Βαθμολογία

5: εξαιρετική

4: πολύ καλή

3: καλή

2: ενδιαφέρουσα

1: μέτρια

0: απαράδεκτη

 

«The Batman» (ΗΠΑ, 2022)

H τελευταία κινηματογραφική εκδοχή του ήρωα της DC Comics, ελάχιστη σχέση έχει – αν έχει και καθόλου  – με το… κόμικ. Θα μπορούσες να πεις ότι ο σκηνοθέτης Ματ Ριβς ενδιαφέρεται πέρα από κάθε τι να κοιτάξει τον Batman αιρετικά, να τον παραμορφώσει και να τον αποκαθηλώσει – έτσι ίσως όπως ο Τοντ Φίλιπς κοίταξε τον Joker στην ομότιτλη αριστουργηματική ταινία του με τον Χοακίν Φίνιξ. Αισθητικά άλλωστε οι δυο ταινίες μοιάζουν · πολύ σκοτεινές, πολύ αργές, πολύ ρεαλιστικές ακόμα περισσότερο ψυχαναλυτικές και με ελάχιστες σκηνές παραδοσιακής, «κόμικ» δράσης.

Ο Batman, ή αλλιώς ο δισεκατομμυριούχος Μπρους Γουέιν την ημέρα (και υπάρχουν ελάχιστες ημέρες εδώ) που μεταμφιέζεται σε Ανθρωπο Νυχτερίδα εκδικητή  – προστάτη των αδύναμων τη νύχτα, θα βρεθεί στην μέση μιας περίπλοκης υπόθεσης που αφορά το παρελθόν του και της οποίας τα νήματα κινεί ο Γρίφος, ένας παρανοϊκός (;) δολοφόνος του οποίου η ιστορία ίσως τελικά να μην είναι και τόσο διαφορετική από εκείνη του Joker της ταινίας του Φίλιπς. Το κοινωνικό πλαίσιο της Γκόθαμ Σίτι άλλωστε, με το χάσμα ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς απύθμενο, είναι πολύ έντονο στοιχείο και αυτής της ταινίας.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ο Ριβς κατασκεύασε ένα ελκυστικό στην όψη νέο νουάρ, με τον Batman να θυμίζει περισσότερο ιδιωτικό ντετέκτιβ με σοβαρά ψυχολογικά θέματα, κάτι σαν μια μετα αποκαλυπτική εκδοχή του Φίλιπ Μάρλοου ή του Σαμ Σπέιντ. Σε αυτά τα «ψυχολογικά θέματα» είχε επιμείνει πολύ και ο Κρίστοφερ Νόλαν στις δικές του Batman ταινίες με τον Κρίστιαν Μπέιλ. Εδώ όμως, το «κακό» παραγίνεται. Ως Batman, ο Ρόμπερτ Πάτινσον, αδυνατισμένος σαν… βαμπίρ (για να θυμηθούμε και το «Λυκόφως») μοιάζει το λιγότερο με τοξικομανή που προσπαθεί να αναρρώσει (και δεν μπορεί), παρά με θετικό κόμικ ήρωα.

«Νομίζουν ότι κρύβομαι στις σκιές» λέει, «αλλά είμαι οι σκιές». Ο Batman / Πάτινσον είναι πραγματικά το flp side του Joker / Φίνιξ της ταινίας του Φίλιπς και αυτό φυσικά ασκεί μια μυστηριώδη γοητεία στον ήρωα (δεν μπορείς να το αποκαλέσεις χάρη), γιατί δημιουργεί μια πρωτόγνωρη ίντριγκα γύρω από την προσωπικότητα του, ιδίως όταν πηγαίνει στα απόκρυφα σημεία της πόλης, εκεί όπου το έγκλημα τα πίνει με την δικαιοσύνη – πολύ καλός ο Τζον Τορτούρο σε ρόλο αρχιμαφιόζου και εντελώς αγνώριστος ο Κόλιν Φάρελ που υποδύεται το τσιράκι του, τον Πιγκουίνο. 

