«Η φωνή μου είναι πολύ άσχημη γιατί υποφέρω από κάτι – δεν ξέρω τι. Ελπίζω να με συγχωρήσετε». Με αυτή τη σύντομη, ευγενική εισαγωγή, ο σκηνοθέτης Πέδρο Αλμοδόβαρ, το «παιδί θαύμα» της ισπανικής κινηματογραφίας στην οποία βρίσκεται από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 μέχρι τις μέρες μας, μας καλωσορίζει στη Skype συνέντευξη που παραχώρησε για την προώθηση της τελευταίας ταινίας του «Οι παράξενοι δρόμοι της ζωής» που προβάλλεται στις αίθουσες από την περασμένη Πέμπτη. Ιδιαίτερης σημασίας αυτή η ταινία για τον Αλμοδόβαρ για αρκετούς λόγους.

Πρώτον, αυτός ο δημιουργός σπουδαίων ταινιών μεγάλου μήκους όπως οι «Γυναίκες στα πρόθυρα νευρική κρίσης», «Το μυστικό μου λουλούδι», «Μίλα της» και «Γύρνα πίσω» πειραματίζεται ξανά με τη μικρού μήκους ταινία, φόρμα μέσω της οποίας έκανε τα πρώτα βήματα της καριέρας του. Δεύτερον, εισχωρεί για πρώτη φορά σε ένα είδος που αγαπά πολύ, το παραδοσιακό αμερικανικό γουέστερν και μάλιστα στην αγγλική γλώσσα. Και, τρίτον, το κοιτάζει μέσα από μια ομοφυλοφιλική ιστορία αγάπης: είκοσι πέντε χρόνια μετά το σύντομο ειδύλλιό του με τον σερίφη Τζέικ (Ιθαν Χοκ), ο Σίλβα (Πέντρο Πασκάλ) διασχίζει την έρημο για να τον συναντήσει ξανά. Υστερα από μια νύχτα πάθους, έχει έρθει η ώρα να αποκαλυφθούν τα πραγματικά κίνητρα αυτής της επανασύνδεσης.

Ο Πέδρο Πασκάλ υπό την απειλή του όπλου του Ιθαν Χοκ σε σκηνή της ταινίας «Οι παράξενοι δρόμοι της ζωής».

Η ταινία «Οι παράξενοι δρόμοι της ζωής» είναι κάτι που είχατε για χρόνια στο μυαλό σας ή προέκυψε προσφάτως;

«Το γουέστερν ως είδος ανέκαθεν με ενδιέφερε, αλλά, όπως σχεδόν πάντα συμβαίνει, η ενασχόλησή μου με το σενάριο και αυτής της ταινίας προέκυψε ξαφνικά. Μια μέρα άρχισα, απλώς, να γράφω. Για παράδειγμα, η πρώτη σκηνή που έγραψα είναι όταν βλέπουμε τους δύο ήρωες να ξυπνούν το πρωί ύστερα από μια νύχτα γεμάτη σεξ και αλκοόλ. Ηταν μια πολύ καθαρή σκηνή, μόνο με διαλόγους. Τη φύλαξα στο κομπιούτερ μου. Είχα σκεφτεί αμέσως ότι αυτοί οι δύο άνδρες ήταν καουμπόι και  ότι η κουβέντα τους περιστρεφόταν γύρω από τον πόθο και την επιθυμία και όλα αυτά».

Πότε γράψατε αυτή τη σκηνή;

«Πριν από τέσσερα περίπου χρόνια. Πριν από δύο χρόνια, ο (συμπαραγωγός) Αντονι Βακαρέλο από τη Saint Laurent με ρώτησε αν ήθελα να γυρίσω μια ταινία και αμέσως θυμήθηκα αυτή τη σκηνή που είχα γράψει για αυτούς τους δύο καουμπόι».

