Οταν η Χάνα Αρεντ πέθανε, τον Δεκέμβριο του 1975, ήταν γνωστή κυρίως λόγω της διαμάχης σχετικά με τις απόψεις της ως ανταποκρίτριας του περιοδικού «New Yorker», στη δίκη του Αντολφ Αϊχμαν, στην Ιερουσαλήμ. Ο Αϊχμαν ήταν ένας ναζί ανώτερος δημόσιος υπάλληλος που εξασφάλιζε τον εφοδιαστικό συντονισμό της Shoah. Tο Ισραήλ τον δίκασε και καταδίκασε σε θάνατο το 1961. Η Αρεντ έμεινε γνωστή για τη μνημειώδη φράση της «η μπαναλιτέ του κακού».

Σύμφωνα με την άποψή της, η στερεότυπη κοινωνική άποψη ότι τα εγκλήματα στην καθημερινότητα ή στην Ιστορία γίνονται από διεστραμμένα μυαλά είναι λάθος, γιατί δεν μας επιτρέπει να ξεριζώσουμε τα πραγματικά αίτια, αφού το κακό πολλές φορές γεννιέται μέσα από την αδράνεια του ανθρώπου και τη μη αμφισβήτηση του πολίτη απέναντι στο σύστημα.

Οι ανταποκρίσεις της χρησιμοποιήθηκαν ως βάση για τη μελέτη του 1963 με τον τίτλο: «Ο Αϊχμαν στην Ιερουσαλήμ». Ενας σχετικά ολιγάριθμος κύκλος θαυμαστών και κριτικών στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Γερμανία γνώριζε τα υπόλοιπα έργα της, ωστόσο δεν είχε κάποια μεγάλη φήμη ως σημαντική πολιτικός στοχαστής. Εδώ και πολλές δεκαετίες όμως οι ειδικοί τη συμπεριλαμβάνουν μεταξύ των περισσότερο επιδραστικών θεωρητικών της πολιτικής νεωτερικότητας.

Αν και Εβραία και παραλίγο θύμα του Ολοκαυτώματος, η Αρεντ δεν απεμπόλησε ποτέ τη φιλοσοφική της οπτική και έγραφε αντικειμενικά, διατηρώντας μια μοναδική απόσταση από ένα από τα μεγαλύτερα δράματα της ανθρωπότητας. «Εκανα απλά αυτό που ήθελα να κάνω» είπε το 1964 στην περιβόητη συνέντευξή της στον Γκίντερ Γκάους, για το δεύτερο κανάλι της γερμανικής τηλεόρασης —μια θρυλική συνέντευξη που δεν πρέπει να χάσει κανείς και η οποία είναι διαθέσιμη στο YouTube. (https://www.youtube.com/watch?v=J9SyTEUi6Kw).

Η Αρεντ υποστήριξε ότι ο Αϊχμαν δεν είναι «ένα τέρας», αλλά «ένας κλόουν». Είναι ένας ειδικός που μιλά με κλισέ και επαναλαμβάνει έτοιμες φόρμουλες. Ενας νέου τύπου εγκληματίας. Ποτέ δεν σκέφτεται από μόνος του. Είναι «αποκρουστικά βλάκας». Αλλωστε η ίδια θα πει «Το κακό μπορεί να κατακυριεύσει τα πάντα και να σαρώσει ολόκληρο τον κόσμο, ακριβώς επειδή διασπείρεται σαν μύκητας… Εκεί έγκειται η ρηχότητά του».

