Μπορεί να επηρεαστεί ο βαθμός της πολιτικής αβεβαιότητας στην Ελλάδα έως τις εκλογές, όπως εκτιμούν ειδικοί αναλυτές μέσω του ΙΝ. Ενδεχομένως επίσης να αλλάξει η δημοσκοπική εικόνα των ελληνικών κομμάτων από το φαινόμενο “Καϊλή” και από τη βόμβα διαφθοράς του “Qatargate”, η οποία έπεσε στα θεμέλια των ευρωπαϊκών θεσμών.

Οι εξελίξεις στο Ευρωκοινοβούλιο έχει ελληνικές προεκτάσεις, γεγονός που θα μετρηθεί στις νέες δημοσκοπήσεις και μένει να φανεί κατά πόσο θα επηρεαστούν τα ποσοστά, ειδικά του ΠΑΣΟΚ. Αυτό μπορεί να κάνει πιο δύσκολες τις συνεργασίες  των κομμάτων εφόσον χρειαστεί, καθώς από το 2023 δεν ισχύει το μπόνους των 50 εδρών στο πρώτο κόμμα. Η χώρα, έτσι, κινδυνεύει να μπει σε μία περίοδο αιώνιων εκλογών, εάν δεν σχηματιστεί κυβέρνηση.

Όπως σχολιάζει χαρακτηριστικά ο οίκος αξιολόγησης Moody’s, στο in, οι νέες αποκαλύψεις ( για το Qatargate ) εισάγουν πολιτική αβεβαιότητα και ενδέχεται να επηρεάσουν το αποτέλεσμα των επερχόμενων εκλογών. Αυτό το απόσπασμα αποτελεί ένδειξη ότι ενδεχομένως να χτυπήσει κόκκινο το πολιτικό σασπένς έως τις επικείμενες εκλογές.

Το ραντάρ των διεθνών αναλυτών έχει αρχίσει να “σκανάρει” τις επικείμενες εκλογές στην Ελλάδα και τα σενάρια για το σχηματισμό κυβέρνησης ενόψει του νέου εκλογικού συστήματος.

Το αποτέλεσμα που θα βγάλει η πρώτη κάλπη με απλή αναλογική είναι καταλυτική. Τα ποσοστά θα είναι ο βασικός παράγοντας των πολιτικών εξελίξεων ενόψει του δεύτερου γύρου. Τα ποσοστά της πρώτης Κυριακής για το πρώτο κόμμα είναι, δηλαδή, αυτό που θα δημιουργήσει το πολιτικό δρόμο έως τη δεύτερη αναμέτρηση. Από την κυβέρνηση θα επιθυμούσαν ένα ποσοστό πάνω του 33% για τη Ν.Δ. και στο 29% για τον ΣΥΡΙΖΑ (παρά 30% για τη Ν.Δ.- 24% για τον ΣΥΡΙΖΑ).

Τα βασικά στοιχεία που συνθέτουν το νέο πολιτικό περιβάλλον- και βάζουν στο μικροσκόπιο οι διεθνείς αναλυτές- είναι:
1. Απλή αναλογική,
2. το σκάνδαλο των υποκλοπών θα πρωταγωνιστεί έως τις εκλογές,
3. το Qatargate ,
4. η οικονομία – ακρίβεια.
5. Βασικό στοιχείο είναι ότι για πρώτη φορά θα ψηφίζουν οι Έλληνες του εξωτερικού. Η ψήφος είναι αβέβαιη και μπορεί να αλλάξει τη ζυγαριά.

Το Qatargate και οι πιθανότητες για αυτοδυναμία και τρίτο γύρο
Μεταξύ των κατηγορουμένων για το Qatargate είναι η Ελληνίδα ευρωβουλευτής η Εύα Καϊλή, η οποία εκπροσωπεί το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, το δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης. Αυτό έρχεται να προστεθεί στο ήδη επιβαρυμένο εγχώριο πολιτικό κλίμα από το σκάνδαλο των υποκλοπών, επηρεάζοντας έτσι τις μετρήσεις των κομμάτων, αυξάντας την αβεβαιότητα για τα ποσοστά των κομμάτων και τις μετεκλογικές συνεργασίες.

Οι εκτιμήσεις των διεθνών αναλυτών συγκλίνουν στο ότι η πιθανότητα η ΝΔ να συγκεντρώσει την πλειοψηφία στον πρώτο γύρο είναι πολύ μικρή. Δίνουν χαμηλές πιθανότητες για συνεργασίες του ΣΥΡΙΖΑ με την ΝΔ ή και με τον ΠΑΣΟΚ. Καθώς το πολιτικό κόστος θα ήταν μεγάλο. Αν δεν υπάρξουν συνεργασίες στον δεύτερο γύρο, τότε ένας τρίτος γύρος είναι κίνδυνος.