Την είχατε σκεφτεί ως μικρού μήκους από την αρχή;

«Ναι, και ήμουν κάθετος σε αυτό. Δεν ήταν μια ιδέα που ήθελα να αναπτύξω σε μεγάλου μήκους ταινία αλλά σε μικρού. Οπότε αυτό που έκανα ήταν να συμπληρώσω το μέρος που προηγείται των διαλόγων που είχα γράψει και εκείνο που θα ακολουθούσε. Το έκανα και αρχίσαμε αμέσως την προετοιμασία για το γύρισμα»

Η ταινία «Οι παράξενοι δρόμοι της ζωής»  είναι η δεύτερη μικρού μήκους που γυρίσατε μέσα στα τελευταία τρία χρόνια μετά την «Ανθρώπινη φωνή» το 2020 με την Τίλντα Σουίντον. Τι προκλήσεις βλέπετε να σας προσφέρουν οι μικρού μήκους ταινίες σήμερα;

«Επιστρέφοντας ύστερα από χρόνια στη μικρού μήκους ταινία νιώθω ότι ασχολούμαι με κάτι πολύ διασκεδαστικό για εμένα. Το είδα και σαν μια επιστροφή στις ρίζες μου, εκεί από όπου ξεκίνησα. Πέρα από αυτό, μου προσφέρει ελευθερίες που δεν έχω απαραιτήτως σε μια μεγάλου μήκους ταινία».

Σε τι είδους ελευθερίες αναφέρεστε; Θα περίμενε κανείς ότι ένας σκηνοθέτης όπως εσείς θα είχε ούτως ή άλλως πολλές ελευθερίες.

«Οχι απαραιτήτως. Για παράδειγμα, στην «Ανθρώπινη φωνή» που γυρίστηκε σε στούντιο, σε κάποια σκηνή που περπατά η Τίλντα Σουίντον ο θεατής βλέπει ότι η ηρωίδα της βρίσκεται μέσα σε ένα κινηματογραφικό στούντιο. Είναι σαν να τη βλέπεις να βρίσκεται μέσα σε έναν χώρο ενταγμένο σε έναν άλλο χώρο και εκφραστικά για εμένα ήταν πολύ χρήσιμο διότι με αυτή τη σκηνή, έτσι όπως τη γύρισα, βλέπεις την ηρωίδα μόνη, εγκλωβισμένη. Αυτό δεν θα μπορούσα να το κάνω σε μια ταινία μεγάλου μήκους. Λειτουργεί μεν πολύ καλά στη μικρού μήκους, όμως η μεγάλου απαιτεί μεγαλύτερη σύνδεση με την πραγματικότητα. Στη συγκεκριμένη ταινία με ενδιέφερε επίσης να δοκιμαστώ και με την αγγλική γλώσσα, μόνο και μόνο για να δω αν μπορώ να κάνω μια ταινία σε γλώσσα άλλη εκτός των ισπανικών. Και, τέλος, σε αυτή τη φάση της ζωής μου νιώθω πιο κοντά στην ιδέα να γυρίζω μικρού μήκους αντί, για παράδειγμα, μια τηλεοπτική σειρά. Τουλάχιστον μπορώ να πω ξεκάθαρα ότι δεν θέλω να γυρίσω μια τηλεοπτική σειρά».

«Επιστρέφοντας ύστερα από χρόνια στη μικρού μήκους ταινία, νιώθω ότι ασχολούμαι με κάτι πολύ διασκεδαστικό για εμένα. Το είδα και σαν μια επιστροφή στις ρίζες μου, εκεί από όπου ξεκίνησα»

Η ταινία «Οι παράξενοι δρόμοι της ζωής» ανήκει στο είδος του γουέστερν. Θα λέγατε ότι αυτό το είδος έχει μια γενικότερη σχέση με το έργο σας;

«Δεν είχα ποτέ σκεφτεί να γυρίσω μια ταινία γουέστερν, όμως είναι αλήθεια ότι το γουέστερν αποτελεί μέρος της κινηματογραφικής εικονογραφίας που μου αρέσει και στην οποία κάνω αναφορές. Στο «Ματαντόρ» είχα ήδη κάνει μια αναφορά στη «Μονομαχία στον ήλιο» του Κινγκ Βίντορ και στις «Γυναίκες στα πρόθυρα νευρικής κρίσης» είχα κάνει μια αναφορά στο «Τζόνι Γκιτάρ» του Νίκολας Ρέι».

