Στην Αθήνα φθάνει σήμερα η Κολομβιανή Μαρία Άνχελα Ολγίν Κουεγιάρ, κατά κάποιον τρόπο συνονόματη του πρώην ΓΓ του ΟΗΕ ντε Κουεγιάρ, η οποία έχει αναλάβει το δύσκολο ρόλο της απεσταλμένης για το Κυπριακό. Γεννημένη στις 13 Νοεμβρίου του 1963, η Ολγίν προέρχεται από την οικογένεια δύο πρώην Προέδρων της Κολομβίας – τον Κάρλος Ολγίν το 1888 και τον Χόρχε Ολγίν το 1921 και ίσως να είναι η επόμενη γενική γραμματέας του ΟΗΕ, αφού ψάχνουν ήδη για γυναίκα από τη Λατινική Αμερική.
Έρχεται στην Αθήνα, επειδή η χώρα μας είναι εγγυήτρια δύναμη στην Κύπρο και θα συναντηθεί με τον Πρωθυπουργό, τον υπουργό Εξωτερικών και την υφυπουργό Εξωτερικών. Εκείνο που την διακρίνει είναι η αμεσότητα στην δουλειά της, αφού μόλις έφθασε στην Κύπρο φρόντισε και συναντήθηκε τόσο με τον Πρόεδρο Νίκο Χριστοδουλίδη  όσο και με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Ερσίν Τατάρ και έσπευσε να επισκεφθεί την περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου.
Το γεγονός ότι τοποθετήθηκε ειδική απεσταλμένη του ΟΗΕ για την Κύπρο, μετά από χρόνια αρνήσεων των Τουρκοκυπρίων να υπάρξει εκπρόσωπος του ΟΗΕ (επιμένοντας μόνον στα δύο κράτη), θεωρείται πρόοδος, έστω και ελάχιστη για  επανέναρξη του πολυπόθητου διαλόγου ανάμεσα στις δύο κοινότητες.
Η Κολομβιανή πολιτικός και διπλωμάτης η οποία διετέλεσε ΥΠΕΞ της χώρας της για μια οκταετία, από το 2010 έως το 2018 και μέλος της μόνιμης αντιπροσωπείας της Κολομβίας στα Ηνωμένα Έθνη και πρέσβειρα της Κολομβίας στη Βενεζουέλα, έγινε αμέσως αποδεκτή και από τις δύο κοινότητες στην Κύπρο. Και τούτο γιατί: Η επιλογή της  πληροί τις προϋποθέσεις τις οποίες ζητούσε, αποκλειστικά η τουρκοκυπριακή πλευρά, όπως ο/η απεσταλμένος να μην προέρχεται από χώρα μέλους της ΕΕ αλλά ούτε και από χώρα της Κοινοπολιτείας. Η κυπριακή κυβέρνηση αποδέχεται την Ολγίν εκφράζοντας  την ελπίδα να πράξει και η τουρκοκυπριακή πλευρά σε αυτή την πρώτη προσπάθεια αναζωογόνησης του διαλόγου μετά από 6,5 χρόνια πλήρους αδιεξόδου.
Στις επαφές στην Αθήνα, θα μάθει ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν αποδέχεται τη λύση των δύο κρατών, δηλαδή τη νομική διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, και ότι ο διάλογος ανέμισα στις δύο κοινότητες μπορεί να ξεκινήσει από εκεί που σταμάτησε στο Κραν Μοντανά, δηλαδή σε θέματα ασφάλειας και διεθνών εγγυήσεων.