Το 4ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, στο δεύτερο σκέλος της τελευταίας ολόκληρης εβδομάδας του Φεβρουαρίου (22-25), έχει διαφημιστεί ως η «αφετηρία για τη νέα εποχή του κόμματος και την οικοδόμηση μιας νέας σχέσης με την κοινωνία». Προβάλλεται διαρκώς ως αυτή η μεγάλη ευκαιρία «ανασυγκρότησης, αναστοχασμού και επανεκκίνησης με ανοικτό, ειλικρινή και δημοκρατικό διάλογο».

Με στόχο διττό:

  1. να επιβεβαιωθεί και ν’ αναδειχθεί η ταυτότητα.
  2. να επικαιροποιηθεί και να διαμορφωθεί η νέα στρατηγική.

Πρόκειται, σε μεγάλο βαθμό, για το φανταχτερό περιτύλιγμα της ανοικτής διαδικασίας που έχει προγραμματιστεί να «τρέξει» σε δύο εβδομάδες. Ή αλλιώς την επικάλυψη μ’ ένα πολύ λεπτό -σχεδόν αόρατο- στρώμα ανεκτικότητας του κατακερματισμού που έχει υποστεί το κόμμα της Αριστεράς τους τελευταίους μήνες.

Ανέκαθεν οι αριστεροί – προοδευτικοί σχηματισμοί είτε ταλανίζονταν είτε και υπέφεραν από εσωτερικούς στροβιλισμούς. Αυτοί οι στροβιλισμοί άλλοτε απορροφούνταν από τον δυνατό πυρήνα κι άλλοτε εκτονώνονταν με αναπόφευκτες συνέπειες. Ο ΣΥΡΙΖΑ του Στέφανου Κασσελάκη, σε αυτούς τους σχεδόν πέντε μήνες της προεδρίας του, μοιάζει μ’ ένα σταθερά ενεργό ηφαίστειο, στον κρατήρα του οποίου η λάβα βράζει επικίνδυνα.

Ήδη η μεγάλη διάσπαση του Οκτωβρίου, στη διάρκεια και λίγο μετά τη συνεδρίαση της επεισοδιακής (όσο και ιστορικής πλέον) Κεντρικής Επιτροπής στο ξενοδοχείο President κατατρώει από τα σωθικά της παράταξης.

Αρχικά ήταν στελεχιακό το πρόβλημα, καθώς σε μικρό διάστημα χάθηκαν πρόσωπα, από το ριζοσπαστικό κλαδί του κόμματος, με παρελθόν, εμπειρία και κυρίως αρκετά μεγάλο βεληνεκές. Σταδιακά αρχίζει να γίνεται και δημοσκοπικό, καθώς τα ποσοστά πέφτουν στις μετρήσεις και η μεγάλη εικόνα θολώνει επικίνδυνα όσο το φλερτ με το μονοψήφιο συνεχίζεται.

Το Συνέδριο ως crash test του Στέφανου Κασσελάκη

Το Συνέδριο που έρχεται σύντομα είναι -επί της ουσίας- ένα γιγαντιαίο δυναμόμετρο. Πρώτος ο Στ. Κασσελάκης θα είναι αυτός που θα μετρήσει την «ισχύ» του, την επιρροή του και τον αντίκτυπό του στη βάση του ΣΥΡΙΖΑ.

Κι αν το περασμένο φθινόπωρο, με νωπή την «καθαρή» επικράτησή του στις προεδρικές εκλογές, ένιωθε ακόμη άτρωτος και περιχαρακωμένος από ανθρώπους εμπιστοσύνης πανηγυρίζοντας μάλιστα, με υψωμένο το χέρι, για το γεγονός πως είχε απαλλαγεί απ’ όσους προκαλούσαν ρωγμές στο προφίλ του ή του έβαζαν τρικλοποδιές, πέντε μήνες αργότερα το έδαφος που πατά είναι αρκετά σαθρό. Και πιθανόν έτοιμο να τον «ρουφήξει», εφόσον οι τριγμοί κάτω από τον φλοιό συνεχιστούν με την ίδια ένταση.

