθόν. Μια διαφορετική πορεία… Το λέω ως παράδειγμα πιστεύοντας ότι υπάρχουν θεατές που ενδιαφέρονται για το ελληνικό σινεμά.

Αγγελική Παπούλια, «Αρκάντια»

Σήμερα, στο πλαίσιο της δικής σου πορείας στον κινηματογράφο και το θέατρο, έχεις ανεκπλήρωτα όνειρα σε σχέση με ρόλους που δεν έχεις υποδυθεί ακόμα;

Δεν έχω τέτοια όνειρα. Πάντα μου φαίνονταν κλισέ όλα αυτά. Οι ρόλοι που ανέλαβα, οι συνεργασίες που έκανα, συνέβησαν μέσω των ανθρώπων που γνώρισα. Από νωρίς, μόλις τελείωσα τη δραματική σχολή, είχα στο μυαλό μου ότι ήθελα να κάνω πολλά πράγματα, με έναν τελείως δικό μου τρόπο, με έναν τρόπο που θα μπορούσαμε να ανακαλύψουμε κάποιοι άνθρωποι που μας αρέσουν οι ταινίες και το θέατρο. Αυτό είχα στο μυαλό μου και όχι δεν είχα όνειρα να παίξω τον τάδε ρόλο. Οπότε κάπως έτσι έζησα και κάπως έτσι οδηγήθηκα, πάντα με ανθρώπους που επικοινωνούσαμε και προσπαθούσαμε να φτιάξουμε όλοι μαζί, από το μηδέν ή από την αρχή, μία άλλη παράσταση ή μία ταινία.

Γιατί είναι σημαντικό να υπάρχουν στον κινηματογράφο πολύπλοκοι γυναικείοι χαρακτήρες σαν αυτούς που υποδύεσαι;

Πάντα ήταν σημαντικό και ευτυχώς που έχει συμβεί πια. Απλά παλαιότερα δεν ήταν καθόλου εύκολο και ήταν πάρα πολύ περιορισμένο, γιατί δεν τολμούσε κανείς ή δεν μπορούσε κανείς να γράψει γυναικείους χαρακτήρες που ήταν αληθινοί και πολύπλοκοι και είχαν όλες αυτές τις διαφορετικές ποιότητες που έχουν οι άνθρωποι, οι γυναίκες. Δεν ήταν κοινωνικά επιτρεπτό και μου προκαλούσε πολύ θυμό. Τώρα πια βέβαια έχουν αλλάξει τα πράγματα και χαίρομαι πολύ για αυτό, αλλά υπάρχει χώρος για να εξελιχθούν κι άλλο.

Ακόμα και σήμερα που μιλάμε για τη θέση των γυναικών και γίνονται προσπάθειες να είναι η γυναίκα ισότιμη με τον άντρα, χρειάζεται πολλή δουλειά για να εδραιωθεί η ιδέα ότι οι γυναίκες μπορούν να εκπροσωπούνται στο σινεμά και στη ζωή ολοκληρωμένα, ισότιμα, ακομπλεξάριστα κι ελεύθερα. Αυτό είναι κάτι που το προσπαθώ πάντα με τους χαρακτήρες που διαλέγω, γιατί νιώθω ότι έχω μία ευθύνη.

Μου φαίνεται άδικο εμείς οι ίδιες οι γυναίκες να τρέφουμε στερεότυπα που αναπαράγουν την ίδια κοινωνική κατάσταση μεταξύ των φύλων. Πάντα ήθελα να το αλλάξω αυτό και συνειδητά απορρίπτω καταστάσεις που αναπαράγουν ένα άδικο σε σχέση με την πραγματικότητα, γυναικείο μοντέλο.

Προσπαθώ να συμμετέχω σε ταινίες και παραστάσεις που βοηθούν στην πρόοδο των κοινωνικών καταστάσεων. Συνειδητοποιώντας ότι περνούν αυτόματα τα στερεότυπα από γενιά σε γενιά, πιστεύω ότι χρειάζεται πολλή δουλειά ακόμα, για να τα μετακινήσεις, να τα αποδιώξεις.

INFO Η ταινία «Αρκάντια» του Γιώργου Ζώη κάνει πρεμιέρα στους κινηματογράφους στις 23 Ιανουαρίου σε διανομή της Tanweer.