Το IN συνομίλησε με κορυφαίους αναλυτές, από τους οίκους αξιολόγησης Moodys, FITCH και από το Πανεπιστήμιο Μάντσεστερ, για το μέγεθος του πολιτικού ρίσκου ενόψει του νέου εκλογικού συστήματος, όπου φαίνεται πως θα χρειαστούν παραπάνω από μία εκλογικές αναμετρήσεις για να δημιουργηθεί κυβέρνηση.


«Οι ευρωπαϊκοί Θεσμοί αντιμετωπίζουν ένα διεθνές σκάνδαλο που αφορά καταγγελίες για δωροδοκία βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ΕΚ). Μεταξύ των κατηγορουμένων είναι η Εύα Καϊλή, Ελληνίδα ευρωβουλευτής που εκπροσωπεί το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, το δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης στην Ελλάδα. Οι νέες αποκαλύψεις εισάγουν πολιτική αβεβαιότητα και ενδέχεται να επηρεάσουν το αποτέλεσμα των επερχόμενων εκλογών.

Εάν ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορέσει να σταθεροποιήσει, ή ακόμα και να αυξήσει τα δημοσκοπικά του νούμερα, οι πρόωρες εκλογές μπορούν να αποφευχθούν και οι Έλληνες θα πήγαιναν στις κάλπες το 2023. Ο πρωθυπουργός έχει καλά νέα για την οικονομία, ενώ ο αυξανόμενος πληθωρισμός φαίνεται να επιβραδύνεται. Παρόλο που το σκάνδαλο κατασκοπείας προκάλεσε σημαντικές αναταράξεις στο πολιτικό πεδίο, η βασική μας πρόβλεψη του Αυγούστου φαίνεται να υλοποιείται – ότι οι πρόωρες εκλογές δεν θα διεξαχθούν και ότι οδηγούμαστε σε μια εκλογική μάχη το δεύτερο τρίμηνο του 2023. Η υπόθεση με τις παρακολουθήσεις δημόσιων προσώπων θα εξακολουθήσει να συγκεντρώνει την προσοχή των μέσων ενημέρωσης και αυτό θα συνεχίσει σχεδόν σίγουρα κατά τη διάρκεια των εκλογών.

Βασικό στοιχείο είναι ότι για πρώτη φορά θα μπορούν να ψηφίσουν οι Έλληνες που ζουν στο εξωτερικό. Η επιλογή των Ελλήνων ομογενών είναι αβέβαιη, αλλά θα μπορούσε να αλλάξει τη ζυγαριά σε κάθε περίπτωση. Υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα στα σενάρια. Χωρίς τις έδρες-μπόνους, ο νικητής αυτών των εκλογών πιθανότατα θα πρέπει να κερδίσει την υποστήριξη της αντιπολίτευσης για μια κυβέρνηση συνασπισμού ή να αντιμετωπίσει έναν δεύτερο ή και τρίτο γύρο.

Η πιθανότητα ο Μητσοτάκης να συγκεντρώσει την πλειοψηφία στον πρώτο γύρο είναι πολύ μικρή, ωστόσο οι ψήφοι των ομογενών θα μπορούσαν να μετατοπίσουν το ρεύμα στον δεύτερο γύρο προς την βασική μας υπόθεση.

Δυνητικά η ηγεσία της αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να καταφέρει να σχηματίσει συνασπισμό. Δίνουμε χαμηλές πιθανότητες σε αυτό το σενάριο, καθώς το πολιτικό κόστος για τα εμπλεκόμενα μέρη θα ήταν μεγάλο. Εάν αυτό αποτύχει και υπάρξει δεύτερος γύρος, υποθέτουμε ότι οι Έλληνες θα θέλουν να αποφύγουν αιώνιες εκλογές που θα έπλητταν περαιτέρω την οικονομία.