Εκφράζει αρκετούς η πρόσφατη άποψη του καθηγητή και πρώην συμβούλου του Αλέξη Τσίπρα, Νίκου Μαραντζίδη, περί ενός ΣΥΡΙΖΑ που, με την υπάρχουσα μορφή, δεν απασχολεί ως «πολιτικό φαινόμενο».

Συρρικνώνεται η προεδρική «αυλή»

Υπό αυτές τις συνθήκες δεν είναι κρυφό πως η προεδρική «αυλή» αντί να αυξάνεται σταδιακά συρρικνώνεται. Αρχηγικοί, πιθανόν βεβιασμένοι και επιπόλαιοι, χειρισμοί σε συλλογικά ζητήματα έχουν αρχίσει ν’ απομακρύνουν από το περιβάλλον του Στ. Κασσελάκη στελέχη που τον στήριξαν αναφανδόν, πιστεύοντας ότι μαζί του ο ΣΥΡΙΖΑ είναι εφικτό ν’ αποκαταστήσει τη σχέση του με τον κόσμο, ν’ ανακτήσει την εκλογική δύναμή του και να διατηρηθεί ως κόμμα εξουσίας νικώντας εν τέλει τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Από την αναδιαμόρφωση της χωροταξίας στον 7ο όροφο της Κουμουνδούρου φάνηκε κιόλας η πρώτη διάτρηση στον κυτταρικό ιστό του κόμματος. Συμπτωματικές ή μη, οι ανακατατάξεις έδειξαν μια απόσταση.

Σε άλλη περίπτωση η πρόσφατη μάζωξη της Κοινοβουλευτικής Ομάδας στις Σπέτσες θα λειτουργούσε σαν βαλβίδα εκτόνωσης. Στην πραγματικότητα αποδείχθηκε πως ήταν απλώς μια απόπειρα κεκαλυμμένης συσπείρωσης, όπως αυτή αποτυπώθηκε σε τοποθετήσεις στελεχών, φωτογραφικά καρέ, δείπνα και νυχτερινές εξόδους. Όχι, δεν βελτιώθηκε κάτι μετά το 48ωρο στο νησί του Αργοσαρωνικού.

Αντίθετοι δρόμοι, ίδια κατεύθυνση

Το χαρακτηριστικότερο όλων των παραδειγμάτων είναι ο Παύλος Πολάκης και η σχέση του με τον Στ. Κασσελάκη. Υπερσυντονιστής των τομεαρχών του ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή, λειτούργησε επί μήνες ως η «ασπίδα προστασίας» του προέδρου. Κι ανταμείφθηκε γι’ αυτό με τον διευρυμένο ρόλο του.

Μόνο που πλέον περισσότερο μοιάζει με «μαύρο πρόβατο» παρά με «λύκο». Αρμοδιότητες δεν του έχουν αφαιρεθεί, όχι προς το παρόν, παρά τις πιέσεις που έχει δεχθεί κατά διαστήματα ο Στ. Κασσελάκης για καθαίρεσή του ως και διαγραφή. Την ίδια ώρα όμως η πολύ στενή συνεργασία που είχε με τον πρόεδρο του κόμματος έχει πληγεί, σχεδόν ανεπανόρθωτα.

Τον ανέχονται τον Πολάκη

Ναι μεν του συγχωρούνται υπερβολές λόγω χαρακτήρα, αλλά η αδιαπραγμάτευτα σκληρή γραμμή του δεν υιοθετείται πια. Ειδάλλως ο Χανιώτης βουλευτής δεν θ’ αντιδρούσε διαρκώς στα διαδοχικά «ναι» του ΣΥΡΙΖΑ σε κυβερνητικά νομοσχέδια που έρχονται στη Βουλή και περνούν με συναίνεση. Ούτε θα καυτηρίαζε την κομματική στάση στο ζήτημα των εξοπλιστικών.

