Ένα πρωί, ήταν Νοέμβριος του 2017, ξύπνησε με αφόρητους πόνους. Ένιωσε πως δεν μπορούσε να ορίσει το κορμί της. Οι νύχτες της έκτοτε ήταν άυπνες. Οι ημέρες της βασανιστικές. Η διάγνωση ψωριασική αρθρίτιδα. Κάπως έτσι, αιφνιδιαστικά, η ζωή της άλλαξε. Αρκετούς μήνες μετά, με τη βοήθεια της φαρμακευτικής κάνναβης… επέστρεψε ο παλιός της εαυτός: Γεμάτος αισιοδοξία, ενέργεια και όρεξη για ζωή.

Η Ελληνίδα ασθενής που έλαβε πριν από μερικές ημέρες την πρώτη συνταγή κάνναβης για ιατρική-θεραπευτική χρήση, την οποία και έχει τη δυνατότητα να εκτελέσει νόμιμα στο φαρμακείο της γειτονιάς, περιγράφει στο «Βήμα» πώς περίμενε αυτή τη στιγμή επί επτά χρόνια.

Αποσύνδεση του στίγματος

Όση ώρα μιλάει η Αννα Παγκά, μητέρα τριών παιδιών, που στο επάγγελμα είναι ποδολόγος, εκφράζεται «ανοιχτά», χωρίς ενδοιασμούς και δεύτερες σκέψεις. Και διευκρινίζει πως αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος που αποφάσισε να δημοσιοποιήσει την ιστορία της, συμβάλλοντας  αποφασιστικά στην αποσύνδεση του στίγματος από τη χρήση θεραπευτικής κάνναβης.

Μετά τη διάγνωση έλαβε, όπως λέει, διάφορα θεραπευτικά σχήματα, «κορτιζόνη, βιολογικούς παράγοντες, και οπιούχα για να μπορώ να κοιμάμαι. Σύντομα άρχισα να βιώνω τις παρενέργειες. Στον δικό μου οργανισμό η θεραπεία δεν ταίριαξε. Δεν είναι όλα τα φάρμακα για όλους τους ασθενείς». Το γεγονός ότι έχασε το 30% της μυϊκής δύναμης από το αριστερό της πόδι σε συνδυασμό με την οσφυαλγία, την έκαναν να νιώθει πως παραλύει σωματικά αλλά και ψυχολογικά.

Η αναζήτηση στο Διαδίκτυο

Ο γιατρός της, της άλλαξε θεραπευτικό σχήμα, σύντομα όμως και αυτό απορρίφθηκε λόγω υποψίας επίσης πιθανών παρενεργειών. Ο πόνος, που ορισμένες στιγμές την έκανε να λιγοψυχεί, ήταν εν τέλει και εκείνος που την παρακίνησε να ψάξει περισσότερο ελπίζοντας σε μία λύση. «Στο Διαδίκτυο εντόπισα τυχαία τον Σύλλογο ΜΑΜΑΚΑ (Μαμάδες για την Κάνναβη)». Τον ίδρυσαν, όπως μαρτυρεί και ο τίτλος του, μαμάδες παιδιών με αυτισμό, εγκεφαλική παράλυση, επιληψία… στα οποία είχαν χορηγηθεί συμβατικά φάρμακα χωρίς επιτυχία.

«Αν οι μαμάδες χορηγούν θεραπευτική κάνναβη στα παιδιά τους, πόσο κακή μπορεί να είναι;» αναρωτήθηκε. Η σκέψη αυτή την παρακίνησε να ταξιδέψει στο εξωτερικό. Εκεί ένας γιατρός την καθοδήγησε σχετικά και έπειτα επέστρεψε στην Ελλάδα με λάδι κάνναβης. Πρώτη φορά που το χρησιμοποίησε ήταν τον Οκτώβριο του 2018. «Οκτώ μήνες μετά, η φλεγμονή είχε υποχωρήσει εντελώς». Έναν χρόνο μετά την αρχική διάγνωση, απολάμβανε τον ύπνο της τις νύχτες και τις ημέρες της χωρίς ενοχλήσεις.

«Πλέον νιώθω τόση χαρά» λέει. «Είναι το αίσθημα της ελευθερίας πως μπορώ να προμηθευτώ το φάρμακό μου, εντός των συνόρων, χωρίς να κρύβομαι…».

Ενδείξεις χρήσης

Τα δεδομένα μαρτυρούν πως περίπου 70 εκατομμύρια άνθρωποι στην Ευρώπη υποφέρουν από χρόνιο πόνο, τη στιγμή που 60 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως έχουν ανάγκη από παρηγορητική φροντίδα. Στην Ελλάδα πάλι, πρόσφατη μελέτη μέτρησε περίπου 6.000 ασθενείς στα Ιατρεία Πόνου, από τους οποίους οι 2.500 με νευροπαθητικό πόνο.

Οι επιστήμονες εν τούτοις, τονίζουν πως η θεραπευτική κάνναβη δεν είναι «πανάκεια» και πρέπει να χορηγείται υπό συγκεκριμένες ενδείξεις. Δικαίωμα συνταγογράφησης στη χώρα μας έχουν οι αναισθησιολόγοι, οι νευρολόγοι, οι ογκολόγοι, οι λοιμωξιολόγοι και οι ρευματολόγοι. Η συνταγογράφηση όμως, μπορεί να επαναληφθεί από γιατρό άλλης ειδικότητας για 6 μήνες, αλλά στη συνέχεια χρειάζεται επαναξιολόγηση της θεραπείας από ειδικό.

Στις ενδείξεις χρήσης περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων η αντιμετώπιση της  ναυτίας και του έμετου που οφείλονται σε χημειοθεραπεία για τον καρκίνο ή τη νόσο HIV/AIDS, τον πόνο και τη σπαστικότητα στη σκλήρυνση κατά πλάκας, τον ανθεκτικό πόνο που δεν ανταποκρίνεται σε άλλες διαθέσιμες θεραπείες (ή όταν οι διαθέσιμες θεραπείες δεν γίνονται ανεκτές από τον ασθενή). Επίσης μπορεί να χορηγείται ως διεγερτικό της όρεξης σε ασθενείς που λαμβάνουν φροντίδα για το τέλος της ζωής τους.

Η συνταγή δύναται να εκτελείται από ιδιωτικό φαρμακείο, εν τούτοις το κόστος, που κυμαίνεται από 75 έως και περίπου 160 ευρώ, δεν καλύπτεται από τα ασφαλιστικά ταμεία.

70 εκατομμύρια άνθρωποι στην Ευρώπη υποφέρουν από χρόνιο πόνο, τη στιγμή που 60 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως έχουν ανάγκη από παρηγορητική φροντίδα.