Είναι σαν ένα ζήτημα μαθηματικών συνόλων και υποσυνόλων. Για να γίνει ο Κώστας Τασούλας Πρόεδρος όλων των Ελλήνων θα πρέπει προηγουμένως να γίνει Πρόεδρος όλων των βουλευτών της ΝΔ.
Αυτή η απλή άσκηση εφαρμοσμένης αριθμητικής είναι που πασπαλίστηκε όχι απλώς με μπόλικη πολιτική θεωρία. Χρειάστηκε να ενισχυθεί και με μια νέα συνταγματική πρόταση για την προεδρική εκλογή. Ετσι ειπώθηκε πως η απερχόμενη Πρόεδρος απαντούσε στις ανάγκες του 2020, όχι όμως και σε εκείνες του 2025. Τότε είχαμε ειρήνη, τώρα πόλεμο. Τότε οι μάχες ήταν woke, τώρα πέφτουν αληθινές σφαίρες στο «ταραγμένο διεθνές περιβάλλον» που είπε και ο Πρωθυπουργός. Και; Θα πάρει ο νέος Πρόεδρος τ’ όπλο του;
Ειπώθηκε ακόμη πως με την εκλογή Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες κρίθηκε απαραίτητο ένα είδος συντηρητικής ευθυγράμμισης με τους νέους ανέμους που πνέουν στον πλανήτη. Η καταδίκη του δικαιωματισμού στις αμερικανικές κάλπες κατάπιε, ανάμεσα σε όλα τα άλλα, και μια βραδιά στο wine bar για τα επινίκια της ψήφισης ενός νόμου που κανένας στη ΝΔ δεν θέλει να θυμάται. Το «ήμουν κι εγώ εκεί» της απερχόμενης Προέδρου υπερίσχυσε του «ψήφισα κι εγώ εκεί» του διαδόχου της ή του δικού του διαδόχου στο προεδρείο του Κοινοβουλίου. Πώς συνέβη;
Αυτό που υπερίσχυσε στην πραγματικότητα είναι η μικροκομματική κουζίνα. Οχι μόνο της κοινωνικής, την οποία η Κατερίνα Σακελλαροπούλου συνήθιζε να επισκέπτεται. Αλλά και οποιασδήποτε άλλης επίσκεψης. Ούτε η επίσκεψή της στην Ουκρανία και το προσκύνημα στον τόπο σφαγής της Μπούτσα μέτρησαν ως κίνηση υψηλού συμβολισμού στο «ταραγμένο διεθνές περιβάλλον», ούτε προσμετρήθηκε το μήνυμα από την επίσκεψή της στον φράκτη του Εβρου, αλλά ούτε και καταλάγιασαν τα υπερσυντηρητικά πάθη οι αγαστές της σχέσεις με την Ιεραρχία της Εκκλησίας.
Μέτρησε μήπως ότι ήταν «μη πολιτικό πρόσωπο» και άρα «στερούνταν της κατάλληλης πολιτικής εμπειρίας», όπως ειπώθηκε και πάλι; Αυτό που μέτρησε ήταν η πολιτική ανάγνωση της θητείας της έτσι όπως τη συμπύκνωνε η ίδια με μία φράση: «Οι δεξιοί με κατηγορούν ότι είμαι πολύ αριστερή και οι αριστεροί ότι είμαι πολύ δεξιά».
Αυτή η και πολιτικά συμπεριληπτική προεδρία κρίθηκε αναντίστοιχη με την υψηλή τέχνη της πολιτικής. Την οποία ασκεί ο Πρωθυπουργός για να μεταμορφωθεί στο φάσμα με οβιδιακές ταχύτητες. Τη μία υμνεί τη μεταρρυθμιστική ορμή του Κώστα Σημίτη και εκθειάζει την αξία των συναινέσεων. Και την επομένη εκλέγει Πρόεδρο από τα σπλάχνα της παράταξης ξορκίζοντας όλες τις υποψηφιότητες ευρείας πλειοψηφίας, ακόμη και της πλέον αδιαμφισβήτητης πολιτικότητας.
Η κυριαρχία Μητσοτάκη στο πολιτικό σκηνικό συνδέθηκε με αυτήν την ικανότητα μεταμόρφωσης. Το ερώτημα, έξι χρόνια μετά, είναι εάν οι πιρουέτες τακτικής που εκτελούνται για να ικανοποιήσουν όλα τα ακροατήρια του φάσματος θα φτάσουν στο τέλος να μην ικανοποιούν κανένα εντελώς. Και πολλοί από τους κεντρώους να δυσαρεστούνται από έναν Πρωθυπουργό που μια δεξιά πτέρυγα ή απλώς μια ντουζίνα βουλευτές τραβά από το μανίκι. Αλλά και οι δεξιοί να κοιτούν με μισό μάτι κάθε χαραμάδα που ανοίγει προς το μεταρρυθμιστικό Κέντρο.
Ειπώθηκε ακόμη πως σε λίγο καιρό ένας ενωτικός Πρόεδρος, εγνωσμένου κύρους και ευρείας κοινωνικής αποδοχής, θα έχει κάνει να ξεχαστεί η μικροκομματική κουζίνα της εκλογής του. Είναι η πιο αδύναμη από τις υπερασπιστικές γραμμές που χαράχθηκαν γύρω από την τελευταία πράξη της προεδρολογίας. Οχι επειδή ο Κώστας Τασούλας δεν θα σταθεί με θεσμική άνεση στο ύψος του αξιώματος. Αλλά επειδή η γραμμή υπεράσπισης βασίζεται στη λήθη.
Η λήθη είναι το τελευταίο καταφύγιο της απελπισίας. Εχει ειπωθεί κι αυτό. Οπως και ότι η πολιτική δεν είναι μόνο μια υπόθεση μαθηματικών συνόλων και υποσυνόλων.