Τι είναι αυτό που σας αρέσει πολύ στο είδος του αμερικανικού γουέστερν;

«Το Χόλιγουντ έχει δημιουργήσει μια μυθολογία γύρω από το γουέστερν, η οποία ενδεχομένως να μην έχει απόλυτη σχέση με την πραγματικότητα. Ομως η πραγματικότητα δεν με ενδιαφέρει. Για παράδειγμα, τα κοστούμια που βλέπουμε να φορούν οι ήρωες των αμερικανικών γουέστερν προφανώς δεν πρέπει να είχαν σχέση με τον πραγματικό ρουχισμό της εποχής που ήταν βρώμικος και λασπωμένος, φθαρμένος. Οταν ο Αντονι Βακαρέλο μου έδειξε εικόνες από τα ρούχα που φορούσαν στ’ αλήθεια την εποχή της Αγριας Δύσης δεν μου άρεσαν καθόλου. Εμένα μου αρέσει αυτή η μυθολογία γύρω από το Γουέστ και αυτήν ακριβώς ήθελα να ακολουθήσω στη δική μου ταινία. Μου αρέσει το στυλιζάρισμα και η ενδυμασία των ηρώων των γουέστερν στον κινηματογράφο στηρίζεται πολύ στο στυλιζάρισμα. Αυτό το παρατήρησα βλέποντας ξανά πολλές κλασικές αμερικανικές ταινίες με αφορμή τη δημιουργία της δικής μου. Είδα ότι ο ρουχισμός δεν άλλαζε και τόσο πολύ από τις πρώτες ταινίες γουέστερν μέχρι τις πιο σύγχρονες της δεκαετίας του 1980 και του 1990. Στη δική μου ταινία για την ενδυμασία του σερίφη που υποδύεται ο Ιθαν Χοκ βρήκα ιδανικό ένα μείγμα του ρουχισμού που παραπέμπει στην εικόνα του Κερκ Ντάγκλας στη «Μονομαχία στον Πράσινο Βάλτο» (όπου υποδύεται τον Ντοκ Χόλιντεϊ) και στο «Τελευταίο τρένο από το Γκαν Χιλ» – και οι δυο του Τζον Στέρτζες. Το πράσινο σακάκι που φορά ο Πέδρο Πασκάλ στην ταινία μας είναι εμπνευσμένο από ένα παρόμοιο που φορούσε ο Τζέιμς Στιούαρτ στην ταινία «Χαμένο καραβάνι» του Αντονι Μαν».

Σε σχέση με την ομοφυλοφιλία και το είδος του γουέστερν, από την εμπειρία σας ως θεατής του κινηματογράφου, θυμάστε κάποιες ταινίες που για εσάς περιέχουν το στοιχείο της ομοφυλοφιλίας παρότι στην εποχή τους κανείς δεν το πρόσεξε;

«Ορισμένες φορές ναι. Το αντιλαμβάνεσαι από τη σχέση των δύο ανδρών κεντρικών ηρώων της ταινίας· αν είναι πολύ στενοί φίλοι, μπορείς να σκεφτείς ότι θα μπορούσαν να είναι εραστές. Ενα παράδειγμα είναι η ταινία «Οι αετοί της καταραμένης κοιλάδας/Warlock» του Εντουαρντ Ντμίτρικ. Δυο άνδρες, ο Χένρι Φόντα και ο Αντονι Κουίν, φτάνουν σε μια πόλη που απειλείται και προσπαθούν να την προστατεύσουν.  Το χωριό έχει προσλάβει έναν διάσημο πιστολέρο, τον Φόντα, ο οποίος συνοδεύεται από τον Κουίν. Καταλαβαίνεις ότι η σχέση τους είναι πολύ παράξενη, ο χαρακτήρας του Κουίν υπερασπίζεται με πολύ πάθος τον Φόντα και ακόμα και οι συναλλαγές μεταξύ τους σε οδηγούν στο συμπέρασμα ότι αν δεν είναι ομοφυλόφιλοι, το όλο θέμα δεν βγάζει νόημα. Αν δεν ήταν η πρόθεση να είναι γκέι, τότε η ταινία είναι πραγματικά πολύ κακή, διότι το να καταλαβαίνεις ότι είναι γκέι είναι αυτό που την κάνει να λειτουργεί. Δεν ξέρω αν έγινε συνειδητά, αλλά νομίζω ότι έγινε εντελώς συνειδητά. Σε πολλές ταινίες, όχι σε όλες, οι σχέσεις ανάμεσα στους άνδρες είναι αυτό που ονομάζουμε αδελφική αγάπη. Συμβαίνει σε όλα τα buddy movies (φίλοι-ταινίες). Αν έχουν πιει ένα ποτό παραπάνω, θα μπορούσαν να καταλήξουν στο κρεβάτι και να κάνουν σεξ μεταξύ τους».

