Η ιστορία του στεγάστρου Καλατράβα αποτελείται από τρία κεφάλαια.

Το πρώτο κεφάλαιο της ιστορίας συμβόλισε τον μεγαλοϊδεατισμό της εποχής. Της μικρής χώρας που ήταν αποφασισμένη να αποδείξει στον υπόλοιπο κόσμο πως ήταν ικανή να κάνει μεγάλα και σπουδαία πράγματα.

Το δεύτερο είναι το κεφάλαιο της αφάνειας. Όχι μόνο επειδή όσο ευμεγέθης ή εντυπωσιακή και αν είναι μια κατασκευή στο τέλος συνηθίζεται τόσο το μάτι που φτάνει να περνά απαρατήρητη.

Αλλά και επειδή ελάχιστα μπορούσε να απασχολήσει το κόστος της συντήρησής της μια χώρα που πάσχιζε να πληρώσει μισθούς και συντάξεις.

Τις μέρες αυτές γράφεται το τρίτο κεφάλαιο της ιστορίας. Αν και τεράστιος, ο όγκος του συνιστά μικρογραφία της συλλογικής μας κακοδαιμονίας.

Το έργο δεν συντηρήθηκε ούτε όταν ήρθαν καλύτερες μέρες.

Το εγχειρίδιο συντήρησης χάθηκε.

Η μελέτη, βάσει της οποίας πατήθηκε το κουμπί του πανικού, αμφισβητείται από άλλους ειδικούς, ενώ την ίδια ώρα το ακριβές της περιεχόμενο παραμένει επτασφράγιστο μυστικό.

Και ως συνήθως εμπλέκονται διάφορες υπηρεσίες που εξαιτίας της σύγχυσης των αρμοδιοτήτων χορεύουν τον χορό της ανευθυνοϋπευθυνότητας.

Ουδείς γνωρίζει σήμερα πως θα γραφτεί στο εξής η ιστορία του στεγάστρου. Θα συντηρηθεί επιτέλους και θα συνεχιστεί η ζωή του; Ή είναι πλέον τόσο ανήκεστος η βλάβη ώστε θα πρέπει να ξηλωθεί όπως έχουν φτάσει να προτείνουν κάποιοι;

Μένει να φανεί. Η ιστορία ωστόσο δεν ξηλώνεται. Εκτός από πικρή, εξάλλου, είναι και εξόχως διδακτική.