Θα μπορούσε το καλοκαίρι του 2022 να είναι για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις μία επανάληψη του δραματικού θέρους του 2020; Αν ακολουθήσει κανείς την άποψη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος στην πρόσφατη συνέντευξή του στο «Βήμα» τόνισε ότι «η τουρκική επιθετικότητα είναι σαν καρδιογράφημα», τότε είναι σαφές ότι σήμερα οι διμερείς σχέσεις διέρχονται πάλι μία φάση σπασμών, όταν μέχρι πρόσφατα στις αρχές του έτους υπήρχε μία σχετική ύφεση. Επομένως, τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί – αν και η ανάλυση έμπειρων παραγόντων είναι ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία διαμορφώνει ένα πλαίσιο περιοριστικό για ανεύθυνες περιπέτειες.

 

Στο προσκήνιο πάλι το Μεταναστευτικό

Τόσο η ρητορική όσο και η πρακτική της τουρκικής κυβέρνησης, που πλέον επαναφέρει και το Μεταναστευτικό στο προσκήνιο καθώς οι αριθμοί δείχνουν σημαντική αύξηση των ροών προς τα ελληνικά νησιά αλλά και τον Εβρο σε σχέση με το 2020 και το 2021, υποδηλώνουν ότι όλα τα ενδεχόμενα παραμένουν ανοιχτά. Στο Μέγαρο Μαξίμου και στα υπουργεία Εξωτερικών και Εθνικής Αμυνας εκφράζεται η ανησυχία ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ενδέχεται να κλιμακώσει επικίνδυνα την κατάσταση σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο ως μέρος ενός πολυπαραγοντικού παιγνίου το οποίο έχει ξεκινήσει για την ικανοποίηση μιας σειράς στόχων, τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό της Τουρκίας, όπου αισθάνεται σοβαρή πίεση λόγω της δυσχερούς οικονομικής κατάστασης και της πίεσης της αντιπολίτευσης.

Τουρκικό παζάρι με όλα στο τραπέζι

Το συγκεκριμένο παίγνιο δεν αφορά μόνο την Ελλάδα φυσικά. Η Αγκυρα έχει εντάξει σε αυτό, κατά την πάγια τακτική της, όποιο θέμα κρίνει ότι διευρύνει την ατζέντα με σκοπό να αποκομίσει οφέλη. Και τούτο χωρίς να ενδιαφέρεται αν ορισμένοι από τους στόχους της μπορεί να μοιάζουν αντικρουόμενοι, αρκεί να εντάσσονται στην αυτοεικόνα της μεγάλης δύναμης την οποία όλοι έχουν ανάγκη, που έχει φιλοτεχνήσει για τον εαυτό της.

Η έγερση προσκομμάτων στην ταχεία πρόσκληση του ΝΑΤΟ προς τη Σουηδία και τη Φινλανδία να γίνουν μέλη του, με αφορμή την παρουσία Κούρδων αλλά και γκιουλενιστών στις χώρες αυτές αλλά επίσης με αίτημα να αρθεί το εμπάργκο όπλων που η Στοκχόλμη και το Ελσίνκι έχουν επιβάλει στην Τουρκία μετά το 2019 (όπως φαίνεται ετοιμάζεται να πράξει το Λονδίνο), αποτελεί κομμάτι του παζλ. «Η τουρκική κυβέρνηση πιστεύει ότι η συναίνεσή της στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ έχει μία αξία και κοιτά πώς να την κεφαλαιοποιήσει. Δεν νομίζω ότι είχε σκεφθεί εκ των προτέρων ποιες θα ήταν οι τελικές απαιτήσεις της, όσο κοιτούσε τι ανταλλάγματα θα μπορούσε να λάβει» λέει στο «Βήμα» ο Χάουαρντ Αϊζενστατ, ειδικός σε θέματα Τουρκίας στο Πανεπιστήμιο St. Lawrence και αναλυτής στο Middle East Institute. «Στο ενδιάμεσο», προσθέτει, «βλέπει οφέλη από την υπενθύμιση προς τους συμμάχους της ότι πρέπει να ικανοποιηθούν οι στρατηγικές της ανάγκες, ενώ στο εσωτερικό δείχνει ότι μάχεται για τα εθνικά συμφέροντα. Μακροπρόθεσμα όμως αυτή η πολιτική μπορεί να έχει κόστος».

Τα μαχητικά αεροσκάφη και το χαρτί του Κουρδικού

Η ενόχληση για την επισήμανση του κ. Μητσοτάκη στις επαφές του στις Ηνωμένες Πολιτείες περί της προμήθειας F-16 στην Τουρκία τροφοδοτεί επίσης την καχυποψία κατά των Αμερικανών. Η Αγκυρα παρακάμπτει με ελαφρότητα το πολυετές φλερτ της με τη Ρωσία (που κορυφώθηκε με την αγορά των S-400) και θέλει τόσο να αγοράσει νέα F-16 ή να αναβαθμίσει παλαιότερα, αλλά και να επιστρέψει στο πρόγραμμα των F-35 παρά τις κυρώσεις. Στηρίζεται σε αυτή την προσπάθειά της από αμερικανούς αξιωματούχους, γνωστούς στην ελληνική πλευρά, τόσο στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ όσο και στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας και δεν αποκλείεται να θεωρεί ότι απολαμβάνει κάποιου είδους ασυλία. Ωστόσο, το τείχος του Κογκρέσου μοιάζει προς το παρόν ανυπέρβλητο.

Ο κ. Ερντογάν ανασύρει πάλι το χαρτί του Κουρδικού, όπου οι ενδείξεις συγκλίνουν ότι επίκειται νέα ευρείας κλίμακας επιχείρηση για διεύρυνση της ζώνης ασφαλείας στη Βόρεια Συρία – μία κίνηση που εικάζεται ότι μπορεί να τονώσει την απήχησή του στις δημοσκοπήσεις. Παράλληλα, επιταχύνει την προσπάθεια επαναπροσέγγισης με χώρες όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Ισραήλ (το οποίο επισκέφθηκε ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου αλλά χωρίς τον υπουργό Ενέργειας Φατίχ Ντονμέζ) και η Αίγυπτος (όπου τουρκική αντιπροσωπεία υπό τον υπουργό Οικονομικών Νουρεντίν Νεμπατί μεταβαίνει τις προσεχείς ημέρες).

Η προσωπική σύγκρουση

«Δεν υπάρχει πια Μητσοτάκης για μένα» δήλωσε πριν από λίγες ημέρες ο τούρκος πρόεδρος, εκφράζοντας τη σφοδρή ενόχλησή του για την εμφάνιση του έλληνα πρωθυπουργού στο Κογκρέσο και τις επαφές που είχε με τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον. Μοιάζει πάντως δύσκολο για τον κ. Ερντογάν να χωνέψει ότι ένας έλληνας πρωθυπουργός βρέθηκε στην Ουάσιγκτον, ενώ εκείνος δεν διαθέτει πια την άνετη πρόσβαση που είχε επί προεδρίας Τραμπ και, παράλληλα, ακούγεται απλά ανέφικτο ο ηγέτης μιας χώρας στην οποία τα ανθρώπινα δικαιώματα βρίσκονται ουσιαστικά υπό διωγμό να μιλήσει ποτέ ενώπιον του Κογκρέσου.

«Στη συνάντηση που είχα μαζί του», πρόσθεσε ο κ. Ερντογάν, αναφερόμενος στις τετ α τετ συνομιλίες που είχε με τον κ. Μητσοτάκη στις 13 Μαρτίου στην Κωνσταντινούπολη, «συμφωνήσαμε ότι δεν πρέπει να βάλουμε τρίτες χώρες μεταξύ μας». Τόνισε επίσης ότι δεν θα αποδεχθεί να γίνει η συνάντηση του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών. Η πραγματικότητα είναι όμως, ξεκαθαρίζουν έγκυρες πηγές, ότι ουδέποτε συμφωνήθηκε κατηγορηματικά η πραγματοποίηση αυτής της συνάντησης, καθώς θα εξαρτάτο από τη διατήρηση ενός ήρεμου και θετικού κλίματος στις διμερείς σχέσεις.

