Στην Ελάτεια της Λάρισας λειτουργεί τα τελευταία χρόνια το Μουσείο Θεσσαλικής Ζωής Οικογένειας Συρμακέζη. Ενας επισκέψιμος πολυχώρος, αφιερωμένος στην τοπική ζωή του παρελθόντος. Επισκεφθήκαμε τον πρωτότυπο αυτόν χώρο και συζητήσαμε με τη Δέσποινα και τον Κώστα Συρμακέζη για τη λειτουργία και τα εκθέματα του μουσείου.

Πώς θα περιγράφατε τον χώρο στον οποίο βρισκόμαστε;

«Βρισκόμαστε σε έναν πολυχώρο πολιτισμού, όπου ανταμώνουν η παράδοση με την τεχνολογία. Δημιουργήθηκε μέσα σε αυτό το παλιό οικογενειακό αγρόκτημα, που αγοράστηκε από τον παππού του παππού μας, πριν από 170 χρόνια, το 1854, από τούρκο κτηματία. Μέσα στον χώρο υπήρχαν αρχικά πολλά από τα σημερινά κτίσματα. Στην πορεία όμως, για την κάλυψη των αναγκών, κατασκευάστηκαν και μερικά ακόμη. Τα κτίσματα μέσα στο αγρόκτημα, στην πλειοψηφία τους, είναι χτισμένα με την παραδοσιακή αγροτική αρχιτεκτονική της εποχής και παραδοσιακά υλικά, πέτρα, ξύλο, κεραμίδι κ.λπ.».

Πώς ξεκίνησε η ιδέα για τη δημιουργία του Μουσείου Θεσσαλικής Ζωής;

«Οταν βρεθήκαμε εδώ, πριν λίγα χρόνια, σχεδόν όλα τα κτίσματα ήταν μισοερειπωμένα. Μέσα στα ερείπια όμως βρίσκονταν θαμμένα πολλά αντικείμενα, δείγματα της παλιάς ζωής του αγροκτήματος. Προβληματιστήκαμε οικογενειακώς μαζί με τα παιδιά μας, τον Κυριάκο και την Εβελίνα (που είναι και οι σημερινοί ιδιοκτήτες του πολυχώρου), για το πώς θα μπορούσαμε να εγκαταλείψουμε έναν τέτοιο πολιτιστικό πλούτο. Και αποφασίσαμε, όλοι μαζί, ότι άξιζε τον κόπο να προχωρήσουμε, έστω και με θυσίες, στην αναπαλαίωση-εκσυγχρονισμό των κτιρίων και στη συντήρηση-έκθεση των αντικειμένων, με πλήρη σεβασμό της αρχικής μορφής τους. Ετσι, πολλά αντικείμενα της οικογένειας που χαρακτηρίζουν την περίοδο αυτή, διασώθηκαν και τοποθετήθηκαν στην ίδια ακριβώς θέση όπου αυτά βρίσκονταν παλιά, όταν το αγρόκτημα βρισκόταν σε πλήρη λειτουργία. Αντικείμενα που χαρακτηρίζουν τόσο την οργανωμένη οικογενειακή αγροτική παραγωγή όσο και την ιδιότυπη αστική ζωή των εύπορων ιδιοκτητών. Ενας δυϊσμός πραγματικά σπάνιος, για ένα χωριό εκείνης της εποχής».

Ποιες δυσκολίες αντιμετωπίσατε;

«Δυσκολίες υπήρξαν πολλές. Καταρχήν οικονομικές. Το έργο κόστισε πολλά χρήματα και ο δανεισμός υπήρξε αναγκαίος. Και δυσβάστακτος στην εποχή της οικονομικής κρίσης που ακολούθησε. Δεύτερον τεχνικές. Ολα τα μέλη της οικογένειας, την εποχή εκτέλεσης των έργων, είχαμε σοβαρές ασχολίες στην Αθήνα. Και η παρακολούθηση των εργασιών υπήρξε ιδιαίτερα κουραστική. Ετυχε περίπτωση που σε μία εβδομάδα πήγαμε και ήρθαμε στην Αθήνα τρεις φορές. Ευτυχώς το τελικό αποτέλεσμα μας αποζημίωσε».

