Τον τελευταίο καιρό έχω διαπιστώσει ότι η σύζυγός μου και η κόρη μου νομίζουν ότι γερνάω και γίνομαι ολοένα πιο συντηρητικός. Επρεπε, λοιπόν, να αποκαταστήσω τη φήμη μου και δεν βρήκα καλύτερο τρόπο από το να τις μυήσω στην κουζίνα του ανατρεπτικότερου σεφ των τελευταίων ετών, του Ηλία Σκουλά. Ετσι, ένα σούρουπο βρεθήκαμε οι τρεις μας στη Γλυφάδα, στο Food Mafia, που γέμιζε εκείνη την ώρα από παρέες κάθε ηλικίας.

Το εστιατόριο, με καθαρές αρχιτεκτονικές γραμμές και μίνιμαλ αισθητική, ανοίγει την τζαμαρία και ενώνεται με τη βεράντα στην οποία και καθήσαμε. Οι κυρίες κοιτάζοντας προς το πάρκο απέναντι και εγώ κοιτάζοντας το ενημερωμένο μπαρ που καταλαμβάνει όλο τον αριστερό τοίχο. Εκεί είναι εγκατεστημένος και ο dj, η μουσική του οποίου μάς έβαλε αμέσως στο κλίμα. Ποιο κλίμα; Στο κοσμοπόλιταν κλίμα που δημιουργούν τα πιάτα του Σκουλά, ο οποίος αντλεί την έμπνευσή του από τα ταξίδια του αλλά, όπως προανέφερα, συνδυάζει αναπάντεχα τα υλικά του, πετυχαίνοντας να ξαφνιάζει συνεχώς τον ουρανίσκο μας.

Αρχίσαμε με μια σαλάτα Kashmir, της οποίας τα τραγανά λαχανικά και τα εξίσου τραγανά φύλλα ρυζιού ντύνονταν με μια αρωματική σος, όπου η λεβάντα και η γλυκιά, ίσα ίσα καυτερή, πιπεριά ισορροπούσαν σε μια τέλεια αρμονία. Συνεχίσαμε με χτένια ψημένα στο γκριλ, τα οποία ήρθαν κολυμπώντας σε μια σάλτσα τσιμιτσούρι (chimichurri) και συνοδευόμενα από μια φέτα ψημένου λεμονιού. Οταν είδα την κόρη μου να ξεχνά τους καλούς τρόπους της και αφού είχε φάει το χτένι και το λεμόνι να βουτά ψωμί στο κέλυφος προκειμένου να μη χάσει σταγόνα από τη σος, κατάλαβα ότι το παιχνίδι μου ήταν ήδη κερδισμένο.

Για να είμαι, πάντως, απολύτως σίγουρος, συνέχισα την επίθεση: στο τραπέζι μας προσγειώθηκαν εξαιρετικά μαλακά καλαμαράκια Αμβρακικού «ντυμένα» – πολύ ελαφρώς – με τραγανή και μυρωδάτη κρούστα ψωμιού, καθώς και ένα «βουνό» από τριπλοτηγανισμένες πατάτες με τρούφα και τυρί. Αυτές οι πατάτες χρήζουν ιδιαίτερης μνείας: κομμένες σε μακρόστενες φλούδες, περιτυλιγμένες σε μια μυρωδάτη κρούστα, «ραντισμένες» με εξαιρετικό πεκορίνο και αρτυμένες με αλάτι και πιπέρι Maldon, στήνουν στο στόμα έναν χορό γεύσεων και αισθήσεων όπου η τρούφα συναγωνίζεται το πιπέρι και η τραγανή κρούστα εναλλάσσεται με τη μαλακή πατατένια σάρκα. Με κίνδυνο να υποστώ κρεβατομουρμούρα, σας αποκαλύπτω ότι η μονίμως σε δίαιτα σύζυγός μου άρχισε λέγοντας «θα δοκιμάσω μία μόνο για να δω τη γεύση» και κατέληξε να μαζεύει τα τελευταία ρινίσματα τυριού με την επίσης τελευταία πατάτα, δικαιολογούμενη «Ε, μα πια! Πού θα ξαναβρώ τέτοιες πατάτες!».