Ο Π. Πολάκης έχει εκφράσει αντιρρήσεις και θα συνεχίσει να το κάνει, γιατί έτσι είναι. Ούτε θα νερώσει το κρασί του ούτε θα κάνει βήμα πίσω, όντας αυτός που επί της ουσίας διέκοψε την πρωτοβουλία για το Πολιτικό Κέντρο που είχε κατά νου ο Στ. Κασσελάκης. Πλέον περισσότερο τον ανέχονται παρά τον ακούνε. Επειδή όμως η στάση του στο Συνέδριο έχει βαρύτητα, περιμένουν τις τοποθετήσεις του και τη γραμμή που θα δώσει στον κύκλο επίδρασής του.

Οι αποστάσεις του Νίκου Παππά

Ούτε ο (κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος – τομεάρχης οικονομικών) Νίκος Παππάς εμφανίζεται πλέον ν’ ανήκει πια στη «στρογγυλή τράπεζα» της Κουμουνδούρου. Μιλώντας ανοικτά για «προεδρικό ζήτημα» ανάλογα με την έκβαση των Ευρωεκλογών, ο υποψήφιος που βοήθησε στην εκλογή του Κασσελάκη έναντι της Έφης Αχτσιόγλου στηρίζοντάς τον ανοικτά στον β’ γύρο, διότι ασπάζονταν παρόμοιες ιδέες σε οικονομία και εθνικά θέματα, έχει αποστασιοποιηθεί – αν όχι απομακρυνθεί κιόλας.

Δεν αρκείται σε εσωτερική κριτική, μιλά ανοικτά για έλλειψη στρατηγικής και αξιολόγησης, όπως επίσης για μη αξιοποίηση στελεχών, καυτηριάζει την επικοινωνιακή πολιτική.

Ούτε, βέβαια, με τον Παύλο Πολάκη έχει πλέον πολλά – πολλά πλέον ο άλλοτε «υπαρχηγός» του Α. Τσίπρα, προτιμώντας τις ίσες αποστάσεις και τη χάραξη μιας δικής του κατεύθυνσης. Είναι βέβαιο πως στο Συνέδριο θα μιλήσει για τις ανάγκες του ΣΥΡΙΖΑ χωρίς ν’ αποκλείεται ο καυτηριασμός αρχηγικών ενεργειών δίχως την απαιτούμενη συναίνεση. Ο βουλευτής του Νοτίου Τομέα εκτιμάται ότι αυτή τη στιγμή έχει την ισχυρότερη ομάδα στο Συνέδριο και θέλει να θεμελιώσει τη δυναμική του, εξασφαλίζοντας λόγο στις εξελίξεις.

«Στρίβειν» δια της Ευρωβουλής ο Τσίπρας;

Εν μέρει ενοχλημένος από τις προεδρικές πρακτικές φαίνεται πως είναι και ο Γιώργος Τσίπρας, το όνομα του οποίου έχει αρχίσει να κυκλοφορεί ως υποψήφιο για το ευρωψηφοδέλτιο. Περισσότερο μοιάζει μια συμβιβαστική λύση για να μην κοπεί εντελώς ο ομφάλιος λώρος.

Κι αυτός είχε πράξει τα δέοντα για να προκριθεί η λύση Κασσελάκη ως καταλληλότερη για την προεδρία, αλλά πλέον αντιδρά – τουλάχιστον σιωπηρά.