Υπάρχει επισκεψιμότητα στο Μουσείο; Ιδιαίτερα από σχολεία;

«Η χαρά και η συγκίνησή μας είναι μεγάλη, αφού ο βαθμός ανταπόκρισης του κόσμου ξεπέρασε κάθε προσδοκία μας. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, μας έχουν επισκεφθεί περισσότεροι από 6.000 επισκέπτες, Ελληνες και ξένοι, στα πλαίσια μεμονωμένων επισκέψεων ή οργανωμένων εκδρομών τουριστικών γραφείων. Αλλά και περισσότερα από 25.000 παιδιά, μαθητές όλων των βαθμίδων, από το νηπιαγωγείο μέχρι το λύκειο. Για επίσκεψη-ξενάγηση στο Μουσείο, ή για συμμετοχή στα βιωματικά προγράμματα του πολυχώρου μας, όπως το μάζεμα της ελιάς ή το ζύμωμα του ψωμιού. Μαθητές από την περιοχή της Λάρισας, αλλά και από πολλές άλλες περιοχές της Ελλάδας. Και φοιτητές πανεπιστημίου, από την Ελλάδα και από το εξωτερικό, και στα πλαίσια του προγράμματος ERASMUS. Και είναι για μας τεράστια η ικανοποίηση να βλέπουμε όλα αυτά τα παιδιά να φεύγουν από τον χώρο μας ευχαριστημένα, ίσως και ευτυχισμένα. Οπως ένας μαθητής του δημοτικού που μας έγραψε στο βιβλίο εντυπώσεων: «Επιτέλους, λίγο φως μες στο απέραντο σκοτάδι». Συγκλονιστικό».

Είχατε κάποια βοήθεια από την πολιτεία (υπουργείο Πολιτισμού) ή βασιστήκατε σε δική τους χρηματοδότηση;

«Το υπουργείο Πολιτισμού μάς ενέταξε, μετά την ολοκλήρωση των εργασιών, στη λίστα με τα ιδιωτικά Μουσεία. Για το θέμα της χρηματοδότησης, μετά από πρόσκληση της τράπεζας, ζητήσαμε να συγχρηματοδοτηθεί το έργο μας από την περιφέρεια. Υποβάλαμε αναλυτική αίτηση, εγκρίθηκε από την Περιφέρεια, υπογράψαμε σύμβαση, εκτελέστηκε από εμάς υπερδιπλάσιο έργο από αυτό που είχαμε υποχρέωση να κάνουμε, μέσα στο προβλεπόμενο χρονοδιάγραμμα, και όλα έκλεισαν ομαλά, με την τελική έκθεση παραλαβής του έργου και με πολλούς επαίνους. Πολύ αργότερα όμως, ανέκυψαν διαδικαστικά προβλήματα, για τα οποία ούτε ευθύνη είχαμε ούτε μπορούσαμε να τα επηρεάσουμε. Τα προβλήματα αυτά, μας δημιούργησαν τελικά μεγαλύτερη ταλαιπωρία από το όφελος που είχαμε. Παρά ταύτα, εμείς τα αντιπαρερχόμαστε. Και αισθανόμαστε ευτυχείς για τον μαθητή που είδε σε μας «λίγο φως μες στο απέραντο σκοτάδι», αλλά και για τους χιλιάδες άλλους μαθητές που φεύγουν από τον χώρο μας ευτυχισμένοι, με την υπόσχεση «θα ξανάρθουμε». Ο καθένας ας διατηρήσει την προσωπική του αντίληψη για την έννοια της προσφοράς».

Ποια τα σχέδιά σας για το μέλλον;

«Η επισκεψιμότητα του πολυχώρου μας βρίσκεται σε σταθερά ανοδική πορεία. Μετά ένα υποχρεωτικό διετές διάλειμμα λόγω κορωνοϊού, ο αριθμός των επισκεπτών αυξάνει πλέον με εκθετική πρόοδο. Κυρίως χάρις στη στήριξη των εκπαιδευτικών. Αυτό μας δίνει κουράγιο να συνεχίσουμε. Στα σχέδιά μας, πρώτο μας μέλημα είναι η συντήρηση των εγκαταστάσεων και των αντικειμένων. Υπάρχουν βέβαια και πιο μακροπρόθεσμες σκέψεις και προγράμματα για την περαιτέρω ανάπτυξη του χώρου. Προς το παρόν όμως, παραμένουν στη σφαίρα του σχεδιασμού. Ο οικονομικός παράγοντας, αποτελεί σταθερά τον κυρίαρχο λόγο της καθυστέρησης στην περαιτέρω ανάπτυξη των προγραμμάτων μας. Το Μουσείο Θεσσαλικής Ζωής όμως ήρθε για να μείνει. Και ελπίζουμε πάντοτε ότι κάποια στιγμή θα προχωρήσουμε. Εμείς ή οι επόμενες γενιές. Ηδη τα παιδιά μας αποτελούν την έκτη και τα εγγόνια μας την έβδομη γενιά μέσα σε αυτόν τον χώρο».