Πιστεύετε ότι η ομοφυλοφιλία εξακολουθεί να είναι ταμπού;

«Ναι, το πιστεύω. Και αυτό που με εκπλήσσει είναι ότι ενώ αντιλαμβάνομαι ότι θα μπορούσε να είναι ταμπού για το 1900, εξακολουθεί να είναι ταμπού σε πολλές ταινίες και πολλά είδη κινηματογράφου, όπως και σε άλλους χώρους – για παράδειγμα, στο ανδρικό ποδόσφαιρο. Η ομοφυλοφιλία δεν αποτελεί μέρος συζήτησης στο ανδρικό ποδόσφαιρο, την ώρα που αυτό δεν συμβαίνει στο γυναικείο ποδόσφαιρο. Ενα άλλο επάγγελμα είναι η ταυρομαχία. Δεν μιλάς ποτέ για ομοφυλοφιλία σε αυτόν τον χώρο. Ενώ έχουμε εξελιχθεί ως κοινωνία, αυτό το θέμα φαίνεται ότι έχει μείνει για τα καλά ριζωμένο σε λανθασμένες βάσεις. Ο κόσμος εξακολουθεί να μη μιλά για την ομοφυλοφιλία».

Θα θέλατε να δώσετε ένα παράδειγμα σχετικό με τον κινηματογράφο;

«Βεβαίως. Το «Μυστικό του Brokeback Mountain» ήταν μακράν η καλύτερη ταινία της χρονιάς της (2005) και παρότι υποψήφια για το Οσκαρ καλύτερης ταινίας δεν το κέρδισε».

Μήπως το 2005 ήταν ακόμη νωρίς για μια τέτοια βράβευση στο Χόλιγουντ;

«Μα όπως είπα ακόμα και σήμερα η ομοφυλοφιλία εξακολουθεί να παραμένει ένα πολύ ευαίσθητο θέμα που προκαλεί πολεμικές. Παραμένει ένα θέμα που σκανδαλίζει την κοινωνία μας και που πολλοί αποφεύγουν να κουβεντιάσουν. Προσωπικά δεν μπορώ να καταλάβω γιατί η σεξουαλικότητα προκαλεί όλο αυτόν τον θόρυβο. Μιλώντας συγκεκριμένα για το Χόλιγουντ και το «Μυστικό του Brokeback Mountain», ίσως, ναι, ίσως τότε να ήταν ακόμα κάπως νωρίς. Bέβαια, οφείλω να επισημάνω ότι παρά τον ρουχισμό και το φόντο, το «Μυστικό του Brokeback Mountain» δεν ανήκει στην κατηγορία του παραδοσιακού γουέστερν. Οι ήρωες φορούν καουμπόικα καπέλα αλλά στην πραγματικότητα είναι βοσκοί, όχι πιστολέρο, και η αφήγηση δεν είναι παρόμοια με εκείνη ενός τυπικού γουέστερν».

Με τη δική σας ταινία έχετε βλέψεις για τα Οσκαρ που θα δοθούν το 2024;

«Ναι. Την έχουμε υποβάλει και περιμένουμε να δούμε τι θα γίνει».

Κλείνοντας, υπάρχει κάποιο άλλο κινηματογραφικό είδος με το οποίο θα θέλατε να ασχοληθείτε εφόσον δεν το έχετε κάνει μέχρι σήμερα;

«Θα με ενδιέφερε να γυρίσω μια ταινία επιστημονικής φαντασίας με ρεπλίκες. Οπως το «Blade Runner». Και η αλήθεια είναι ότι έχω ήδη μια ιδέα, μόνο που είναι μια πολύ ακριβή ιδέα, οπότε αμφιβάλλω αν θα μπορέσω να κάνω ποτέ αυτή την ταινία. Δεν μου αρέσει να γυρίζω ακριβές ταινίες, αυτό είναι πάντα ένας από τους όρους μου. Με τα σχετικά μικρά budgets των ταινιών μου, έχω την ελευθερία και την ανεξαρτησία που χρειάζομαι. Και μου αρκεί».

Η ταινία «Οι παράξενοι δρόμοι της ζωής» προβάλλεται στις αίθουσες σε διανομή Feelgood Entertainment.