Ομως δεν είναι μόνον η υπόθεση Αϊχμαν που είναι συνώνυμη με την Αρεντ. Πρόσφατα, οι συζητήσεις και οι αναφορές στο όνομά της άρχισαν να διαδίδονται με γοργούς ρυθμούς στα κοινωνικά μέσα ενημέρωσης. Γιατί άραγε αυτό το αυξανόμενο ενδιαφέρον για το έργο της; Η Αρεντ έχει μια αξιοθαύμαστη σφαιρική αντιληπτικότητα για μερικά από τα βαθύτερα προβλήματα, τις αντιφάσεις και τις επικίνδυνες τάσεις στη σύγχρονη πολιτική ζωή. Οι τάσεις αυτές μάλιστα τείνουν να γίνονται όλο πιο έντονες και πιο επικίνδυνες ειδικά σήμερα. Οταν η Αρεντ μιλά για «σκοτεινούς χρόνους», δεν αναφέρεται αποκλειστικά στις φρίκες του ολοκληρωτισμού του εικοστού αιώνα. Λέει: «Η λειτουργία του δημόσιου χώρου είναι να ρίχνει φως στις υποθέσεις των ανθρώπων, παρέχοντας έναν χώρο πράξεων και διαλόγου. Οταν όμως αυτό το φως, αυτός ο χώρος σβήνει από «κενά αξιοπιστίας» και «αόρατη κυβέρνηση», με μια «γλώσσα» που δεν αποκαλύπτει τι είναι, τότε φτάνει το σκοτάδι. Η νέα τάξη σαρώνει την αλήθεια κάτω από το χαλί, με προτροπές, ηθικές και άλλες παλαιωμένες αλήθειες, με το πρόσχημα της διατήρησης μιας ιστορικής και αδιατάρακτης παράδοσης, οι οποίες υποβαθμίζουν την αενάως μεταβαλλόμενη και επανακρινόμενη αλήθεια του κόσμου σε άνευ σημασίας «παγωμένη» κοινοτοπία».

Η Αρεντ υπήρξε περιστασιακά ερωμένη του περίφημου φιλοσόφου Μάρτιν Χάιντεγκερ με τον οποίο είχαν ένα σύντομο ειδύλλιο. Στο πρόσφατο, έξοχο βιβλίο «Μαύρες Διαθήκες» (εκδ. Κίχλη), ο Νικήτας Σινιόσογλου μιλάει για τα ημερολόγια του αμφιλεγόμενου φιλοσόφου, θεωρητικού του Γ’ Ράιχ: «Ελευθέρα σκέφτεται όποιος μηδενίζει τις υπάρχουσες δομές. Ο ορίζοντάς τους είναι πύρινος, αλλά πολύ στενός». Ο «Μυστικισμός του πολέμου», όπως σημειώνει ο Ουόλτερ Μπένγιαμιν αναφερόμενος στον Χάιντεγκερ είναι απολύτως πραγματικός. Αλλος βέβαια ο πόλεμος στα μέσα του 20ού αιώνα και άλλες οι συρράξεις στην εξέλιξη του 21ου, αλλά η ρίζα, το νήμα του κακού, η εσωτερική μόλυνση, ο Αντι-Διαφωτισμός, η διατήρηση της βάρβαρης ποιότητας του εθνικοσοσιαλισμού (!) είναι σκέψεις που μας οδηγούν σε μαύρες ιδέες και σε μαύρες εικόνες.

Στο βιβλίο της «The Origins of Totalitarianism», η Αρεντ ισχυρίζεται ότι η έλλειψη πατρίδας είναι «το νεότερο μαζικό φαινόμενο στη σύγχρονη ιστορία και η ύπαρξη ενός συνεχώς αυξανόμενου νέου πληθυσμού αποτελούμενου από απάτριδες είναι η πιο χαρακτηριστική ομάδα στη σύγχρονη πολιτική». Το φαινόμενο αυτό της μαζικής ανισότητας «δύσκολα μπορεί να εξηγηθεί από έναν και μόνο παράγοντα αλλά εάν εξετάσουμε τις διαφορετικές ομάδες μεταξύ των απάτριδων φαίνεται ότι κάθε μείζον πολιτικό γεγονός από το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου προσέθεσε αναπόφευκτα μια νέα κατηγορία εκείνων που ζούσαν έξω από το πλαίσιο του νόμου.