Η απάντηση Μητσοτάκη

Η απάντηση του έλληνα πρωθυπουργού ήρθε σε δύο δόσεις, τόσο από το Νταβός της Ελβετίας όπου συμμετείχε στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, όσο και από τη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου προχθές, Παρασκευή. «Η δυνατή Ελλάδα ενοχλεί κάποιους» είπε, αναφερόμενος προφανώς στον παροξυσμό τούρκων αξιωματούχων και μέσων ενημέρωσης της γείτονος που μιλούν για τη «χρεοκοπημένη Ελλάδα» που εξοπλίζεται και μετατρέπει τη χώρα σε «αμερικανική βάση», ενώ στηλιτεύοντας τις τουρκικές κινήσεις πρόσθεσε πως «όσο μας προκαλούν με λεονταρισμούς, περιθωριοποιούνται και εκτίθενται». Καθώς μάλιστα σε ακριβώς έναν μήνα διεξάγεται στη Μαδρίτη η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ (28-30 Ιουνίου), η «συνύπαρξη» των δύο ηγετών αναμένεται με ενδιαφέρον.
Ο τούρκος πρόεδρος είπε ουσιαστικά ότι είχε συμφωνήσει με τον κ. Μητσοτάκη ότι δεν θα εμπλακούν τρίτα μέρη στα ελληνοτουρκικά, αλλά ο έλληνας πρωθυπουργός αθέτησε την υπόσχεσή του. Πηγές με μεγάλη εμπειρία στη διαχείριση των ελληνοτουρκικών σχέσεων σημείωναν όμως ότι άλλη μία πάγια τακτική της Αγκυρας είναι τόσο να δημοσιοποιεί εμπιστευτικές συζητήσεις, όσο και να ερμηνεύει κατά το δοκούν το περιεχόμενό τους. Το δε παράδειγμα του Ιουλίου του 2020, όταν η Ελλάδα και η Τουρκία συνομιλούσαν υπό τη διαμεσολάβηση της Γερμανίας για εκτόνωση της έντασης και την ίδια στιγμή η Αγκυρα αποφάσισε να βγάλει στην Ανατολική Μεσόγειο το ερευνητικό σκάφος «Oruc Reis», ενώ η Αθήνα και το Βερολίνο ανέμεναν μία συμφωνία επί του περιεχομένου του πρώτου Πρωτοκόλλου του Βερολίνου (που είχε αποκαλύψει «Το Βήμα»), μιλάει από μόνο του.

Οι υπονομευτικές δηλώσεις

Το κλίμα που ορισμένοι ήλπιζαν ότι θα επικρατούσε μετά την Κωνσταντινούπολη ουδέποτε σταθεροποιήθηκε, καθώς ο υπουργός Αμυνας της Τουρκίας Χουλουσί Ακάρ δεν έπαυσε ούτε στιγμή να κάνει δηλώσεις που το υπονόμευαν, ενώ πλέον στην εξίσωση εισήλθε και ο κ. Τσαβούσογλου. Κορωνίδα των τουρκικών κινήσεων ήταν η επιχειρηματολογία της Αγκυρας περί της «κυριαρχίας υπό όρους» που ασκεί η Ελλάδα στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και στα Δωδεκάνησα, όπου ως «όρος» νοείται, πάντα κατά την Αγκυρα, η αποστρατιωτικοποίηση που περιλαμβάνεται στις Συνθήκες της Λωζάννης (1923) και των Παρισίων (1947).
Η Αθήνα απάντησε στις 25 Μαΐου (όπως πρώτο αποκάλυψε «Το Βήμα») στις τουρκικές αιτιάσεις με επιστολή της μονίμου αντιπροσώπου της χώρας στα Ηνωμένα Εθνη Μαρίας Θεοφίλη προς τον γενικό γραμματέα Αντόνιο Γκουτέρες στην προηγούμενη επιστολή του τούρκου ομολόγου της Φεριντούν Σινιρλίογλου. Η ελληνική επιστολή, στη συγγραφή της οποίας όπως γνωρίζει «Το Βήμα» συνέβαλαν έλληνες και ξένοι νομικοί, μπορεί ελαφρώς να καθυστέρησε, αλλά απαντά πολύ καθαρά ότι δεν υφίσταται κυριαρχία υπό όρους. Η δε επιλογή της αποστολής της μετά το ταξίδι στην Ουάσιγκτον δεν ήταν τυχαία, καθώς δεν υπήρχε κανένας λόγος να τροφοδοτηθεί η ένταση και να «τουρκοποιηθεί» η επίσκεψη.
Καθώς δε οι διερευνητικές επαφές έχουν περιέλθει, τουλάχιστον υπό την παρούσα μορφή τους, σε απόλυτο αδιέξοδο, η ελπίδα είχε εναποτεθεί σε μία συνάντηση στο πλαίσιο των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ). Αυτός ο δίαυλος μεταξύ στρατιωτικών όμως, που εκ των πραγμάτων είναι δύσκολος εξαιτίας της τεχνικής περιπλοκότητας των ζητημάτων, ήταν εξαρχής ασταθής και η καχυποψία ξεχειλίζει. Σύμφωνα με μία γραμμή ανάλυσης, είναι αδύνατο οι δύο πλευρές να συμφωνήσουν επί τίνος ακριβώς αντικειμένου θα συζητήσουν, αν και η κατηγοριοποίηση των μέτρων είναι μάλλον σαφής. Το δε μπαράζ υπερπτήσεων άνωθεν ελληνικών κατοικημένων νησιών, η προσέγγιση τουρκικών μαχητικών αεροσκαφών στα 2,5 ναυτικά μίλια από την Αλεξανδρούπολη και η ανταλλαγή εμπρηστικών δηλώσεων «πάγωσαν» τόσο τα ΜΟΕ όσο και τη «θετική ατζέντα» των κ.κ. Κώστα Φραγκογιάννη και Σεντάτ Ονάλ, ενώ το σκηνικό συμπλήρωσε η έξοδος του μικρού τουρκικού ερευνητικού «Yunus» εν μέσω και της ελληνικής άσκησης «Καταιγίδα 2022».

