Τους πρώτους μήνες της θητείας του ως πρωθυπουργού του Ηνωμένου Βασιλείου, ο Ρίσι Σούνακ προσπάθησε να σβήσει τις φλόγες του χάους που παρέλαβε από τα σκάνδαλα του Μπόρις Τζόνσον και τα πεπραγμένα της προκατόχου του, Λιζ Τρας, που παραιτήθηκε ύστερα από 44 ημέρες στην πρωθυπουργία μετά το χάος που προκάλεσε το οικονομικό της πρόγραμμα. Εναν χρόνο αργότερα ο απολογισμός για το κυβερνητικό του έργο, με αφορμή και τις εθνικές εκλογές του 2024, είναι αρνητικός, το οποίο αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις που δείχνουν ότι μόνο το 23% των Βρετανών έχει θετική γνώμη για τον Σούνακ.  Αφενός μεν εξαιτίας πλήθους διαχειριστικών λαθών που έκαναν όλες οι συντηρητικές κυβερνήσεις μετά το δημοψήφισμα για το Brexit το 2016. Και αφετέρου λόγω της πρωτοφανούς αύξησης του κόστους διαβίωσης που φτωχοποίησε εκατομμύρια νοικοκυριά.

Τα βέλη εναντίον του Σούνακ αφορούν σειρά ζητημάτων, αρχής γενομένης από το οικονομικό πεδίο. Τα στοιχεία δείχνουν περαιτέρω συρρίκνωση της οικονομίας για το τρέχον έτος και επιβράδυνση της ανάπτυξης ενώ το ΔΝΤ προβλέπει ότι ο πληθωρισμός το επόμενο έτος θα είναι ο υψηλότερος μεταξύ των χωρών των G7. Η άρνηση της κυβέρνησης να αυξήσει τους μισθούς, με βάση αυτά τα στοιχεία, έχει οδηγήσει σε απόγνωση εκατομμύρια βρετανούς εργαζομένους που βλέπουν το κόστος των στεγαστικών τους δανείων και τα ενοίκια να εκτοξεύονται.

Σε ό,τι αφορά τον μεγάλο ασθενή της Βρετανίας, αλλιώς το πολύπαθο εθνικό σύστημα υγείας NHS, και την υπόσχεση του Σούνακ να μειώσει αισθητά τις πολύμηνες καθυστερήσεις, ελάχιστα έχουν γίνει, σύμφωνα με το BBC. Οσο για το αμφιλεγόμενο σχέδιο να στέλνονται με συνοπτικές διαδικασίες σε τρίτη χώρα όσοι μετανάστες φτάνουν στη Βρετανία παράτυπα, όχι μόνο ταυτίζει τον Σούνακ με την Ακροδεξιά αλλά και «απέτυχε παταγωδώς», όπως σχολιάζει το CNN.

Οι ανησυχίες για την πράσινη αναθεώρηση

Την ίδια ώρα, η μεταστροφή σημαντικών μέτρων της περιβαλλοντικής ατζέντας έχει ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων. Μεταξύ άλλων, η κυβέρνηση προτίθεται να αντικαταστήσει τους λέβητες φυσικού αερίου με αντλίες θερμότητας και να μεταθέσει την απαγόρευση πώλησης νέων βενζινοκίνητων και πετρελαιοκίνητων αυτοκινήτων από το 2030 στο 2035.

Η πράσινη αναθεώρηση, που κατά τους επικριτές της είναι οπισθοδρόμηση, έχει προκαλέσει ανησυχία στις οικολογικές οργανώσεις, ακόμη και στους κόλπους της κυβέρνησης, με στελέχη της να απειλούν ότι θα καταψηφίσουν τα σχετικά νομοσχέδια. Παράλληλα, ξεσήκωσε και τον κλάδο των βρετανικών αυτοκινητοβιομηχανιών οι οποίες, έχοντας στραφεί τα τελευταία χρόνια στην παραγωγή ηλεκτρικών οχημάτων, προειδοποιούν ότι η κυβερνητική ατζέντα θέτει σε άμεσο κίνδυνο εκατοντάδες θέσεις εργασίας και επενδύσεις.

Σε αυτό το δυσμενές για την κυβέρνηση περιβάλλον, το Εργατικό Κόμμα υπό τον ηγέτη του, Κιρ Στάρμερ, καλπάζει σε όλες τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις έναντι των Συντηρητικών και βλέπει το ενδεχόμενο επιστροφής του στην εξουσία έπειτα από 14 χρόνια στην αντιπολίτευση. Η τελευταία δημοσκόπηση για λογαριασμό του «Observer» δείχνει τους Εργατικούς να βρίσκονται στο 42% και τους Τόρις στο 29%.

Πρόκειται για μια διαφορά που, σύμφωνα με αναλυτές, συνδέεται άμεσα με τη βούληση των ψηφοφόρων για αλλαγή ώστε να «πάρουν πίσω το μέλλον της Βρετανίας». Αυτό ήταν και το κεντρικό σλόγκαν του ετήσιου συνεδρίου του κόμματος που πραγματοποιήθηκε πριν από μερικές ημέρες στο Λίβερπουλ, με 18.000 άτομα να συμμετέχουν σε αυτό έναντι των 12.500 πέρυσι, σε μια ξεκάθαρη αποτύπωση του κλίματος ευφορίας που επικρατεί.