Ο Τεμπονέρας χαράσσει δικό του δρόμο

Ο Στ. Κασσελάκης ήξερε εξ αρχής ότι απέναντί του βρίσκεται και ο Διονύσης Τεμπονέρας. Πολιτικός της ελληνικής Generation Y ο δημοφιλής -εκ Πατρών- εργατολόγος, ανήκει στο παρακλάδι της «αντιπολίτευσης» που παραμέρισε τα εμπόδια και μαζί με άλλα στελέχη (Δίκτυο Εναλλακτικής Κοινωνικής Αριστεράς) που τον περιβάλλουν επέλεξε να παλέψει εκ των έσω για τη διαμόρφωση αυτής της περίφημης ανανεωτικής ταυτότητας του κόμματος.

Δεν θα διστάσει να υψώσει τη φωνή του, να προβάλει ενστάσεις, να προκαλέσει ένταση εφόσον χρειαστεί. Σε καμία περίπτωση δεν είναι ένας χειροκροτητής της παρούσας ηγεσίας.

Το γεγονός μάλιστα ότι εμφανίζεται να συνομιλεί με στελέχη άλλων παρατάξεων (ΠαΣοΚ, Νέα Αριστερά), να επεξεργάζεται σχέδια συμμαχιών και να συμμετέχει σε δημόσιες κουβέντες (άνευ πρότερης ενημέρωσης) για τη δημιουργία «αντιμητσοτακικού μετώπου» έχει σχολιαστεί καυστικά από υψηλά κλιμάκια της Κουμουνδούρου, διότι δεν του έχει δοθεί αυτή η νομιμοποίηση.

Τον έχουν περιγράψει ακόμη και ως «Δούρειο Ίππο» και «ξένο σώμα» στελέχη που διαφωνούν έντονα με τις πρωτοβουλίες του, θεωρώντας ότι βάζει το πολιτικό ‘εγώ’ του πάνω από το κομματικό ‘εμείς’. Κι ας είναι ένας από τους συνομιλητές του Αλέξη Τσίπρα – όπως πιστοποιήθηκε από τη διαρροή της πρόσφατης συνάντησής τους.

Ο Δ. Τεμπονέρας, που ενεργεί αυτοβούλως, δεν έχει κρύψει, αντιθέτως το βροντοφωνάζει κιόλας με τις θέσεις του σε κάθε αφορμή, ότι το Συνέδριο αποτελεί γι’ αυτόν ένα κομβικό σημείο καμπής για το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ. Έχει ήδη εγκριθεί και δικό του κείμενο συμβολής στον προσυνεδριακό διάλογο.

Άρα και η έκβασή του θα ορίσει τη στάση του απέναντι στα πράγματα: αν δηλαδή θα ζωντανέψει η σκέψη της αποχώρησης όπως δεν συνέβη τον Οκτώβριο ή θα συνεχίσει ν’ αγωνιά μέσα από το ίδιο μετερίζι. Στην πρώτη εκδοχή μένει να δούμε πού θα κατευθυνθεί, στη δεύτερη η θέση πίσω από τη ΝΔ στις Ευρωεκλογές είναι αδιαπραγμάτευτη.

Οι «ευρωσοσιαλιστές»

Μαζί μ’ αυτούς θα πρέπει να προστεθεί κι ο άξονας της κεντροαριστεράς. Των Ραγκούση – Θεοχαρόπουλου – Ζαχαριάδη. Είναι κι άλλοι εκείνοι που διεκδικούν έναν ΣΥΡΙΖΑ πιο (ευρω)σοσιαλιστικό, πιο ανοικτό σε συνεργασίες με το κέντρο που ορίζει τις εκλογές, θεωρώντας ότι η αποκλειστικά αριστερή προσέγγιση δεν φέρνει τα επιθυμητά αποτελέσματα.

Πρόκειται για στελέχη (με διαφορετικό πρόσημο) που αφορίζουν πρακτικές του Π. Πολάκη, είναι πιο συγκαταβατικοί, αλλά ταυτόχρονα μιλούν για ενιαία στρατηγική κι όχι μονομερείς ενέργειες όπως αυτές του Δ. Τεμπονέρα που δείχνουν μια προχειρότητα. Κάνουν λόγο για τα «προσεκτικά βήματα» που πρέπει έτσι ώστε να πειστεί η μερίδα του κόσμου που το ζητά και σταδιακά να γεννηθεί όντως ο «κύριος πόλος απέναντι στη ΝΔ».