Τη στιγμή που ο σερβιτόρος έφερνε στο τραπέζι μας τα φιλεταρισμένα σαλιγκάρια που κάθονταν πάνω σε κροστίνι και συνοδεύονταν από μια σος όπου μανιτάρια και κονιάκ συναγωνίζονταν για την προσοχή μας, αναρωτήθηκα μήπως το είχα παρακάνει με τα πρώτα πιάτα και αν διακινδύνευα να χαλάσω την απόλαυση του κυρίως. Αλλά η ταχύτητα με την οποία εξαφανίστηκε ο εκλεκτότατος μεζές με καθησύχασε. Στο σημείο αυτό αλλάξαμε και κρασί: μετά το δροσερό λευκό μας, περάσαμε σε ένα κόκκινο Pinot noir από την Καλιφόρνια για να συνοδεύσουμε το ojo de bife, την καρδιά του αργεντίνικου ribeye, το οποίο ήρθε κομμένο σε λεπτές φέτες που επέτρεπαν να δει κανείς το άρτιο ψήσιμό του (άφηνε ροζ την καρδιά). Πάνω στο ξύλο που ήταν σερβιρισμένο το κρέας υπήρχε ένα μικρό μπολ με καραμελωμένα κρεμμύδια και δίπλα ένα στρογγυλό ταψάκι με χερούλια, το οποίο φιλοξενούσε τις καλύτερες πατάτες φούρνου που έχω φάει. Η κόρη μου δοκίμασε τις πατάτες, που έλιωναν στο στόμα και άφηναν μια επίγευση κόλιαντρου, και άρχισε να μουγκρίζει ηδονικά. Η σύζυγός μου, που λατρεύει τα καραμελωμένα κρεμμύδια, τα άπλωνε επάνω στο κρέας και το απολάμβανε με κλειστά μάτια. Εγώ προτίμησα να φάω το κρέας σκέτο, καθώς κάθε μπουκιά του μου επιβεβαίωνε την ιστορία του: ξεκίνησε σαν άριστα σιτεμένη πρώτη ύλη, μαριναρίστηκε (δεν ξέρω να σας πω σε τι), ψήθηκε αργά και με σεβασμό, ώστε, όταν φτάσει σε εμάς, να μας δώσει τον ευγενέστερο εαυτό, μια απόλυτη ισορροπία χυμών, αρωμάτων και υφών.
Για το τέλος, άφησα τις κυρίες της ζωής μου να μοιραστούν μια σούπα φράουλας με βανίλια Μαδαγασκάρης, προτιμώντας να κρατήσω ζωντανή τη γεύση του κρέατος. Και ενώ απολάμβανα την εικόνα των ευτυχισμένων προσώπων τους, ο σεφ πέρασε να μας ρωτήσει πώς μας είχε φανεί το φαγητό. Και τότε, μπροστά στα έκπληκτα μάτια μου, η κόρη μου και η σύζυγός μου άρχισαν να συμπεριφέρονται σαν γκρούπις ενός ροκ σταρ! Τέτοια ήταν η επίδραση του φαγητού που είχαν γευτεί, ώστε ήταν έτοιμες να λατρέψουν τον δημιουργό του. Οσο για μένα, μετά το πρώτο σοκ αφέθηκα στη γοητεία του Ηλία Σκουλά. Πληθωρικός, παθιασμένος και με ιδιαίτερο, ανατρεπτικό χιούμορ, ο Σκουλάς είναι ερωτεύσιμος ακριβώς επειδή τα πιάτα του αντικατοπτρίζουν την αλήθεια του.

Φύγαμε αφού τα κορίτσια μου υποσχέθηκαν να μη με ξαναπούν συντηρητικό, βαρετό και άλλα τέτοια και με έβαλαν να τους υποσχεθώ κι εγώ ότι θα πάμε σύντομα στο επόμενο «παιδί» του Σκουλά, ένα street food εστιατόριο με το καθόλου αναμενόμενο όνομα Stay Hungry Bitch! Δεν βλέπω την ώρα…

Food Mafia: Φιλικής Εταιρείας 10, πλ. Εσπερίδων, Γλυφάδα, τηλ. 210 8942 177, 6972 882 235