Πριν από μερικά χρόνια, ολόκληρη η Ελλάδα είχε αναστατωθεί από την δολοφονία ενός νέου ανθρώπου για την οποία υπεύθυνοι ήταν εκπρόσωποι ενός συγκεκριμένου «πολιτικού κόμματος» το οποίο σιχαίνομαι ακόμα και να αναφέρω.

Η ζωή μας είχε γίνει σαλάτα αλλά η δικαιοσύνη λειτούργησε και υπήρξαν καταδίκες. Σχεδόν όλη η Ελλάδα βρέθηκε στο πόδι για τον αδικοχαμένο νέο άνθρωπο και τους εγκληματίες που εν τέλει, κάπως πλήρωσαν.

Γιατί ήρθε το πλήρωμα του χρόνου. Άργησε αλλά ήρθε. Πάντα έρχεται.

Μετά γυρίστηκαν ταινίες για το θέμα, γράφτηκαν βιβλία, εκατοντάδες τόνοι μελανιού χύθηκαν στον Τύπο, θαρρείς για να ξεπλύνουν το αίμα που τόσο άδικα χύθηκε.

Και να που σήμερα, σαν να μην έγινε τίποτα από όλα αυτά. Να που τόσα χρόνια αργότερα, καθόμαστε και συζητάμε για έναν από τους σταυροφόρους εκείνου του «πολιτικού κόμματος» το οποίο βρισκόταν πίσω από εκείνη την αποτρόπαια δολοφονία.

Καθόμαστε και συζητάμε για έναν κατάδικο (του οποίου το όνομα σιχαίνομαι επίσης να γράψω) ο οποίος βρίσκεται ξανά στην επικαιρότητα λόγω της πιθανότητας να ξανακατέβει στις εκλογές.

Αφήνω κατά μέρος τους υποστηρικτές του, τι μπορείς να κάνεις εξάλλου με τις ανίατες περιπτώσεις; Οι ανίατες περιπτώσεις είναι αυτό ακριβώς. Ανίατες.

Όμως όλοι οι υπόλοιποι, εμείς δηλαδή, η συντριπτική πλειοψηφία των υγιών; Το γεγονός και μόνο ότι το συζητάμε και δεν το αγνοούμε, είναι από μόνο του, τόσο μα τόσο αποκαρδιωτικό.