Επιτάχυνση για τα F-35

Την ώρα που η τουρκική ηγεσία κομπάζει για τη σταδιακή είσοδο των νέων υποβρυχίων τύπου 214 στον στόλο της, η Αθήνα δεν κάθεται με σταυρωμένα χέρια. Οι συζητήσεις που διεξήχθησαν τις ημέρες που προηγήθηκαν στο Πεντάγωνο μεταξύ αντιπροσώπων της αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας και της εταιρείας Lockheed Martin και στελεχών της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας έστειλαν θετικά μηνύματα στο μέτωπο των αεροσκαφών F-35, ενώ παράλληλα αναμένονται σύντομα οι εισηγήσεις του Πολεμικού Ναυτικού για τις κορβέτες. Οπως «Το Βήμα» πληροφορείται, εκτιμάται ότι το 90% της επιστολής ενδιαφέροντος (Letter of Request – LoR) από την ελληνική πλευρά με σκοπό μία επιστολή αποδοχής (Letter of Acceptance – LoA) από τους Αμερικανούς έχει σχεδόν ολοκληρωθεί. Ο σκοπός είναι, όπως είχε διαφανεί ήδη από την επίσκεψη Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον, η LoR να αποσταλεί εντός του Ιουνίου για να κερδίσει η Ελλάδα χρόνο στις παραδόσεις. Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι στο τραπέζι βρίσκεται ένα σενάριο για απόκτηση 20 F-35, με option για άλλα 20 σε επόμενη φάση. Αν τηρηθούν οι προθεσμίες και συμφωνηθεί η αγορά εντός του 2023, τότε η Ελλάδα θα μπορούσε να παραλάβει τέσσερα αεροσκάφη 5ης γενιάς το 2028 (ίσως και κάποιο/α εξ αυτών το 2027), με τους πιλότους να λαμβάνουν την απαραίτητη εκπαίδευση. Οι δύο πλευρές συζήτησαν για 10ετές πρόγραμμα πληρωμών (2023-2033), με τα τελευταία αεροσκάφη να εντάσσονται στο ελληνικό οπλοστάσιο το 2032. Με δεδομένο δε ότι η Αγκυρα θα αντιμετωπίσει προσκόμματα τόσο για την προμήθεια F-16 όσο και για εκείνη των F-35, τότε διαφαίνεται ένα κρίσιμο παράθυρο ευκαιρίας για την Πολεμική Αεροπορία.

Βγαίνουν πάλι τα γεωτρύπαναΗ Αθήνα παρατηρεί προσεκτικά τις ανακοινώσεις της Αγκυρας περί απόκτησης τέταρτου πλωτού γεωτρύπανου, του «Cobalt Explorer», το οποίο έχει ήδη μετακινηθεί στον κόλπο της Μερσίνης και ετοιμάζεται για νέες ερευνητικές δραστηριότητες στην Ανατολική Μεσόγειο. Το Οικόπεδο 6 της κυπριακής ΑΟΖ μοιάζει ο πιθανότερος στόχος της Τουρκίας, καθώς στο κοίτασμα «Κρόνος-1» εντός αυτού προγραμματίζεται προσεχώς επιβεβαιωτική γεώτρηση της κοινοπραξίας Eni/Total.