Είναι αδύνατο, φυσικά, αυτά τα πρόσωπα να συνεννοηθούν, πόσο μάλλον να ταυτιστούν τον Παύλο Πολάκη, παραμένοντας σταθερά απέναντί του προσπαθώντας να κερδίσουν και την προεδρική υποστήριξη.

Ποιοι και πόσο στηρίζουν τον Κασσελάκη

Με ποιους έχει απομείνει να συζητά πλέον ο Στ. Κασσελάκης; Δεδομένου πως πολλά είναι τα στελέχη που αποφεύγουν να μπουν στη διαδικασία πόλωσης προτιμώντας μια ήπια στάση και ίσες αποστάσεις (Γεροβασίλη, Δούρου, Ξενογιαννακοπούλου, Καραμέρος, Νοτοπούλου, κ.α), ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έχει καταλήξει να συνδιαλέγεται με λιγότερους απ’ όσους αρχικά είχε δίπλα του.

Το γράφημα αποτυπώνει, όσο είναι εφικτό, αυτές τις αποστάσεις και τις ισορροπίες εντός Κουμουνδούρου.

Ως εξ απορρήτων του ο Μανώλης Καπνισάκης παραμένει το «δεξί χέρι» του, ενόσω ο ναύαρχος Ευάγγελος Αποστολάκης, ως ο εκφραστής της πατριωτικής τάσης στο κόμμα, είναι σταθερά στο πλευρό του – κι ας χαρακτηρίστηκε «στρατηλάτης του προέδρου».

Η βουλεύτρια Θεοδώρα Τζάκρη επίσης ανήκει στο γκρουπ υπεράσπισης της ηγεσίας, κατηγορώντας όσους δρουν παρασκηνιακά με προσωπικά κίνητρα και συμφέροντα (βολές κατά Τεμπονέρα). Ήταν κι αυτή, μην ξεχνάμε, που είχε αναλάβει να συγκεντρώσει τις υπογραφές υποψηφιότητας του Στ. Κασσελάκη.

Παρέα της κι ο Πέτρος Παππάς, που επιμένει να λέει ότι «θα ήταν ανόητος όποιος και πολιτικά αυτοκτονικός» όποιος τολμούσε να αμφισβητήσει τη βούληση της βάσης του ΣΥΡΙΖΑ. Όπως επίσης η νεότερη γενιά (Βουτυράκου, Κασάπης), συνδυαστικά με τον Νικόλα Φαραντούρη (σύμβουλο ευρωπαϊκής πολιτικής).

Απολύτως κατανοητή, τέλος, είναι η στάση των δύο γραμματέων, της Ράνιας Σβίγκου και του Γιώργου Βασιλειάδη, οι οποίοι λειτουργούν σε πολλές περιπτώσεις πυροσβεστικά και ως οι πυλώνες συνεννόησης – επικοινωνίας – ισορροπίας μεταξύ των υπολοίπων στελεχών. Ο ρόλος τους είναι τέτοιος που θα ήταν παράδοξο να επιδιώκουν την κλιμάκωση της σύγκρουσης και όχι μια λύση ανεκτικής συμβίωσης. Είναι οι δύο που θα θέσουν και τον τόνο στο υπόλοιπο Συνέδριο. Όπως αντίστοιχα ο -επίσης σύμμαχος- Σωκράτης Φάμελλος ως πρόεδρος της ΚΟ.

Μένει ν’ αποδειχθεί πόσοι και ποιοι θ’ ακολουθήσουν, στο τέλος της ημέρας, τις κατευθυντήριες προεδρικές γραμμές.