Oταν η Αρεντ έγραψε το βιβλίο αυτό στα τέλη της δεκαετίας του 1940, δεν μπορούσε να προβλέψει πόσο σημαντικές είναι οι παρατηρήσεις της κατά τη δεύτερη δεκαετία του εικοστού πρώτου αιώνα. Σχεδόν κάθε σημαντικό πολιτικό γεγονός κατά τα τελευταία εκατό χρόνια έχει οδηγήσει στον πολλαπλασιασμό νέων κατηγοριών προσφύγων. Φαίνεται ότι δεν υπάρχει κανένα τέλος στην αύξηση του αριθμού και των κατηγοριών τους. Υπάρχουν σήμερα εκατομμύρια άνθρωποι σε στρατόπεδα προσφύγων με λίγη ελπίδα ότι θα μπορέσουν να επιστρέψουν στα σπίτια τους ή να βρουν ποτέ ένα νέο σπίτι. Η Αρεντ ήταν ένας από τους πρώτους σημαντικούς πολιτικούς στοχαστές που προειδοποίησαν ότι ο συνεχώς αυξανόμενος αριθμός απάτριδων και προσφύγων θα αποτελούσε την «πιο χαρακτηριστική» ομάδα της σύγχρονης πολιτικής. Διερεύνησε ακόμη πιο βαθιά την καταστροφή των απάτριδων οι οποίοι αναγκάζονται να φύγουν από τις χώρες τους και δεν μπορούν να βρουν άλλο καταφύγιο.

Κατά την Αρεντ, ο Ολοκληρωτισμός δεν αφορά αποκλειστικά τον γερμανικό λαό και τις συνθήκες που επικράτησαν μετά τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Πρόκειται για έναν κίνδυνο που φωλιάζει στα σπλάχνα του ελαύνοντος καπιταλισμού και της παγκοσμιοποίησης. Τα ολοκληρωτικά συστήματα απειλούν να στραφούν απέναντι στο κομμάτι εκείνο της ανθρωπότητας που θα υποφέρει περισσότερο, στους μετανάστες και στους ανέργους. Τα νέα θύματα θα είναι οι μη παραγωγικοί πολίτες, οι παρίες μιας κοινωνίας που δεν συμμορφώνονται στον αμείλικτο νόμο της αγοράς.

Η Χάνα Αρεντ ήταν σκεπτική ως προς τις εκκλήσεις για αφηρημένα ανθρώπινα δικαιώματα, γιατί αποδεικνύονται άσχετα αν δεν υπάρχουν αποτελεσματικοί θεσμοί για την εξασφάλιση και την προστασία τους. Το πιο θεμελιώδες δικαίωμα είναι το «δικαίωμα στην κατοχή δικαιωμάτων» – το δικαίωμα του ανήκειν σε μια κοινότητα, όπου οι άνθρωποι μπορούν να ενεργούν και να εκφράζουν απόψεις όπου υπάρχει σαφής εγγύηση για νομική προστασία. Υποστηρίζει επίσης ότι η απώλεια μιας τέτοιας κοινότητας έχει ως συνέπεια την απέλαση ενός λαού από την ίδια την ανθρωπότητα. Οι τρομακτικές συνέπειες της συστηματικής στέρησης των ανθρώπων από το «δικαίωμα στην κατοχή δικαιωμάτων» οδηγεί αυτόματα στον ολοκληρωτισμό. Λες και μιλάει για τις μέρες μας, όπου οι πρόσφυγες, οι μετανάστες και οι άνεργοι πολλαπλασιάζονται και σε χώρες όπως η Ιταλία, η Γαλλία (Λεπέν), η Ουγγαρία, η Τσεχία κ.ά. αναπτύσσεται μια ρατσιστική αντιευρωπαϊκή ακροδεξιά με λαϊκιστικό προσωπείο, όπου τα ανθρώπινα δικαιώματα παραβιάζονται σε ευρύτερη κλίμακα, κι ένα μαύρο σύννεφο μοιάζει να σκιάζει τη Γηραιά Απειρο.

Ο κ. Αλέξης Σταμάτης είναι συγγραφέας.