Οι ρωσικές εκλογές κατέληξαν, όπως αναμενόταν, με μία ακόμη νίκη του Πούτιν. Επαιξε χωρίς αντίπαλο και κέρδισε 87%. Δικτάτορες όλων των λαών ενωθείτε.

Το αποτέλεσμα δείχνει τη βαθιά αλλαγή που έχει επέλθει στη Ρωσία με το καθεστώς Πούτιν. Η παραμονή του στην εξουσία είναι αντίστοιχη εκείνης του Στάλιν. Αλλά και τα χαρακτηριστικά του καθεστώτος είναι πλέον σταλινικά. Στις πρώτες θητείες του ο Πούτιν εξαγόραζε την ανοχή των Ρώσων με οικονομικά ανταλλάγματα. Η Ρωσία ευημερούσε, τα έσοδα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο επέτρεπαν στη μεσαία τάξη να αποκτά αυτά που οι προηγούμενες γενιές ούτε να ονειρευτούν μπορούσαν: αυτοκίνητα, ταξίδια στο εξωτερικό, καλύτερες συνθήκες ζωής, αφθονία.

Σήμερα αυτά δεν υπάρχουν. Την ανοχή έχει υποκαταστήσει ο τρόμος. Η πολύ ουσιαστική μετάλλαξη που έχει επέλθει είναι ότι το καθεστώς δεν περιορίζει πλέον τον έλεγχο και την καταστολή στη δημόσια σφαίρα. Παρεμβαίνει και ελέγχει την ιδιωτική ζωή των πολιτών. Και όχι μόνο των μειονοτήτων, ΛΟΑΤΚΙ κλπ., που διώκονται σκληρά. Οι Ρώσοι της μεσαίας τάξης που ψήφιζαν Πούτιν για να τους αφήνει ήσυχους φοβούνται πλέον για την ασφάλεια τους, για τον έλεγχο της καθημερινότητας τους. Βιβλία απαγορεύονται, συγγραφείς διώκονται, θεατρικά και κινηματογραφικά έργα λογοκρίνονται.

«Η Ρωσία δεν έχει πλέον ένα αυταρχικό καθεστώς, έχει ένα υβριδικό ολοκληρωτικό καθεστώς που δεν απαιτεί σιωπή αλλά συνενοχή από τους πολίτες του» επισημαίνει ο Αντρέι Κολέσνικοφ, διακεκριμένος Ρώσος αναλυτής στο ίδρυμα Carnegie. Και το εξηγεί με ένα συγκλονιστικό τρόπο λέγοντας ότι το καθεστώς «έχει εθνικοποιήσει το σώμα, τις σκέψεις και την ψυχή των ανθρώπων. Το σώμα θα πάει όπου διατάσσει ο στρατός. Οι ιδέες θα πρέπει να συμφωνούν με την επίσημη ιδεολογία όπως αυτή καταγράφεται στα νέα σχολικά εγχειρίδια. Και η ορθή συμπεριφορά επιβάλλεται με την απαγόρευση των βιβλίων όσων έχουν χαρακτηρισθεί ξένοι πράκτορες.»

Δεν θα έπρεπε να θεωρούμε ότι αυτή η μετάλλαξη αφορά μόνο τους Ρώσους όπως δυστυχώς δείχνει η αδιαφορία με την οποία η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη κατά πλειοψηφία αντιμετωπίζει τις εξελίξεις στη Ρωσία. Το καθεστώς αυτό είναι από τη φύση του επιθετικό. Το αποδεικνύει η εισβολή στην Ουκρανία. Το αποδεικνύει ο υβριδικός πόλεμος που αναπτύσσει σε τρίτες χώρες. Το αποδεικνύουν οι ενέργειες επιρροής εκλογικών διαδικασιών τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ. Και βεβαίως το αποδεικνύουν οι προνομιακές σχέσεις που αναπτύσσει με κόμματα της ακροδεξιάς, όπως είναι το κόμμα της Λε Πεν στη Γαλλία ή με ηγέτες όπως ο Ορμπαν που δεν χάνει ευκαιρία να εξυπηρετεί τον φίλο του Πούτιν. Για τη ρωσική ηγεσία η άνοδος αυτών των κομμάτων είναι ένας σημαντικός μοχλός πίεσης εντός της ΕΕ. Αν στις επερχόμενες ευρωεκλογές η δύναμη τους αυξηθεί η Ρωσία θα έχει συμμάχους στον πόλεμο κατά της Ουκρανίας.

Μας αφορά και στην Ελλάδα. Τα ακροδεξιά μορφώματα είχαν ανέκαθεν τη στήριξη της Μόσχας. Αναπαράγουν την προπαγάνδα και την ιδεολογία της. Δίκτυα λειτουργούν ειδικά στη Βόρειο Ελλάδα για να αξιοποιούν προς όφελος των ρωσικών συμφερόντων δεσμούς εκκλησιαστικούς, επιχειρηματικούς, δημοσιογραφικούς. Εχει αποδειχθεί η διαπλοκή συνήθως από έρευνες εκτός Ελλάδος, και δικαστικές. Γιατί αυτή η ολιγωρία; Τη δική μας δημοκρατία επιχειρούν να διαβρώσουν.

(*) Η Ινώ Αφεντούλη είναι Εκτελεστική Διευθύντρια του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων.