Αντιστεκόμαστε στον χρόνο περισσότερο από παλιά; Μας τρομοκρατεί το μέλλον; Συνιστά η νοσταλγία χαρακτηριστικό στοιχείο της πολιτικής ρητορικής σήμερα; Οι υπέρμαχοι του Brexit υπόσχονται να ανακτήσουν την εξουσία από τις Βρυξέλλες και να επιστρέψουν στην ασφάλεια του αυτεξούσιου έθνους. Ο Ντόναλντ Τραμπ επιβλήθηκε με το σύνθημα ότι θα ξανακάνει την Αμερική μεγάλη και θα επαναφέρει το χαμένο της μεγαλείο.

Οι ισλαμιστές επιζητούν την ανασύσταση του χαλιφάτου και την επιστροφή στις ρίζες του Ισλάμ ενώ αρκετοί στην Ευρώπη νοσταλγούν την επάνοδο στην «καλή εποχή» των εθνικών νομισμάτων. Ο κόσμος είναι σαν να θέλει να επιστρέψει στην ασφάλεια του παρελθόντος που με τη σειρά του φαίνεται να αποτελεί το υπόδειγμα για το μέλλον.

Το χάσμα μεταξύ των λεγόμενων «ελίτ» και του «λαού», που διευρύνεται παγκοσμίως, ωθεί ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού στο να νοσταλγεί το παρελθόν, να αποζητά τις εργασιακές συνθήκες και την όποια σταθερότητα απολάμβανε τότε. Η αίσθηση της ρευστότητας και της ανασφάλειας οδηγεί στη νοσταλγία του παρελθόντος και όχι στην επιθυμία του μέλλοντος. Το μέλλον φαίνεται να είναι για τις προνομιούχες ελίτ ενώ οι απλοί άνθρωποι επιστρέφουν στο παρελθόν. Ενδεχομένως ο έντονος ρυθμός αλλαγών να είναι αυτός που επιτείνει αυτό το αίσθημα της νοσταλγίας. Ο ίλιγγος της παγκοσμιοποίησης, η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και η ρομποτοποίηση της καθημερινότητας με την απώλεια θέσεων απασχόλησης προκαλούν μεγαλύτερη αβεβαιότητα σε σχέση με τις τυχόν διευκολύνσεις που προσφέρουν. Πολλοί άνθρωποι έχουν χάσει την πίστη τους σε ένα καλύτερο αύριο ενώ το άγχος του παρόντος τούς στρέφει στην ασφάλεια του παρελθόντος και τους κάνει να ανθίστανται στις αλλαγές.

Αλλά και στον χώρο της ψυχαγωγίας διαβλέπουμε την επιστροφή σε ένα μυθικό και ηρωικό παρελθόν («Game of Thrones», «Downton Abbey»). Το παρελθόν είτε με την άνθηση του ιστορικού μυθιστορήματος ή του κινηματογραφικού ιστορικού δράματος εξακολουθεί να μας γοητεύει και να μας προσφέρει τους διαθλαστικούς φακούς θέασης του παρόντος. Επιπλέον αρχειοθετείται περισσότερο από κάθε άλλη εποχή καθώς η τεχνολογία καθιστά προσβάσιμο τεράστιο όγκο αρχειακών δεδομένων και ξαναζωντανεύει τις παρελθούσες στιγμές με τις άπειρες φωτογραφίες που μπορούν να αποθηκευθούν στα δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης ή στα κινητά τηλέφωνα. Στον επιστημονικό τομέα οι σπουδές μνήμης (memory studies) και πολιτισμικής κληρονομιάς (heritage studies), καίτοι αντιμετωπίζουν το παρελθόν κριτικά, ανθούν, αναδεικνύοντας με άλλο τρόπο τη σημασία του στο σήμερα. Ζούμε άραγε με τη νοσταλγία και τις μνήμες του παρελθόντος περισσότερο από άλλες εποχές; Το αντιμετωπίζουμε σήμερα πιο κριτικά και υποψιασμένα ή οδηγούμαστε στην υβριδοποίηση παρόντος-παρελθόντος;

Η διάκριση του Hayden White μεταξύ «ιστορικού» και «πρακτικού» παρελθόντος, δηλαδή μεταξύ του παρελθόντος των ιστορικών και αυτό των απλών ανθρώπων, μπορεί να μας διαφωτίσει για τη «λαϊκή» χρήση του παρελθόντος. Το πρακτικό παρελθόν συνιστά μια φαντασιακή πραγματικότητα για απλούς ανθρώπους και πολιτικούς, ένα αποταμιευτήριο μνήμης, παραδειγμάτων και γεγονότων που το αξιοποιούν κατά βούληση στην καθημερινότητά τους σε αντίθεση με το ιστορικό παρελθόν που αφορά την επιδίωξη της εξακρίβωσής του από τους ιστορικούς.

Μετά την αναθεώρηση του παρελθόντος και την τελεολογία του μέλλοντος ως γνωρίσματα της νεωτερικότητας, το παρελθόν φαίνεται να επανέρχεται στη σκέψη πολλών ως το νοσταλγικό και απατηλό καταφύγιο, γεγονός που εξηγεί όχι μόνο τις διεθνείς πολιτικές τάσεις της εποχής μας αλλά και το πώς η κρίση στην Ελλάδα έστρεψε πολλούς στη νοσταλγική αναπόληση του παρελθόντος, θυμίζοντας την παλαιότερη προειδοποίηση του ποιητή Μιχάλη Κατσαρού: «Μην αμελήσετε/ πάρτε μαζί σας νερό/ το μέλλον μας έχει πολλή ξηρασία». Ο επιμελητής όμως της documenta 14 είναι πιο αισιόδοξος και θεωρεί ότι η κρίση καθιστά την Αθήνα ίσως την πιο παραγωγική τοποθεσία για να σκεφτούμε το μέλλον.
O κ. Δημήτρης Tζιόβας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Birmingham της Aγγλίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