Βαθμολογία: 3 ½

Προβάλλεται σε περισσότερες από 100 αίθουσες της Ελλάδας


«Αγαπητοί σύντροφοι!» (Dorogie tovarishchi! Ρωσία, 2020)

Με την υπογραφή του σπουδαίου Ρώσου σκηνοθέτη Αντρέι Κοντσαλόφσκι (αδελφού του Νίκίτα Μιχάλκοφ) στην καλύτερη ίσως στιγμή της καριέρας του, η ταινία «Αγαπητοί σύντροφοι!», μας μεταφέρει στην πόλη Νοβοτσέρκασκ της Σοβιετικής Ενωσης εν έτη 1962, όπου μια εξέγερση εργατών, κατέληξε σε λουτρό αίματος με θύματα άοπλους πολίτες, ανάμεσα στους οποίους και παιδιά. Ο Κοντσαλόφσκι έχει στα χέρια του μια αληθινή, ντροπιαστική τραγωδία η οποία παρέμενε μυστική ως το 1992  και την επαναφέρει στην επικαιρότητα με πραγματικά αξέχαστες εικόνες, χωρίς να μασά τα λόγια του και αντιμετωπίζοντας το θέμα εφ’ όλης της ύλης.

Κεντρικό πρόσωπο είναι μια δημοτική σύμβουλος της πόλης (Γιούλια Βισότσκαγια) νοσταλγός του σταλινικού καθεστώτος, το οποίο έχει αντικατασταθεί από την «αποσταλινοποίηση» της κυβέρνησης του Νικίτα Χρουστσόφ, κάτι που  σύμφωνα με την λογική της συμβούλου έχει επιφέρει το χάος στην Ρωσία. Χάος υπάρχει σίγουρα και ο Κοντσαλόφσκι το επισημαίνει με μικρές «ζωντανές» πινελιές καθημερινότητας στην πόλη: από την επίσκεψη της ηρωίδας σε ένα κομμωτήριο, μέχρι την ανύπαρκτη σχέση με τον πατέρα της (βετεράνο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου) και την «επαναστατημένη» κόρη της.

Ο ανθρώπινος παράγοντας είναι πάντα το κλειδί της ενέργειας σε μια ιστορία και η προσπάθεια της δημοτικής συμβούλου να βρει την κόρη της, τα ίχνη της οποίας μετά την επίθεση αγνοούνται, δίνει τον παλμό της ταινίας.  Kαι πάλι όμως οι λεπτομέρειες συναρπάζουν: η «μαύρη» αγορά κάνει πάρτι, τα δημοτικά συμβούλια αναλώνονται σε φλύαρες συσκέψεις που δεν οδηγούν σε αποτέλεσμα, ο  δαίμονας της γραφειοκρατίας μια μόνιμη απειλή και η ψυχρή KGB καραδοκεί με το περίστροφο στο χέρι.  Οσο για την ίδια την επίθεση, εκεί και αν βρίσκεσαι ενώπιον μιας ανομολόγητης  απανθρωπιάς αφού μετά την τραγωδία οι εγκληματίες προσπαθούν να «πνίξουν» το έγκλημα πιέζοντας τους πολίτες να υπογράψουν «δήλωση πλήρους εχεμύθειας απορρήτου» ώστε να μην διαρρεύσει τίποτα στο εξωτερικό.

Σε μια εποχή που η Ρωσία δεν είναι ακριβώς η χώρα με την οποία θα θέλαμε ιδιαίτερες «επαφές», πόσο μάλλον καλλιτεχνικές, αυτή η άκρως πολιτική και θαυμάσια κινηματογραφημένη ταινία, μας υπενθυμίζει παρελθούσες καταστάσεις  οι οποίες προφανώς έπαιξαν ρόλο στην εξέλιξη αυτής της χώρας και στη σημερινή της κατάληξη.

Βαθμολογία: 4 ½

ΑΘΗΝΑ: ΑΝΔΟΡΑ – ΑΣΤΟΡ – ΔΙΑΝΑ – ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΚΑΛΛΙΘΕΑ – ΤΡΙΑΝΟΝ – ΑΛΙΚΗ ΝΕΑ ΜΑΚΡΗ


«Συρανό Ντε Μπερζεράκ» (Cyrano, Αγγλία/ Καναδάς/ ΗΠΑ, 2022)

Δεν χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις για τον πασίγνωστο μύθο του Σιρανό Ντε Μπερζεράκ, του σωματοφύλακα με την τεράστια μύτη και την επίσης τεράστια καρδιά, ο οποίος θα γίνει η «φωνή» (και η ψυχή) ενός άλλου σωματοφύλακα που θέλει να προσεγγίσει την γυναίκα που αγαπά και με την οποία ο Σιρανό είναι ο ίδιος ερωτευμένος (ο λόγος για τον οποίο ο Σιρανό, παρά την αλαζονική ευφυία του, είναι ένα τραγικό ουσιαστικά πρόσωπο).

