«Να νικήσουμε την κυβέρνηση της Δεξιάς του κ. Μητσοτάκη για να επιστρέψει η δικαιοσύνη στον τόπο» ήταν μια χαρακτηριστική φράση του Αλέξη Τσίπρα κατά την τριήμερη Πανελλαδική Προγραμματική Συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία που ολοκληρώθηκε την περασμένη Κυριακή με ένα ερώτημα να πλανάται στην ατμόσφαιρα: Quo vadis SYRIZA? Πού πηγαίνει ο ΣΥΡΙΖΑ;

Ηταν μια άκρως ενδιαφέρουσα κομματική διαδικασία που ανέδειξε τα βασικά σημεία της στρατηγικής τής αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά ταυτόχρονα φώτισε και σημεία διαφωνίας και διαφορετικής οπτικής και προσέγγισης. Γιατί μπορεί να είπε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ότι για να νικήσει το κόμμα στις εκλογές πρέπει να κερδίσει τον μεσαίο χώρο, να στρίψει αριστερά για να κερδίσει το Κέντρο, με ριζοσπαστικό, ρεαλιστικό και υλοποιήσιμο πρόγραμμα, αλλά υπάρχει ένα μεγάλο κενό που αφορά την αυτοκριτική.

Η αυτοκριτική και η «κακιά Δεξιά»

Αυτό το κενό ανέδειξε ο πολύπειρος Νίκος Φίλης με την επισήμανσή του ότι η εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αναδεικνύει ένα πρόβλημα φυσιογνωμίας. «Δεν ικανοποιεί η αντιπολιτευτική τακτική μας γιατί παραπέμπει σε έναν ανερμάτιστο πολυσυλλεκτισμό, με αποτέλεσμα να χάνουμε προς πολλές κατευθύνσεις χωρίς να κερδίζουμε σημαντικά από κάπου. Είναι αναγκαίος ο αναστοχασμός για την αριστερή διακυβέρνηση αλλά και για τη διετία της αντιπολίτευσης» είπε και συνέχισε: «Το κείμενο της αυτοκριτικής της ΚΕ που ψηφίσαμε πριν από την πανδημία δεν συζητήθηκε ευρέως».

Εκ των πραγμάτων προκύπτει ζήτημα του αναγκαίου πολιτικού αναστοχασμού, που όμως ούτε και στην Προγραμματική Συνδιάσκεψη ετέθη στο επίκεντρο, καθώς η πλειοψηφία των ομιλιών ήταν στη λογική «η κακιά Δεξιά» και πώς θα πέσει η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Επίσης, ήταν χαρακτηριστικό ότι επί της ουσίας μόλις το 1/3 των μελών συμμετείχε ενεργά, δείγμα ότι κερδίζουν έδαφος οι παθογένειες των κομμάτων εξουσίας, δηλαδή μικρή συμμετοχή σε ιδεολογικές ζυμώσεις και έγνοια μόνο για ψηφοφορίες και εάν πρέπει να μοιραστούν κομματικά οφίτσια.

Ο Λούλης και ο… Καραμανλής

Η αξιωματική αντιπολίτευση επιχείρησε – και αυτό το έκανε και όλη την εβδομάδα που πέρασε και θα είναι ο κεντρικός στόχος από εδώ και πέρα – να περάσει το μήνυμα πως είναι ετοιμοπόλεμη για κάθε ενδεχόμενο και κυρίως για μια εκλογική αναμέτρηση. Οι παρεμβάσεις του κ. Τσίπρα είχαν την ιδιαίτερη σημασία τους, καθώς οριοθέτησαν και το πλαίσιο που βάζει για την πορεία του κόμματος από εδώ και πέρα. Μάλιστα, η αναφορά του για τον μεσαίο χώρο και το Κέντρο θύμισε σε πολλούς τις ιδεολογικές πινελιές του γνωστού επικοινωνιολόγου Γιάννη Λούλη, άλλοτε στενού συνεργάτη του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή.

«Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να κερδίσει αυτό που ονομάζουμε μεσαίο χώρο. Αυτούς που ενδεχομένως (αδόκιμα) να αυτοχαρακτηρίζονται πολίτες του Κέντρου. Αρα, ναι, πρέπει να κερδίσουμε το Κέντρο» ήταν η χαρακτηριστική φράση του πρώην πρωθυπουργού, που επέμεινε, προκαλώντας πολλά ερωτηματικά για το πώς θα γίνει, ότι το Κέντρο δεν κερδίζεται με πολιτικές του μεσαίου χώρου, αλλά με στροφή αριστερά. Βέβαια, για τον κ. Τσίπρα η Προγραμματική Συνδιάσκεψη ήταν μια νέα αρχή για το κόμμα και η εκκίνηση μιας δυναμικής διαδικασίας από εδώ και πέρα, όπου κεντρικό σημείο θα έχει η άμεση επαφή με τους πολίτες.

Μάλιστα επ’ αυτού θα εκπονηθεί από τον γραμματέα του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρη Τζανακόπουλο ένα ευρύτερο οργανωτικό πρόγραμμα περιοδειών και επισκέψεων, καθώς η οδηγία του κ. Τσίπρα είναι σαφής: «Να νικήσουμε στους δρόμους, στις γειτονιές, στους χώρους δουλειάς, παντού μέσα στην κοινωνία την πιο ακραία αντιλαϊκή και σκληρά συντηρητική κυβερνητική πολιτική».

Το αφήγημα και το ενάμισι κόμμα

Το σοβαρό ζήτημα του πειστικού αφηγήματος έθεσε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος και πρώην υπουργός Ευκλείδης Τσακαλώτος, με πολλούς να συμφωνούν στη διαπίστωση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ πρέπει να συγκροτήσει άμεσα πειστικό αφήγημα, ένα πειστικό story. Στον απόηχο της πρόσφατης αρθρογραφίας του Αντώνη Λιάκου και της Μυρσίνης Ζορμπά για τη στρατηγική της ΝΔ και το επιτελικό κράτος που «τάραξε τα νερά», ο κ. Τσακαλώτος σημείωσε, σε αντίθεση με τη ρηχή ιδεολογική ανάλυση πολλών «προεδρικών», για το τι είναι πραγματικά η ΝΔ και τι θέλει να κάνει: «Η ΝΔ κάνει πολύ σημαντική ιδεολογική δουλειά. Αναδιαμορφώνει τον αστικό χώρο και έχει ιδεολογικές αιχμές. Δεν είναι μόνο η λίστα Πέτσα. Είναι και αυτά. Το πρόγραμμά μας μπορεί να κάνει αντίστοιχα την ίδια δουλειά».

Ο κ. Τσακαλώτος ζήτησε να γίνει αυτοκριτική, όπως και ο κ. Φίλης, που προχώρησε και ένα βήμα πιο πέρα λέγοντας γιατί δεν εισπράττει από τη δυσαρέσκεια ο ΣΥΡΙΖΑ. «Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εισπράττει, αντιθέτως φαίνεται στις δημοσκοπήσεις να έχει τάσεις υποχώρησης. Μπροστά μας είναι ο κίνδυνος να έχουμε 1,5 κόμμα: ένα κυβερνητικό και μισό, αιώνια αντιπολίτευση» ήταν το ηχηρό καμπανάκι.

Πρώτος εδώ και έναν και πλέον χρόνο είχε μιλήσει για τον κίνδυνο του 1,5 κόμματος ο πολύπειρος Γιάννης Δραγασάκης, που σημείωσε ότι οι προκλήσεις της νέας εποχής απαιτούν τη συμπαράταξη σύμπασας της Αριστεράς, αν όχι σε όλους, έστω σε κάποιους κρίσιμους κοινούς στόχους.

Ο κ. Δραγασάκης, που προτάσσει το ευρύτερο προοδευτικό μέτωπο, εξηγεί ότι όταν μιλά για σύμπασα την Αριστερά αναφέρεται στην Αριστερά η οποία ξεκινά από τη ριζοσπαστική Αριστερά, την οικολογική Αριστερά, την κομμουνιστική Αριστερά και φτάνει μέχρι τις διάφορες εκδοχές της μεταρρυθμιστικής Αριστεράς, τη σοσιαλδημοκρατία, τα παλιά και τα νέα κοινωνικά κινήματα, τα κινήματα αμφισβήτησης. Το επείγον για τον ίδιο, που είναι και θέμα αξιοπιστίας, αφορά την ανάγκη να γεφυρωθεί, όπως είπε, η κομματική πραγματικότητα με την κοινή θέληση για ένα σύγχρονο, μαζικό, αριστερό κόμμα των μελών.

Σύγκρουση με ένα καθεστώς

Βαρύνουσας σημασίας ήταν η παρέμβαση του Νίκου Βούτση (χθες ήταν ο βασικός ομιλητής σε συμπόσιο μνήμης για τον Γιάννη Μπανιά στους Μελισσουργούς Αρτας, παρουσία πολλών κεντρικών στελεχών, όπως ο Νίκος Φίλης, ο Θοδωρής Δρίτσας, ο Αλέκος Φλαμπουράρης κ.ά.), που μίλησε για τη σύγκρουση όχι απλά με μια πολιτική δύναμη, αλλά με ένα καθεστώς. «Θα πρέπει να διαμορφώσουμε και να υπηρετήσουμε ακόμα πιο συστηματικά το κατάλληλο πολιτικό σχέδιο που θα μετουσιώσει τις λαϊκές ανάγκες σε ένα νικηφόρο πολιτικό και κοινωνικό ρεύμα» είπε και υποστήριξε την ανάγκη σαφούς και δεσμευτικής αναφοράς από τώρα για το εύρος των πολιτικών δυνάμεων μέσα και έξω από τη Βουλή όλου του αριστερού δημοκρατικού και οικολογικού φάσματος.

«Κόμμα, όχι λέσχη προβληματισμού»

Ο Δημήτρης Βίτσας ανέφερε ότι λόγω της  απλής αναλογικής χρειάζεται να περιγραφούν σύντομα οι πολιτικές συμμαχίες πάνω στο ερώτημα «Να φύγει ή όχι η κυβέρνηση της ΝΔ;». Η γραμματέας της ΚΟ Ολγα Γεροβασίλη ζήτησε ξεκάθαρες στοχεύσεις. «Θέλουμε το κόμμα που έχει ανάγκη η κοινωνία, όχι μια λέσχη προβληματισμού. Δεν πρέπει να μείνουν άστεγοι προοδευτικοί, δημοκράτες, ακόμα και κεντροδεξιοί πολίτες που απορρίπτουν τον Μητσοτάκη» είπε και ο Νίκος Παππάς σημείωσε: «Το ερώτημα είναι τι κόμμα έχει ανάγκη η κοινωνία να φτιάξουμε, όχι τι κόμμα θέλουμε εμείς».

Σύμφωνα με τον Αντώνη Κοτσακά, χρειάζεται σύνθεση: και με το ριζοσπαστισμό και τα κινήματα και με τα μεσαία στρώματα. «Για να κερδίσεις την κρίσιμη πολιτική μάχη, βασική προϋπόθεση είναι να νικήσεις στη μάχη των ιδεών» τόνισε ο Αλέξης Χαρίτσης, ενώ η Εφη Αχτσιόγλου σημείωσε: «Είμαστε ένα εργατικό, νεολαιίστικο, κινηματικό κόμμα. Επιχειρούμε κοινωνική συμμαχία με τα μεσοστρώματα, ώστε να παγιωθεί μια πλειοψηφία της Αριστεράς στην κοινωνία. Αυτό το άγχος πρέπει να το αντιμετωπίσουμε ηγεμονικά, χωρίς αμφιβολίες, χωρίς συμπλέγματα. Με εμπιστοσύνη στις θέσεις μας, στα χαρακτηριστικά μας και στην ταυτότητά μας».

«Κανείς δεν είναι ικανοποιημένος από την απήχηση του κόμματος»

Το ζήτημα της απήχησης του ΣΥΡΙΖΑ έθεσε με ένταση ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος και πρώην γραμματέας Πάνος Σκουρλέτης που μίλησε για την ανάγκη – εκκρεμότητα είπε – να διεξαχθεί το συνέδριο και να γίνει θελκτικό το κόμμα. «Κανείς δεν είναι ικανοποιημένος από τη σημερινή απήχηση του κόμματός μας. Οχι μόνο δημοσκοπικά» είπε και σε αντίθεση με τη γραμμή των «προεδρικών» έδειξε άλλη στρατηγική. «Με απλή αναλογική η επίκληση συμμαχιών δεν είναι γενική και αόριστη αναφορά. Πρέπει να ονοματίζονται, να αναδεικνύονται προγραμματικές προϋποθέσεις ώστε να γίνονται αξιόπιστες» τόνισε.

