Το 20% της καταθετικής τους βάσης απώλεσαν μετά την προκήρυξη των εκλογών τον περασμένο Δεκέμβριο οι ελληνικές τράπεζες, με τις εκροές να διαμορφώνονται τους πέντες μήνες μέχρι και το τέλος Απριλίου στα 35,1 δισ. ευρώ.

Πλέον, τα υπόλοιπα που διατηρεί δημόσιος και ιδιωτικός τομέας στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα έχουν υποχωρήσει στα 142,74 δισ. ευρώ, στο χαμηλότερο επίπεδο που καταγράφεται από το Νοέμβριο του 2004.

Οι αποταμιεύσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων έχουν μειωθεί το διάστημα από το Νοέμβριο του 2014 έως και το τέλος του περασμένου μήνα κατά 30,64 δισ. ευρώ, στα 133,65 δισ. ευρώ, για πρώτη φορά μετά από 10 και πλέον χρόνια (127 μήνες).

Τον Απρίλιο λόγω της αύξησης της αβεβαιότητας, καθώς έληγε ο χρόνος για μία ενδιάμεση συμφωνία που έπρεπε να είχε κλείσει βάση της απόφασης του Eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου, οι εκροές επιταχύνθηκαν.

Συνολικά το σύστημα έχασε καταθέσεις 6,29 δισ. ευρώ, από τα οποία τα 1,39 δισ. ευρώ προήλθαν από μεταφορές κεφαλαίων στην Τράπεζα της Ελλάδος από δημόσιους φορείς, τα 1,15 δισ. ευρώ από ιδιωτικές επιχειρήσεις και τα 3,49 δισ. ευρώ από φυσικά πρόσωπα.


Η φύση των εκροών

Πρόκειται για το μόνο στοιχείο που δημιουργεί αισιοδοξία ότι εάν ομαλοποιηθεί η κατάσταση, θα υπάρξει γρήγορη επιστροφή καταθέσεων, καθώς εκτιμάται ότι το μεγαλύτερομέρος των χρημάτων που έχουν φύγει βρίσκονται σε θυρίδες και άλλες προσωπικές κρυψώνες.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε η Τράπεζα Πειραιώς στους αναλυτές με αφορμή την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του α΄ τριμήνου, προκύπτει ότι η πλειονότητα των αναλήψεων έγινε σε φυσική μορφή.

Συγκεκριμένα, τους πρώτους τρεις μήνες του 2015, μόνο το 10% των εκροών κατευθύνθηκε με εμβάσματα σε λογαριασμούς στο εξωτερικό.

Από την άλλη πλευρά, το 38% των αναλήψεων έγινε σε φυσική μορφή, δηλαδή βρίσκεται εντός της χώρας κάπου κρυμμένο, ενώ το 15% μετατράπηκε σε επενδυτικά χρεόγραφα, όπως αμοιβαία κεφάλαια.

Ένα 16% χρησιμοποιήθηκε για την πληρωμή φόρων και για κατανάλωση, ενώ το 18% αναλήφθηκε από το Δημόσιο.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας Πειραιώς, ποσοστό μεγαλύτερο του 80% των εκροών του ιδιωτικού τομέα παρέμεινε στη χώρα, υπό τη μορφή χαρτονομισμάτων ή βραχυπρόθεσμων επενδύσεων.

Το γεγονός αυτό δημιουργεί αισιοδοξία ότι εάν βελτιωθεί η εμπιστοσύνη, μετά από μία συμφωνία κυβέρνησης δανειστών, είναι δυνατή η γρήγορη ανάκαμψη των υπολοίπων των καταθέσεων.

Είτε για λόγους ασφαλείας ή λόγω κόστους ευκαιρίας λόγωαπώλειας εισοδημάτων μέσω των τόκων, εκτιμάται ότι μεγάλος μέρος των αποταμιεύσεων φυσικών προσώπων θα ξανατοποθετηθεί σε τραπεζικούς λογαριασμούς, εάν διαφανεί ότι η χώρα αποφεύγει τη χρεοκοπία.