Ολοι ομολογούν και διεκτραγωδούν σήμερα τη γενική πτώση των ανθρωπίνων αξιών και την προϊούσα σήψη της κοινωνίας μας.


Η κατάσχεση, όμως, κάποιων φακέλων του αρχείου του υπουργείου Δημόσιας Τάξης από τους αρμόδιους εισαγγελείς, στα πλαίσια σχετικής προκαταρκτικής εξέτασης, για την επιβεβαίωση ή διάψευση επίσημης καταγγελίας τέλεσης εγκλημάτων, δηλαδή μιας καθ’ όλα νόμιμης ενέργειας της πρώτης εισαγγελίας της χώρας, η οποία είναι ενδεχόμενο να αποτελέσει απαρχή καθάρσεως, αντί να χειροκροτηθεί και επαινεθεί από όλους, επικρίνεται και ψέγεται από επίσημα χείλη. Ο μεν υπουργός Δημόσιας Τάξης, τους υφισταμένους του οποίου αφορά κατ’ αρχήν η ενεργούμενη προκαταρκτική εξέταση, εμφανίσθηκε ως ενοχλημένος, γιατί οι εισαγγελείς δεν τον ενημέρωσαν.


Ο δε υπουργός Δικαιοσύνης, ο οποίος έχει και την πολιτική κάλυψη του θεσμού της Δικαιοσύνης, αλλά και το δικαίωμα του πειθαρχικού ελέγχου των λειτουργιών της, που τον υποχρεώνει να είναι άκρως αντικειμενικός και προσεκτικός, για να μην παρεξηγηθεί, δεν δίστασε να χαρακτηρίσει με δηλώσεις του την ενέργεια της εισαγγελικής αρχής ως «άκομψη» αρχικώς και ως «παράνομη», στη συνέχεια.


Προσέθεσε, μάλιστα, ότι η εισαγγελική ενέργεια αποκαλύπτει την προσπάθεια της εισαγγελικής αρχής, να εμφανισθεί ως «υπερκείμενη» έναντι της Αστυνομίας και ότι «δεν θα επιτρέψει ποτέ μία τέτοια εντύπωση» (sic). Και ωσάν να μην αρκούσαν όλα αυτά, για να καταδειχθεί πώς εννοεί η σημερινή πολιτική εξουσία την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, δεν απέκρυψε την προσπάθειά του να μην επεκταθεί η έρευνα σε πράξεις των συναδέλφων του, και διέταξε πειθαρχική προκαταρκτική εξέταση από τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, για να εξετάσει και αναφέρει, αν η παραπάνω έρευνα της Εισαγγελίας Πρωτοδικών ήταν σύννομη! Και τούτο, ενώ διεξάγεται ακόμη η προκαταρκτική εξέταση της Εισαγγελίας Πρωτοδικών, και επομένως η υπουργική ενέργεια είναι δυνατόν να την επηρεάσει. Η δε Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, με τη σειρά της, αντί να αντιδράσει στο επιλήψιμο αυτό έγγραφο του υπουργού, χωρίς να ζητήσει εξηγήσεις από τους εισαγγελείς, έσπευσε να καθησυχάσει τον υπουργό Δικαιοσύνης, ότι η εισαγγελική έρευνα δεν αφορά τον κ. υπουργό Δημόσιας Τάξης. Κατόπιν τούτου δε, ο υπουργός Δικαιοσύνης υπερηφάνως εξέφρασε την ικανοποίησή του! Ορισμένως, έχουμε χάσει εντελώς την αίσθηση του τραγικού, αλλά και του γελοίου.


Ο κ. Ρωμαίος ήταν ένας από τους δημοσιογράφους που παρακολουθούσαν την εξέλιξη της γνωστής υποθέσεως Λαμπράκη. Και ο κ. Γιαννόπουλος είναι από εκείνους, που πρωτοστάτησαν στις αντιδράσεις για το τηλεφώνημα Κόλια με το οποίο συστήθηκε στον ανακριτή η επιτάχυνση της περαιώσεως της υποθέσεως, γεγονός που θεωρήθηκε ως ωμή επέμβαση στο έργο της δικαιοσύνης. Ας διερωτηθούν τι θα γινόταν τότε, αν ο υπουργός Δημόσιας Τάξης εξέφραζε τη δυσαρέσκειά του, γιατί ο κ. Σαρτζετάκης δεν τον ενημέρωσε προτού απαγγείλει κατηγορία κατά των αξιωματικών της Χωροφυλακής, για λόγους δεοντολογίας, και αν ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης διέτασσε πειθαρχική προκαταρκτική εξέταση κατά του κ. Σαρτζετάκη για τις ενέργειές του. Ασφαλώς, θα ειχε χαλάσει ο κόσμος. Αλλά σήμερα φαίνονται όλα ωραία και καλά.


