Η κυβέρνηση θα βρεθεί ενώπιον πολύ δύσκολων αποφάσεων στις ελληνοτουρκικές και ευρωτουρκικές σχέσεις, καθώς ο χρόνος προς τη Σύνοδο Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (25-26 Μαρτίου) έχει αρχίσει να μετράει ανάποδα και οι διερευνητικές επαφές θα εισέλθουν σε πιο «βαθιά νερά» από τον επόμενο – 62ο – γύρο και μετά. Το σημείο είναι κομβικό από πολλές απόψεις. Η Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) βρίσκεται βυθισμένη στην αβεβαιότητα που προκαλεί, από υγειονομική και οικονομική άποψη, η πανδημία και το τελευταίο πράγμα που θα επιθυμούσαν οι Βρυξέλλες και οι μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες είναι να τεθεί ξανά εκτός ελέγχου η σχέση με την Τουρκία.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες βιώνουν μια ανάλογη, εσωστρεφή, κατάσταση λόγω του κορωνοϊού, ενώ παράλληλα θα χρειαστεί κάποιο χρονικό διάστημα μέχρι το νέο επιτελείο επί θεμάτων εξωτερικής πολιτικής να διαμορφώσει συγκροτημένη πολιτική έναντι της Τουρκίας.

Σε αυτό το ομιχλώδες πλαίσιο, η Αθήνα θα κληθεί να πραγματοποιήσει δύσκολες επιλογές που δεν θα μπορούν να περιορίζονται σε ένα «διπλωματικό κατενάτσιο» μέχρι να βρεθεί η απόλυτα κατάλληλη στιγμή – που συνήθως δεν έρχεται ποτέ – για να κλείσουν μέτωπα. Αλλωστε, εφησυχασμός δεν μπορεί να υπάρξει, καθώς η ΕΕ και οι ΗΠΑ θα συντονιστούν στο θέμα «Τουρκία», όπως προκύπτει από την πρόσφατη επικοινωνία του Τζέικ Σάλιβαν, συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας του προέδρου Τζο Μπάιντεν με τον Μπγιόρν Ζάιμπερτ, τον επικεφαλής του γραφείου της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Εξέλιξη αναμένεται και στο Κυπριακό, όπου σύμφωνα με τις υπάρχουσες ενδείξεις, η άτυπη πενταμερής διάσκεψη προγραμματίζεται για το πρώτο δεκαήμερο του Μαρτίου στη Νέα Υόρκη.

Η συνάντηση στο Ντολμαμπαχτσέ

Ο πολυδιαφημισμένος 61ος γύρος των διερευνητικών επαφών, που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Δευτέρα 25 Ιανουαρίου στο επιβλητικό Ντολμαμπαχτσέ δεν έκρυβε εκπλήξεις για όσους έχουν γνώση του σχετικού φακέλου. Οι δύο πλευρές προσήλθαν στη συζήτηση με βάση τις κλασικές θέσεις τους και μόνο αφελείς θα ανέμεναν ότι θα υπήρχε κάποια δραματική εξέλιξη. Είναι σαφές ότι το κρίσιμο σημείο με την επανεκκίνηση των επαφών αυτών βρίσκεται στο αν κάποιος βλέπει το ποτήρι μισογεμάτο ή μισοάδειο και στην ανάγκη να υπάρχει ένας σταθερός δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ Αθήνας και Αγκυρας ώστε να αποσυμπιέζεται η συσσωρευόμενη ένταση.

