Ο κόσμος αλλάζει. Η σινοαμερικανική αντιπαράθεση και ο πόλεμος στην Ουκρανία δημιουργούν ένα εκρηκτικό σκηνικό που θυμίζει την περίοδο αβεβαιότητας πριν από την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στο πλαίσιο αυτό, η πραγματοποίηση διεθνών συναντήσεων, όπως αυτή των εκπροσώπων των είκοσι ισχυρότερων οικονομιών του κόσμου, δηλαδή της G20, αποκτά ξεχωριστό πολιτικό ενδιαφέρον. Το Μπάλι της Ινδονησίας όπου θα πραγματοποιηθεί η φετινή συζήτηση αυτή την Τρίτη και Τετάρτη, προσελκύει την προσοχή.

Μπορεί ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν να μη φέρεται διατεθειμένος να ταξιδέψει στην Ινδονησία, όπου θα τον αντικαταστήσει μάλλον ο υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, αλλά ο συνεχιζόμενος πόλεμος θα έχει εξέχουσα θέση στην ατζέντα. Για τη Δύση, η Ρωσία του Πούτιν αποτελεί «κράτος-παρία» μετά την 24η Φεβρουαρίου 2022, ήμερα έναρξης της εισβολής. Η αντίληψη, ωστόσο, αυτή δεν κυριαρχεί μεταξύ πολλών συμμετεχόντων στη σύνοδο της G20. Χώρες, όπως η Αργεντινή, η Βραζιλία, η Ινδία, η Ινδονησία, Κίνα, το Μεξικό, η Νότιος Αφρική, η Σαουδική Αραβία και η Τουρκία κάνουν τους δικούς τους στρατηγικούς υπολογισμούς και επιλέγουν την ουδετερότητα.

Υπάρχουν, επίσης, κράτη εντός της G20 που ενώ υιοθετούν τη γενική δυτική αντίληψη για τον πόλεμο, βρίσκονται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Νότιος Κορέα. Η ανάπτυξη των σχέσεων Νοτίου Κορέας – Ουκρανίας από τη μία πλευρά, και Ρωσίας – Βορείου Κορέας από την άλλη ίσως έχει δραματικό αντίκτυπο στις εξελίξεις στην Κορεατική Χερσόνησο. Ο νοτιοκορεάτης πρόεδρος Γουν Σουκ – γέολ έχει σπεύσει να τονίσει δημοσίως πως η χώρα του δεν έχει στείλει φονικά όπλα στην Ουκρανία, ύστερα από αναφορά του προέδρου Πούτιν πως κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με ενεργό στρατιωτική υποστήριξη της Βορείου Κορέας από τη Ρωσία.

Η σύνοδος της G20 προσφέρει μια καλή ευκαιρία στη Δύση, ιδίως στην Ευρωπαϊκή Ενωση που αυτή τη στιγμή αντιμετωπίζει πολύ σοβαρότερο ενεργειακό πρόβλημα σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, να αξιολογήσει αν οι κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας λειτουργούν με βάση τον αρχικό σχεδιασμό. Η ρωσική κυβέρνηση προσπαθεί να βρει άλλες αγορές και στο πλαίσιο αυτό η σφυρηλάτηση των σχέσεών της με τα προαναφερθέντα κράτη που τηρούν στάση ουδετερότητας, χρήζει προσεκτικής παρακολούθησης από τις Βρυξέλλες. Αυτό δεν σημαίνει πως η Μόσχα μπορεί εύκολα ή άμεσα να αντικαταστήσει μεγάλο τμήμα της ευρωπαϊκής αγοράς. Σημαίνει, όμως, πως η ύπαρξη ορισμένων εναλλακτικών μετριάζει σε κάποιο βαθμό τον αντίκτυπο των ευρωπαϊκών κυρώσεων, και άρα ναρκοθετεί τον αρχικό στόχο τους που ήταν να σταματήσει ο πόλεμος.

Από εκεί και πέρα, με ενδιαφέρον αναμένεται η συνάντηση των προέδρων Τζο Μπάιντεν και Σι Τζινπίνγκ στην Ινδονησία. Η συνάντηση δεν έχει επισημοποιηθεί αλλά ο τρόπος με τον οποίο ο πρώτος απάντησε στους δημοσιογράφους στη συνέντευξή του μετά τη διενέργεια των ενδιάμεσων εκλογών για το θέμα αυτό, την καθιστά εξαιρετικά πιθανή. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα διαφωνούν πλέον σε όλα, από την ιδεολογική προσέγγιση μέχρι τα παραδοσιακά ζητήματα της Ταϊβάν και της Νότιας Κινεζικής Θάλασσας, τις εμπορικές πρακτικές, τις κυρώσεις σε τεχνολογικές εταιρείες και τον πόλεμο στην Ουκρανία. Παρ’ όλα αυτά, η πρώτη προσωπική και κανονική συνάντηση των προέδρων Μπάιντεν – Σι, καθώς μέχρι στιγμής έχουν μιλήσει μόνο μέσω τηλεδιασκέψεων, θα είναι θετική εξέλιξη. Η αρχή της μίας Κίνας και το ζήτημα του αφοπλισμού θα τους απασχολήσουν ευρέως. Αν δεν βρεθεί τρόπος συμβίωσης παρά τις διαφορές, η διχοτόμηση του κόσμου θα συνεχιστεί.

Από ελληνική οπτική γωνία, η φετινή σύνοδος της G20 έχει σημασία όχι μόνο λόγω του γενικού πλαισίου, αλλά επειδή η Τουρκία θα επιδιώξει να ενισχύσει περαιτέρω τη διεθνή της θέση εν μέσω πολέμου. Υστερα από τη μεσολάβησή της για τη συμφωνία των σιτηρών υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, προσπαθεί να εκμεταλλευθεί τη δυσκολία εμπορικών διασυνδέσεων από την Κίνα προς την Ευρώπη μέσω Ρωσίας και Λευκορωσίας, ώστε να προωθήσει διαδρόμους που την ευνοούν γεωγραφικά. Οι διάδρομοι αυτοί συνδέουν την Κίνα και την Ευρώπη μέσω Κεντρικής Ασίας, Κασπίας Θάλασσας, Αζερμπαϊτζάν, Γεωργίας και Τουρκίας. Καθώς στο περιθώριο της συνόδου της G20 ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ θα συναντηθεί με τον Σι Τζινπίνγκ για να μιλήσουν για τις σινοευρωπαϊκές σχέσεις, η Τουρκία ίσως αναδειχθεί σε ρυθμιστή κάποιων από τις νέες εμπορικές διασυνδέσεις. Καλό θα είναι για την Ελλάδα να μην αιφνιδιαστεί.

Ο κ. Γιώργος Ν. Τζογόπουλος είναι λέκτορας Διεθνών Σχέσεων στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο της Νίκαιας (CIFE), Senior Fellow στο ΕΛΙΑΜΕΠ και στο Κέντρο Στρατηγικών Σπουδών Μπέγκιν – Σαντάτ (Ισραήλ). Το τελευταίο του βιβλίο «The Miracle of China: The New Symbiosis with the World» κυκλοφορεί από τον Springer.