Με την τελευταία απόφαση ( υπ’ αριθμ. 8/98) της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, με αφορμή την αποδοκιμασία κάποιας μη αμετάκλητης απόφασης ποινικού δικαστηρίου από τον κ. υπουργό Δικαιοσύνης, ο οποίος ­ ούτε λίγο ούτε πολύ ­ ζήτησε δημόσια συγγνώμη για την καταδίκη κάποιου χρήστη για εμπορία ναρκωτικών, κρίθηκε με ψήφους 43 κατά 7 ότι η επίκριση δικαστικής αποφάσεως από τον υπουργό Δικαιοσύνης σε εκκρεμή υπόθεση απαγορεύεται, γιατί συνιστά «ανεπίτρεπτη κατά το Σύνταγμα υπεισέλευση στη δικαιοδοτική κρίση του δικαστηρίου, αφού μπορεί να εκληφθεί ως απόπειρα επηρεασμού των μελλόντων να κρίνουν δικαστών».


Συντάχθηκε, δε, η ολομέλεια με την πρόταση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, κατά την οποία, η έναντι της εκτελεστικής εξουσίας ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών έχει την έννοια απαγόρευσης πάσης επέμβασης της εκτελεστικής εξουσίας, η οποία θα μπορούσε να επηρεάσει τους δικαστές στη διαμόρφωση της δικαιοδοτικής κρίσης συγκεκριμένης υποθέσεως, στην εκδίκαση της οποίας μετέχουν ή πρόκειται να μετάσχουν. Παρά την απόφαση αυτή, ο κ. υπουργός δεν δίστασε να προβεί στις παραπάνω άκομψες δηλώσεις και ενέργειες, σε πάντηση δε της γνωμοδοτήσεως της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, όπως έγινε γνωστό, σχεδιάζει να καταργήσει την αρμοδιότητα της ολομέλειας να γνωμοδοτεί σε θέματα λειτουργίας των δικαστηρίων.


Μιμούμενος, έτσι, τον σουλτάνο εκείνο της οθωμανικής αυτοκρατορίας, ο οποίος, όταν πληροφορήθηκε ότι οι πολίτες της επικρίνουν τις ενέργειές του στα καφενεία, έσπεσε να τα…. κλείσει!


Σήμερα, δυστυχώς, δεν παρατηρείται καμιά ευαισθησία κατά του αυταρχικού και αλαζονικού τρόπου με τον οποίον η εκτελεστική εξουσία συμπεριφέρεται προς τη Δικαστική.


Ούτε από τον Τύπο, οι περισσότεροι λειτουργοί του οποίου έχουν ως μόνιμη επωδό τη δήλωση, ότι θεωρούν τον κ. Ρωμαίο ανώτερο πάσης υποψίας, μεταβαλλόμενοι με τον τρόπο αυτό σε αυτόκλητους δικαστές.


Ούτε από τον Πρωθυπουργό της χώρας, παρ’ όλον ότι δήλωσε ότι «όποιος έχει στοιχεία να απευθυνθεί στην εισαγγελία»­ προδήλως γιατί μεταξύ των στοιχείων αυτών δεν εννοεί και εκείνα που ανευρίσκονται με εισαγγελικές έρευνες. Ούτε από τους δικηγορικούς συλλόγους του κράτους, που άλλοτε έδιδαν μάχες για την προάσπιση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης. Ούτε από τους καθηγητές των νομικών σχολών. Ούτε από τους εξ αυτών συστηματικούς και τακτικούς σχολιαστές της επικαιρότητας. Ούτε τέλος από τους εκπροσώπους της Ενώσεως Δικαστών και Εισαγγελέων.


Ισως, γιατί φοβούνται τις εκρήξεις της γαλατικής ευγένειας του κ. Γιαννόπουλου, ή την αναμόχλευση του περιεχομένου των «κιταπίων» του. Ισως, γιατί η φιλοδοξία, όπως είπε ο Ανατόλ Φρανς, είναι όπως η πείνα. Υπακούει μόνο στις ορέξεις της, και πουθενά αλλού.


Ολα αυτά όμως ένα αποδεικνύουν. Τη γενική πτώση των αξιών και την αποσάθρωση του ηθικού ιστού της κοινωνίας μας.


Τα φαινόμενα αυτά, οι δικαστές και εισαγγελείς οφείλουν να τα αντιμετωπίσουν με τόλμη, θάρρος, γενναιότητα, επιμονή και φρόνημα. Μόνο έτσι θα συμβάλουν στην πάταξη της διαφθοράς.


Ο κ. Βασίλειος Κόκκινος είναι επίτιμος πρόεδρος του Αρείου Πάγου.