Σημειώνεται ότι ακόμα και σε περιόδους κυβερνήσεων που δεν χαρακτηρίζονταν «φιλικές» προς τις διερευνητικές επαφές, όπως π.χ. η κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή την περίοδο 2004-2009 ή η κυβέρνηση Αντώνη Σαμαρά την περίοδο 2012-2014 (όταν η Τουρκία ξεκίνησε την τακτική των ερευνών εντός της κυπριακής ΑΟΖ με το σκάφος «Barbaros», με αποτέλεσμα να επιδιωχθεί η εκτόνωση της κατάστασης μέσω της έλευσης στην Αθήνα του τότε τούρκου πρωθυπουργού Αχμέτ Νταβούτογλου και της πραγματοποίησης του 3ου Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας τον Δεκέμβριο του 2014), οι διερευνητικές επαφές δεν διακόπηκαν. Οσο για το «παιχνίδι των λέξεων» σχετικά με το αν οι διερευνητικές επαφές είναι διαπραγματεύσεις, άτυπες συνομιλίες ή διαβουλεύσεις, πρόκειται μάλλον για μια συζήτηση άνευ νοήματος.

Οι δυσκολίες των διερευνητικών

Από το 1976 ως το 1980 η Αθήνα και η Αγκυρα είχαν εκτενέστατες συνομιλίες επί όλων των προκαταρκτικών ζητημάτων πριν από μια πιθανή προσφυγή για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, οπότε ο εγκλωβισμός σε εσωστρεφείς λογικές δεν βοηθά κανέναν. Αναμφίβολα, η υπόθεση των χωρικών υδάτων θα βρεθεί στο τραπέζι τόσο για το Αιγαίο Πέλαγος όσο και για την Ανατολική Μεσόγειο, αλλά στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναζητηθούν καινοτόμες λύσεις προς άρση του αδιεξόδου.

Αναμφίβολα, η ατμόσφαιρα έχει πλέον επιβαρυνθεί σημαντικά έπειτα από ένα θερμό καλοκαίρι λόγω της «επιθετικής» πολιτικής της Αγκυρας. Ουδείς στο Μέγαρο Μαξίμου ή στο υπουργείο Εξωτερικών λειτουργεί με αφέλεια. Η παρουσία του Ιμπραχίμ Καλίν, εκπροσώπου Τύπου της τουρκικής Προεδρίας και εξ απορρήτων συμβούλου για θέματα εξωτερικής πολιτικής του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στο Ντολμαμπαχτσέ αιφνιδίασε πολλούς.

Ωστόσο, η τουρκική πλευρά είχε ενημερώσει ήδη από το Σάββατο 23 Ιανουαρίου, όπως «Το Βήμα» πληροφορείται, την Αθήνα (μέσω των κατάλληλων διπλωματικών διαύλων) τόσο για την αλλαγή του τόπου διεξαγωγής της συνάντησης όσο και για την παρουσία του κ. Καλίν – που μάλλον θέλησε να δείξει ποιος κάνει «κουμάντο» στην τουρκική πλευρά. Δεν είναι πάντως σαφές αν ο κ. Καλίν θα έλθει και στην Αθήνα όπου προβλέπεται να πραγματοποιηθεί ο επόμενος γύρος, αν και κάτι τέτοιο ίσως  δημιουργούσε μια δυσκολία διαχείρισης της παρουσίας του στην ελληνική πλευρά.

Οι κυρώσεις και η «θετική ατζέντα»

Η εξέλιξη των διερευνητικών επαφών δεν μπορεί όμως να ιδωθεί αποκομμένη από τις εξελίξεις στο ευρωτουρκικό μέτωπο. Οι πρόσφατες συναντήσεις που πραγματοποίησε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας στις Βρυξέλλες, όπου μετέβη την περασμένη Δευτέρα 25 Ιανουαρίου για να συμμετάσχει στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων, είχαν ως σκοπό να ευαισθητοποιηθούν έτι περαιτέρω οι κοινοτικοί εταίροι περί των ελληνικών θέσεων. Ωστόσο, οι οιωνοί δεν είναι οι καλύτεροι δυνατοί σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες και η επιμονή στην αναπαραγωγή προβλέψεων του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας δεν μοιάζει επαρκής. Αυτή τη στιγμή, ο διπλωματικός αστερισμός που διαμορφώνεται δεν είναι ευνοϊκός σε σχέση με την «καραμέλα» περί κυρώσεων που ορισμένοι τόσο εντός της ΝΔ όσο και εντός του ΣΥΡΙΖΑ αναμασούν καθημερινά. «Αν μετά από την καλή απόφαση στα Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του περασμένου Οκτωβρίου βρεθήκαμε αντιμέτωποι με τόσο ισχυρές αντιδράσεις τον Δεκέμβριο, αντιλαμβάνεστε ότι σήμερα οι ισορροπίες είναι ακόμα δυσκολότερες» παραδέχεται διπλωματική πηγή με άριστη γνώση των συσχετισμών.

Σε όλες τις συναντήσεις του κ. Δένδια με τον ύπατο εκπρόσωπο της ΕΕ για την εξωτερική πολιτική Ζοζέπ Μπορέλ όσο και με την ομάδα του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ (με τον επικεφαλής του γραφείου του και «sherpa» Φρεντερίκ Μπερνάρ και τη βασική σύμβουλό του επί εξωτερικής πολιτικής Μάριεμ βαν ντεν Χέιβελ), κατέστη σαφές ότι, αν και δεν υπάρχει απόλυτη εμπιστοσύνη στις τουρκικές προθέσεις και στην όψιμη «επίθεση γοητείας» εκ μέρους της Αγκυρας, ουδείς επιθυμεί όξυνση.

Οι συζητήσεις περί «θετικής ατζέντας» περιστρέφονται γύρω από μια επικαιροποίηση της Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας της 18ης Μαρτίου 2016 για το Μεταναστευτικό. Στο κείμενο της Δήλωσης περιέχονται όλα τα συστατικά της θετικής ατζέντας, όπως η αναθεώρηση της Τελωνειακής Ενωσης, η απελευθέρωση στη χορήγηση θεωρήσεων για τούρκους πολίτες, ακόμα και το άνοιγμα ενταξιακών κεφαλαίων. Προς το παρόν, στο τραπέζι βρίσκεται η ιδέα για χορήγηση άλλου ενός γενναιόδωρου χρηματοδοτικού πακέτου ύψους περίπου 5 δισ. ευρώ στην Τουρκία ώστε να εξακολουθήσει να κρατά πρόσφυγες στο έδαφός της, όμως οι υπόλοιπες λεπτομέρειες παραμένουν αδιευκρίνιστες.

Η τουρκική νότα, η Βέρνη και η απόφαση του 1976

Ενδεικτική των δυσκολιών που θα αντιμετωπίσει η Αθήνα στις διερευνητικές επαφές ήταν η κίνηση της Αγκυρας, την οποία αποκάλυψε «Το Βήμα» την περασμένη Κυριακή, να στείλει ρηματική διακοίνωση στις 17 Δεκεμβρίου σχετικά με την έκδοση NAVTEX από την ελληνική πλευρά για επιστημονικές έρευνες και υποβρύχιες ενέργειες πόντισης καλωδίων από ένα ελληνικό και δύο ιταλικά σκάφη – χωρίς όμως να αναφέρεται σε συγκεκριμένες περιοχές. Η τουρκική πλευρά επανήλθε μάλιστα, όπως «Το Βήμα» πληροφορείται, με δεύτερη ρηματική διακοίνωση στις 24 Δεκεμβρίου. Η περιοχή στην οποία αναφερόταν η Τουρκία θεωρείται, πέραν πάσης αμφισβητήσεως, ότι βρισκόταν είτε εντός ελληνικών χωρικών είτε εντός ελληνικής υφαλοκρηπίδας ακόμη και σε πιθανή μελλοντική οριοθέτηση και αυτό επισημαίνεται στην απαντητική ρηματική διακοίνωση της Αθήνας στις 13 Ιανουαρίου. Ωστόσο, η Τουρκία χρησιμοποιεί στις διακοινώσεις της δύο σημεία που προκαλούν προβληματισμό στους γνωρίζοντες, ακόμη και αν η Αγκυρα τα επικαλείται επιλεκτικά με σκοπό την αποχή και των δύο πλευρών από σχετικές ενέργειες. Το πρώτο αφορά τις προβλέψεις του Πρακτικού της Βέρνης και το δεύτερο την εντολή (order) του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης του Σεπτεμβρίου 1976 μετά την ελληνική προσφυγή για ασφαλιστικά μέτρα.