Αυτό που  κατά την άποψη των δημιουργών της ταινίας «Σιρανό Ντε Μπερζεράκ» φαίνεται ότι ο μύθος χρειαζόταν, ήταν μια νέα διάσταση, μια καινούργια προοπτική, μια φρέσκια αντιμετώπιση του έργου του Εδμούνδου Ροστάν που με το που παρουσιάστηκε στο θέατρο το 1897 έγινε αμέσως επιτυχία και από τότε δεν έχει σταματήσει να παίζεται. Η «φρέσκια αντιμετώπιση» του Τζο Ράιτ (σε κάτι που βρίσκεται  πολύ μακριά από την «Πιο σκοτεινή ώρα») μεταφράζεται ως εξής: α) μια διασκευή του έργου σε μιούζικαλ και β) η αντικατάσταση της τεράστιας μύτης του Σιρανό με ένα εξολοκλήρου βραχύσωμο σώμα, του νάνου ηθοποιού Πίτερ Ντίνκλατζ που εδώ τον υποδύεται.

Το πείραμα μέχρι ενός σημείου έχει ενδιαφέρον. Ακριβώς επειδή κυριαρχεί το στοιχείο της έκπληξης  το θέαμα είναι αρκετά ανορθόδοξο και σε παρασύρει. Η αντίστροφη μέτρηση αρχίζει όταν η έκπληξη κάποια στιγμή τελειώνει, οπότε βλέπεις ότι τελικά η ιστορία δεν κυλά και τόσο ευχάριστα και ότι το μόνο που σου κάνει η προσθήκη των (πολλών) τραγουδιών είναι να θες να κοιτάξεις το ρολόι σου για να δεις πότε το τραγούδι επιτέλους θα τελειώσει και η αφήγηση θα συνεχιστεί.

Βαθμολογία: 2

ΑΘΗΝΑ: TOWN CINEMAS – VILLAGE MALL – VILLAGE ΠΑΓΚΡΑΤΙ – ΑΕΛΛΩ – ΣΠΟΡΤΙΝΓΚ – ΑΙΓΛΗ ΧΑΛΑΝΔΡΙ – VILLAGE PENTH – ΝΑΝΑ – ΣΙΝΕ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ – ΕΛΛΗ – ΚΗΦΙΣΙΑ –

ΣΟΦΙΑ ΑΡΓΥΡΟΥΠΟΛΗ – ΓΑΛΑΞΙΑΣ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: ODEON MACEDONIA – ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ –

ΦΑΡΓΚΑΝΗ κ.α.


«Αγελάδα» (Cow, Αγγλία, 2021)

Το πρώτο πράγμα που μπορείς να πεις για την «Αγελάδα» της Αντρέα Αρνολντ, είναι πως πρόκειται για μια ταινία απολύτως πιστή στον τίτλο της. «Πρωταγωνιστεί» όντως μια αγελάδα, την οποία βλέπουμε όπως ακριβώς φανταζόμαστε ότι θα μπορούσε να είναι. Βαριά, αργή, βαρύθυμη, λαίμαργη. Την αρμέγουν, την ποτίζουν, την κλείνουν στο «κελί» της, την βγάζουν έξω.

Η Αντρέα Αρνολντ (στο πρώτο ντοκιμαντέρ της) παρακολουθεί τα δρώμενα με επιμονή και όρεξη. Οσο κοντά στο ζώο βρίσκεται, τόσο αποστασιοποιημένη από αυτό είναι. Δεν καταφέρνει πάντα να αποφύγει την μονοτονία του θέματος και δεν την ενδιαφέρει η επί τούτου «ποιητική διάσταση» όπως ας πούμε είχε συμβεί στην περίπτωση των γουρουνιών της ανάλογης ταινίας  «Gunda» του Βίκτορ Κοσορόφσκι. Είναι όμως μια έντιμη καθαρά ντοκιμαντερίστικη  ματιά πάνω στο συγκεκριμένο ζώο και αυτό από μόνο του, ως στοιχείο το εκτιμάς.

Βαθμολογία: 2 ½

AΘΗΝΑ: ΑΣΤΥ ΘΕΣ/ΚΗ: ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΡΝΕΣ