«Η οικονομία έχει ήδη δεχτεί βαρύτατο πλήγμα καθώς η κυβέρνηση, χωρίς σχέδιο κάνει «πολύ λίγα, πολύ αργά» για να μετριάσει τις επιπτώσεις» τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας μιλώντας στην τηλεδιάσκεψη του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου και κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι χρησιμοποιεί την κρίση ως ευκαιρία για την πλήρη απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, ενώ η πολιτική της οδηγεί σε αύξηση της ανεργίας και νέα λουκέτα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

«Το μεγάλο θέμα είναι ότι στην Ελλάδα η κόπωση της κοινωνίας από την δεκαετία που μόλις διανύσαμε, δε συγκρίνεται με την αντίστοιχη άλλων χωρών που και αυτές αντιμετωπίζουν τις οικονομικές συνέπειες της πανδημίας. Επιχειρήσεις και εργαζόμενοι, με το που ανάσαναν βυθίζονται ξανά. Επιχειρήσεις που δεν θα καταφέρουν να επιβιώσουν αυτής της κρίσης δεν θα ξανανοίξουν ποτέ, ενώ το ιδιωτικό χρέος των νοικοκυριών ήδη αυξάνεται και πάλι επικίνδυνα» επεσήμανε ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία που σημείωσε και για τα μέτρα στήριξης που έλαβε η Ευρωπαϊκή Ένωση, ότι «η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει περισσότερους πόρους και περισσότερα όπλα από οποιαδήποτε άλλη ελληνική κυβέρνηση στο πρόσφατο παρελθόν, για να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση, αλλά το πρόβλημα είναι ότι μέχρι στιγμής, δυστυχώς, δεν βλέπουμε να το κάνει».

Πακέτο άμεσων παρεμβάσεων

Ο πρώην Πρωθυπουργός υποστήριξε ότι το κόμμα του πρότεινε ένα γενναίο πακέτο άμεσων εμπροσθοβαρών δημόσιων παρεμβάσεων προκειμένου να κρατηθούν όρθιες οι επιχειρήσεις και να στηριχθεί το εισόδημα των νοικοκυριών. «Η λογική των προτάσεων μας στηρίζεται στην ταυτόχρονη ενίσχυση της ζήτησης – δηλαδή του εισοδήματος των εργαζομένων, των αυτοαπασχολούμενων και της δυνατότητάς τους να καταναλώνουν –αλλά και της προσφοράς, μέσω της στήριξης των επιχειρήσεων και της παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών» είπε.

Παράλληλα, σημείωσε ότι η αξιωματική αντιπολίτευση πρότεινε την καθιέρωση ενός εισοδήματος έκτακτης ανάγκης προκειμένου να καλυφθούν όλοι εκείνοι οι πολίτες σε κλάδους όπως ο τουρισμός που έμειναν χωρίς έσοδα.

Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στην ανάγκη να υπάρξει ένα νέο παραγωγικό μοντέλο με τη φράση: «Παρουσιάζεται μια μεγάλη ευκαιρία για να αλλάξει ουσιαστικά σελίδα η χώρα καθώς έχουμε στη διάθεσή μας τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και του νέου ΕΣΠΑ, που είναι σημαντικοί. Το νέο μοντέλο ανάπτυξης για τη χώρα μας πρέπει να χαρακτηρίζεται από μια στροφή στην ποιότητα, στα προϊόντα και στις υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας».

Σύμφωνα με τον Αλ. Τσίπρα η Ελλάδα δεν μπορεί και δεν πρέπει να ανταγωνιστεί άλλες χώρες στη βάση μείωσης του κόστους εργασίας, αλλά στη βάση της αύξησης της παραγωγικότητας, ενσωματώνοντας τη συλλογική γνώση, τις αυξημένες ικανότητες του ανθρώπινου δυναμικού και την καινοτομία.

Δίκαιη ανάπτυξη

Στο σημείο αυτό ανέφερε ότι οφείλει η Ελλάδα να αξιοποιήσει τη δυναμική και τα προσόντα της νέας γενιάς. «Η ανάπτυξη πρέπει να είναι συμπεριληπτική και δίκαιη, πρέπει να αξιοποιεί το υψηλά καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό και να ενισχύει τις συνέργειες και τις προσπάθειες που ενώνουν παραγωγικές δυνάμεις, τομείς και κλάδους. Όπως για παράδειγμα – και έχουμε αρκετά τέτοια – η συνεργασία αγροδιατροφής και τουρισμού. Η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση αποτελούν πρώτη προτεραιότητα. Αποτελούν αναπτυξιακές ευκαιρίες για τη χώρα μας, αρκεί να αποφύγουμε τον μεγάλο κίνδυνο που ενέχουν αυτές οι μεταβάσεις, που είναι η περεταίρω αύξηση των ανισοτήτων. Προτεραιότητά μας επίσης είναι η ενίσχυση παραγωγικών επενδύσεων στη βιομηχανία και τη μεταποίηση. Η στροφή στη βιομηχανία είναι ζωτικής σημασίας για μια διατηρήσιμη ανάπτυξη» τόνισε.

Ακόμη σημείωσε ότι για το κόμμα του η στήριξη ενός σύγχρονου κοινωνικού κράτους με ενίσχυση των υποδομών του, η στήριξη και προστασία του περιβάλλοντος, η ολοκλήρωση του χωρικού σχεδιασμού καθώς και οι υποδομές πολιτικής προστασίας, αποτελούν κορυφαίες προτεραιότητες.

Ο Αλ. Τσίπρας μίλησε για ανάπτυξη δίκαιη σε μια κοινωνία με αρχές, όπως η προστασία της εργασίας, η διαρκής αναβάθμιση της δημόσιας παιδείας και η επένδυση και αναβάθμιση του Εθνικού Συστήματος Υγείας. «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ανάκαμψη είναι μια πολύ δύσκολη εξίσωση. Δεν είναι όμως άλυτη. Χρειαζόμαστε σταθερές: Ένα συνεκτικό σχέδιο, αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων με διαφάνεια και αποτελεσματικότητα, ενεργοποίηση των παραγωγικών δυνάμεων, επένδυση στα στρατηγικά πλεονεκτήματα της οικονομίας μας» ανέφερε.

Ενίσχυση των οικονομικών σχέσεων με ΗΠΑ

Για τον πρώην Πρωθυπουργό η προσπάθεια αυτή έχει ως κεντρικό πυλώνα και την ενίσχυση των ελληνοαμερικανικών οικονομικών σχέσεων. Μάλιστα σημείωσε ότι ο νεοκλεγείς Πρόεδρος Μπάιντεν έχει, όντως, αποδείξει επί δεκαετίες ότι αποτελεί φίλο της χώρας μας και γνώστη των εξελίξεων στην περιοχή μας.

«Από την αρχή της πολιτικής του καριέρας ήταν κοντά στο ελληνικό στοιχείο αλλά και ιδιαίτερα τη περίοδο της οικονομικής κρίσης ως Αντιπρόεδρος είχε χρεωθεί από τον τότε πρόεδρο Ομπάμα τη στενή παρακολούθηση των εξελίξεων και εγώ ως πρωθυπουργός είχα τότε μια πολύ τακτική επικοινωνία μαζί του» είπε και συμπλήρωσε: «Η πολύτιμη αυτή παρακαταθήκη πιστεύω να παίξει ένα θετικό για τη χώρα μας ρόλο, την επόμενη περίοδο ευρύτερων ανακατατάξεων».

Στο σημείο αυτό όμως επεσήμανε ότι η Ελλάδα, όσο, πρέπει να παρέμβει ενεργά στον καθορισμό των εξελίξεων που την αφορούν μέσω μιας ενεργητικής, πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής και έναν ειλικρινή, δυναμικό και ουσιαστικό διάλογο με τις ΗΠΑ.

Ο ρόλος της Ελληνοαμερικανικής ομογένειας

«Η ανεκτίμητη σημασία της Ελληνοαμερικανικής ομογένειας ως γέφυρα μεταξύ των χωρών μας, ο πολύτιμος διμερής στρατηγικός μας διάλογος, το σχήμα 3+1 που καθιερώθηκε μαζί με την Κύπρο και το Ισραήλ, το EastMed Act που άνοιξε την πόρτα για άρση του εμπάργκο όπλων στην Κύπρο, οι συνομιλίες για αναθεώρηση της Συμφωνίας Αμυντικής Συνεργασίας με τις ΗΠΑ σε σχέση με διευκολύνσεις σε ελληνικές εγκαταστάσεις και η συνεργασία μας στην αμυντική βιομηχανία, η ανάδειξη του ρόλου της Θεσσαλονίκης σε κόμβο ελληνοαμερικανικής συνεργασίας στη ΔΕΘ του 2018 μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών, αποτελούν πολύτιμη παρακαταθήκη για την προώθηση αυτής της προσπάθειας» είπε μεταξύ άλλων.

Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στην προάσπιση του διεθνούς δικαίου στην Ανατολική Μεσόγειο με προσφυγή στην Χάγη για την υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ και η δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού στη βάση των Αποφάσεων του ΟΗΕ, χωρίς εγγυήσεις και κατοχικά στρατεύματα, αποτελούν κεντρικό διακύβευμα για την περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα. «Και πρέπει να καταστήσει σαφές ότι θα προασπίσει αποφασιστικά την κυριαρχία και τα κυριαρχικά της δικαιώματα απέναντι σε κάθε απειλή» είπε και συνέχισε: «Αν δεν το καταφέρει, και εγκλωβιστεί σε μια παθητική, μονοδιάστατη πολιτική συμμόρφωσης με τις στρατηγικές επιλογές τρίτων – χωρίς όραμα, χωρίς εθνική στρατηγική – τότε φοβάμαι ότι οι εξελίξεις δε θα είναι θετικές για τη χώρα μας. Διότι θα καταστεί αδύνατη η προάσπιση των συμφερόντων και των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, σε μια εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο, όπως αυτή που θα ακολουθήσει».