Το έγγραφο Λάντρουτ και η διαμόρφωση συναλλακτικής σχέσης

H ΕΕ κινείται ξεκάθαρα σε λογική διαμόρφωσης ειδικής – συναλλακτικής – σχέσεως με την Τουρκία. Ιδιαίτερα διαφωτιστικές είναι, όπως αποκαλύπτουν στο «Βήμα» υψηλόβαθμες κοινοτικές πηγές, οι σχετικές επισημάνσεις απόρρητου εγγράφου που απέστειλε στις Βρυξέλλες πριν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του περασμένου Δεκεμβρίου ο επικεφαλής της Αντιπροσωπείας της Κομισιόν στην Αγκυρα Νικολάους Μάγερ-Λάντρουτ. Ο γερμανός διπλωμάτης δεν είναι τυχαία περίπτωση, καθώς την περίοδο 2010-2015 διετέλεσε ειδικός σύμβουλος επί ευρωπαϊκών θεμάτων και «sherpa» της καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ. Στο έγγραφό του, ο Μάγερ-Λάντρουτ περιγράφει αναλυτικά τόσο την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας όσο και τη στρατηγική που πρέπει να ακολουθήσει η ΕΕ, η οποία πρέπει να είναι αυστηρά «συναλλακτική» (transactionalist). Στο υπουργείο Εξωτερικών δεν λείπουν μάλιστα αυτοί που θεωρούν ότι η Αθήνα πρέπει να κινηθεί σε μια λογική να… ξεμπροστιάσει όσους εντός ΕΕ επιθυμούν προώθηση μιας θετικής ατζέντας στις ευρωτουρκικές σχέσεις.

Από τη μία πλευρά, έχει ξεκινήσει στο γραφείο του αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη μια μελέτη των Εκθέσεων Προόδου της Τουρκίας για την πενταετία 2015. Κρίνοντας πάντως από την τελευταία έκθεση του 2020, αυτή θα μπορούσε εύκολα να ονομαστεί έκθεση… οπισθοδρόμησης (backsliding), καθώς καταγράφεται υποχώρηση σε σειρά τομέων και ιδιαίτερα στα ανθρώπινα δικαιώματα και στις ατομικές ελευθερίες. Θα είχε ενδιαφέρον αν η ελληνική πλευρά τασσόταν υπέρ του ανοίγματος των ενταξιακών κεφαλαίων 23 και 24 ή ακόμα και αν υποστήριζε την επικαιροποίηση της Τελωνειακής Ενωσης (η συζήτηση περί αναστολής της αποτελεί πολύ δύσκολο στόχο, αλλά η καταγραφή και διόρθωση των τουρκικών παραβιάσεων είναι πολύ πιο ευκταία επιδίωξη) ή και της απελευθέρωσης των θεωρήσεων. Αναμφίβολα, αρκετά κράτη-μέλη θα έπρεπε να πάψουν να κρύβονται πίσω από πιθανές ελληνικές αντιρρήσεις. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η Ελλάδα θα μπορούσε να είναι και ωφελημένη από την ενίσχυση των διασυνοριακών συναλλαγών με τη γειτονική χώρα και ενδεχομένως να μπορούσε να συνδέσει την πρόοδο στα πεδία αυτά με την πρόοδο στις ελληνοτουρκικές συνομιλίες.