Ποια εικόνα έρχεται ασυνείδητα στον νου στο άκουσμα λέξεων όπως «κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες» ή «πρωτόγονοι άνθρωποι»; Πιθανότατα ένας γεροδεμένος άνδρας, ντυμένος με προβιά ζώου και κρατώντας ένα ρόπαλο, ο οποίος κατευθύνεται τροπαιοφόρος προς τη σπηλιά του σέρνοντας το σκοτωμένο θήραμα. Και πιθανότατα, στο έμπα της σπηλιάς τον περιμένει μια γυναίκα, επίσης φορώντας προβιά, η οποία κρατά ένα μωρό στην αγκαλιά της.

Εικόνες σαν αυτή που κοσμούσαν σχολικά και παιδικά βιβλία έχουν συμβάλει στην πεποίθηση ότι από καταβολής του ανθρωπίνου είδους υπήρξε ένας καταμερισμός εργασιών, με τους άνδρες να αναλαμβάνουν το κυνήγι και τη συλλογή τροφής και τις γυναίκες να φροντίζουν την εστία και τα παιδιά.

Και ενώ σε ό,τι αφορά τη συλλογή τροφής η ιδέα αυτή έχει μεταβληθεί (καθώς όλες οι ενδείξεις συνηγορούν υπέρ της άποψης ότι επρόκειτο για μια συνεχή διαδικασία στην οποία επιδίδονταν όλοι, άνδρες, γυναίκες και παιδιά), η ιδέα ότι το κυνήγι ήταν ανδρική υπόθεση δεν είχε αμφισβητηθεί μέχρι πρότινος. Δύο διαφορετικά άρθρα τα οποία δημοσιεύτηκαν πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό «American Anthropologist» όμως παρέχουν σαφείς ενδείξεις για το αντίθετο. Στα άρθρα αυτά, τα οποία υπογράφονται από δυο ανθρωπολόγους με διαφορετική ειδίκευση, παρέχονται τόσο αρχαιολογικές όσο και φυσιολογικές ενδείξεις οι οποίες στηρίζουν την υπόθεση ότι οι γυναίκες ήταν συνοδοιπόροι των ανδρών στο κυνήγι.

Οι αρχαιολογικές ενδείξεις είναι δύο ειδών: οι πληγές στα απολιθωμένα οστά και τα ταφικά τέχνεργα. Ειδικότερα, σε μια πληθώρα περιπτώσεων έχουν εντοπιστεί γυναικεία οστά τα οποία έφεραν πλήγματα αναμνηστικά της πάλης με τα ζώα, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τα ανδρικά οστά. Αυτό όμως που φαίνεται να αποτελεί την ισχυρότερη αρχαιολογική ένδειξη είναι η ανακάλυψη ταφικών μνημείων στο Περού τα οποία χρονολογούνται από την εποχή του Ολόκαινου. Σε αυτά εντοπίστηκαν γυναικεία οστά θαμμένα με κυνηγητικά εργαλεία.

Οπως επισημαίνεται στο σχετικό άρθρο, το κυνήγι ήταν μια διαδικασία για την οποία οι πρωτόγονες κοινωνίες έτρεφαν θαυμασμό και εκτίμηση και ο ενταφιασμός με τα κυνηγητικά εργαλεία δεν είναι τυχαίος: με τους νεκρούς θάβονταν στοιχεία της καθημερινότητας που είχαν σημασία για εκείνους όσο ήταν εν ζωή.

Οι φυσιολογικές ενδείξεις αφορούν τα οιστρογόνα και την αδιπονεκτίνη, ορμόνες οι οποίες βρίσκονται σε μεγαλύτερες ποσότητες στις γυναίκες και οι οποίες παίζουν καθοριστικό ρόλο στη ρύθμιση της γλυκόζης και του λίπους, δύο λειτουργίες οι οποίες είναι βασικές για την αθλητική επίδοση. Σύμφωνα με το σχετικό άρθρο ο γυναικείος οργανισμός είναι ορμονικά εξοπλισμένος για τους «δρόμους αντοχής» που απαιτούνταν στο κυνήγι, καθώς συχνά το ζώο έπρεπε να κυνηγηθεί μέχρις εξαντλήσεως.

Οπως επισημαίνεται και στα δύο άρθρα, η ιδέα ότι οι γυναίκες δεν κυνηγούσαν αντικατοπτρίζει σημερινές προκαταλήψεις. Οι οποίες δυστυχώς αφορούν και πολλές ακόμη δραστηριότητες και επαγγέλματα.