Ένας τρίτος γύρος είναι επομένως ένας κίνδυνος. Αλλά εάν υπάρξει, οι οικονομικές προοπτικές για το 2023 θα αλλάξουν σημαντικά με καθοδικές πιέσεις στο ΑΕΠ λόγω της αβεβαιότητας, των υψηλότερων επιτοκίων και του δημόσιου χρέους. Παρατηρούμε έναν επιπλέον κίνδυνο σε σχέση με την αρχική πρόβλεψη. Μετά τη Μεγάλη Ύφεση, η ελληνική πολιτική αστάθεια συνέβαλε στη σημαντική αποδυνάμωση της οικονομίας και στην χρεοκοπία το 2015. Η επιβράδυνση του ΑΕΠ σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με το καταναλωτικό κλίμα και την ιδιωτική κατανάλωση. Εάν συμβεί το σενάριο των αιώνιων εκλογών, αναμένουμε ότι το ιστορικό μοτίβο θα επαναληφθεί, καθιστώντας αναγκαία την αναθεώρηση προς τα κάτω της βασικής μας πρόβλεψης ΑΕΠ για το 2023».


«Οι βουλευτικές εκλογές αναπόφευκτα συνδέονται με κάποιο βαθμό αβεβαιότητας για την οικονομική πολιτική. Όμως, τα τελευταία χρόνια παρατηρήσαμε μια πιο εποικοδομητική σχέση μεταξύ των ελληνικών κυβερνήσεων –νυν και προηγούμενων– και των ευρωπαίων και διεθνών πιστωτών, στο πλαίσιο ενός πιο σταθερού πολιτικού παρασκηνίου.

Αυτό το σταθερό πολιτικό σκηνικό είναι ένας σημαντικός παράγοντας για την αξιολόγησή μας και έχει συμβάλει στην ανοδικό momentum της αξιολόγησης της Ελλάδας. Η βάση μας είναι ότι η πολιτική κατάσταση θα παραμείνει σε γενικές γραμμές σταθερή μετά τις βουλευτικές εκλογές του 2023».


«Οι εκλογές του 2023 εμπεριέχουν ένα στοιχείο αβεβαιότητας το οποίο μπορεί να αποδειχθεί επιζήμιο για την ελληνική οικονομία. Οι δύο εκλογικές αναμετρήσεις που, κατά πάσα πιθανότητα, θα χρειαστούν για τον σχηματισμό κυβέρνησης επηρεάζουν αρνητικά την ψυχολογία ξένων επενδυτών, ιδιαίτερα για μία χώρα η οποία δεν έχει κουλτούρα συνεννόησης και πολιτικών συμμαχιών. Το πλαίσιο πιθανών κυβερνητικών συμμαχιών το 2023 είναι δυσκολότερο από εκείνο των μνημονιακών χρόνων. Τότε, ο άμεσος κίνδυνος κατάρρευσης της χώρας λειτουργούσε ως αρμός για το σχηματισμό συνεργασιών. Επίσης, η τότε πόλωση των δύο στρατοπέδων (μνημόνιο – αντι μνημόνιο) έκανε τον διαχωρισμό «εχθρών» και «φίλων» ευκολότερο.

Σήμερα το μνημονιακό δίπολο δεν υπάρχει πια και η χώρα βγήκε από την στενή οικονομική εποπτεία των δανειστών. Οι οικονομικές επιλογές δεν είναι τόσο ασφυκτικά καθορισμένες και η δημοσκοπική άνοδος το ΠΑΣΟΚ – που το καθιστά απαραίτητο κυβερνητικό εταίρο και για την ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ – περιπλέκει περισσότερο τα πράγματα.
Από την άλλη μεριά οι εκλογές του 2023 δεν έχουν τα δραματικά χαρακτηριστικά των εκλογών του 2012 και του 2015. Το ζητούμενο πλέον δεν είναι η παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη. Οι βασικοί κανόνες του παιγνιδιού δεν αμφισβητούνται από κανέναν. Κανείς δεν μιλά για «καθεστωτική αλλαγή» ή για αλλαγή του οικονομικού μοντέλου προς μία κατεύθυνση που θα φέρει την Ελλάδα σε τροχιά σύγκρουσης με τους εταίρους της.

Από αυτή την άποψη οι άμεσα ορατοί κίνδυνοι έχουν μειωθεί. Βέβαια η πρόσφατη ιστορία μας διδάσκει ότι η καταστροφή της χώρας δεν είναι πάντα αποτέλεσμα «τοτεμικών συγκρούσεων». Η Ελλάδα μπορεί να υπνοβατήσει προς μία νέα κρίση είτε γιατί τα κόμματα δεν προετοιμάστηκαν αρκετά ώστε να διαχειριστούν τις νέες πολιτικές πραγματικότητες είτε γιατί δεν θέλησαν να θυσιάσουν το «ελάσσων» προκειμένου να προστατεύσουν το «μείζων»».