Επιμένουν για εκλογικό αιφνιδιασμό

H ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ εκτιμά ότι με βάση και τις τελευταίες κινήσεις της κυβέρνησης, όπως το «πάγωμα» των μνημονίων συνεργασίας Ελλάδας – Βόρειας Μακεδονίας που απορρέουν από τη Συμφωνία των Πρεσπών και του Ασφαλιστικού και ειδικά των αλλαγών στην επικουρική ασφάλιση, δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει εκλογικό αιφνιδιασμό νωρίς το φθινόπωρο, αν και η πανδημία και η μετάλλαξη Δέλτα είναι δυνατόν να ανατρέψουν κάθε σχεδιασμό. Πάντως, από εδώ και πέρα η αιχμή του κ. Τσίπρα και γενικά του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι η δικαιοσύνη και γι’ αυτό προτάχθηκε η φράση: «Μπορούμε με σημαία τη δικαιοσύνη και στήριγμα την κοινωνική πλειοψηφία να νικήσουμε».
Ο πρώην πρωθυπουργός, εκτός από την αναφορά στον μεσαίο χώρο και το Κέντρο, μιλά πλέον για την ανάγκη ισχυρής προοδευτικής διακυβέρνησης και επενδύει στην απλή αναλογική των προσεχών εκλογών, αλλά το ερωτηματικό είναι με ποιους θα γίνει αυτή, όταν τόσο το Κίνημα Αλλαγής όσο και το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ25 είναι αρνητικοί για συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Επίσης, μια εκλογική αναμέτρηση αμέσως μετά με ενισχυμένη αναλογική αναμένεται να αλλάξει πλήρως τους πολιτικούς συσχετισμούς, με ό,τι αυτό σημαίνει.

Τι θα γίνει με το συνέδριο
Το ζήτημα που τίθεται από πολλούς είναι πώς και πού βαδίζει προγραμματικά ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, καθώς ο Γιώργος Σταθάκης, υπεύθυνος για το πρόγραμμα, έθεσε το πλαίσιο με την ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ομιλία του, αλλά από εκεί και πέρα υπάρχουν αρκετά που πρέπει να συζητηθούν. Κυρίως τίθεται το θέμα ότι πρέπει τα κείμενα τόσο του Προγράμματος όσο και της Πολιτικής Απόφασης να εμπλουτιστούν στον δρόμο προς το συνέδριο, όπως το έθεσε και ο κ. Φίλης. Τι θα γίνει όμως με το συνέδριο; Πολλοί υποστηρίζουν ότι η Προγραμματική Συνδιάσκεψη ήταν μια καλή άσκηση που έδειξε ότι μπορεί να γίνει συνέδριο, εάν υπάρχουν ακόμα αυστηροί περιορισμοί λόγω της πανδημίας, έστω και με υβριδικό τρόπο, δηλαδή και με φυσική παρουσία και διαδικτυακά. Υπάρχει όμως ισχυρός αντίλογος – κυρίως από την «Ομπρέλα» – ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει και πρέπει να έχουν τα μέλη και οι σύνεδροι φυσική παρουσία.

«Quo vadis, SYRIZA?»

Το θέμα της αυτοκριτικής ετέθη και συνδέεται με το ερώτημα «Quo vadis, SYRIZA?». Αν και υπάρχει στην αξιωματική αντιπολίτευση το πληρέστερο πολιτικό κείμενο απολογισμού που συνέγραψαν οι κ.κ. Θοδωρής Δρίτσας, Αριστείδης Μπαλτάς και Γιάννης Δραγασάκης, αυτό δεν έχει τύχει της προσοχής που έπρεπε και της αναγκαίας συζήτησης. Ο κ. Δρίτσας με την ομιλία του έβαλε και μια διαφορετική οπτική, λέγοντας ότι «η στρατηγική της Δεξιάς, για να ανατραπεί, απαιτεί αξιόπιστη εναλλακτική και στρατηγική από την Αριστερά, δεν αρκεί η αποδόμηση» και επέμεινε στην ανάγκη της δημιουργίας πολιτικού και κοινωνικού μετώπου, ενώ μίλησε και για το συλλογικό κόμμα. Ο Νίκος Μπίστης τάχθηκε υπέρ ολοκληρωμένης και έγκαιρα διατυπωμένης πολιτικής των συμμαχιών, καθώς «ενισχύει και δεν αποδυναμώνει την εκλογική προσπάθεια του κόμματος».