Η βρετανική ψήφος υπέρ της αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) πηγάζει από συγκεκριμένους βρετανικούς λόγους. Παρ’ όλα αυτά σηματοδοτεί μια ευρεία λαϊκιστική / εθνικιστική επίθεση –τουλάχιστον στις ανεπτυγμένες οικονομίες –κατά της παγκοσμιοποίησης, του ελεύθερου εμπορίου, του offshoring, των προσανατολισμένων στην αγορά πολιτικών, των υπερεθνικών θεσμών, ακόμη και της τεχνολογικής αλλαγής. Αυτές οι τάσεις μειώνουν τους μισθούς και την εργασία για τους ανειδίκευτους εργάτες στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές οικονομίες και τους αυξάνουν στις αναπτυσσόμενες οικονομίες.
Οι καταναλωτές στις ανεπτυγμένες οικονομίες ωφελούνται από τη μείωση στις τιμές των εμπορευμάτων, αλλά οι ανειδίκευτοι και ημι-ειδικευμένοι εργάτες χάνουν εισόδημα και οι δουλειές τους απειλούνται. Στην ψήφο του Brexit οι διαχωριστικές γραμμές ήταν ξεκάθαρες: πλούσιοι και φτωχοί, κερδισμένοι και χαμένοι του εμπορίου και της παγκοσμιοποίησης, ειδικευμένοι και ανειδίκευτοι εργαζόμενοι, μορφωμένοι και λιγότερο μορφωμένοι, νέοι και ηλικιωμένοι, αστικός και αγροτικός πληθυσμός, και πολυπολιτισμικές και πιο ομοιογενείς κοινότητες. Οι ίδιες διαχωριστικές γραμμές υπάρχουν και σε άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών και της ηπειρωτικής Ευρώπης. Με τις πιο ελαστικές οικονομίες και αγορές εργασίας τους, οι ΗΠΑ και η Βρετανία κατάφεραν να συνέλθουν πιο γρήγορα από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 σε σχέση με την ηπειρωτική Ευρώπη. Η δημιουργία θέσεων εργασίας ήταν αξιόλογη, με την ανεργία να πέφτει κάτω από το 5%, ακόμη και αν οι πραγματικοί μισθοί δεν αυξάνονταν πολύ. Ωστόσο, στις ΗΠΑ ο Ντόναλντ Τραμπ έχει γίνει ο ήρωας των οργισμένων εργατών που απειλούνται από το εμπόριο, τη μετανάστευση και την τεχνολογική αλλαγή. Στη Βρετανία το Brexit ενισχύθηκε από τον φόβο ότι μετανάστες από πιο φτωχές ευρωπαϊκές χώρες (ο παροιμιώδης «πολωνός υδραυλικός») θα έπαιρναν τις δουλειές και τα επιδόματα των πολιτών.
Διπλό πρόβλημα για το πολιτικό κατεστημένο
Στην ηπειρωτική Ευρώπη ωστόσο και στην ευρωζώνη οι οικονομικές συνθήκες είναι πολύ χειρότερες. Το μέσο ποσοστό ανεργίας ξεπερνά το 10% (και είναι πολύ υψηλότερο στην περιφέρεια της ευρωζώνης –ξεπερνά το 20% σε Ελλάδα και Ισπανία) με την ανεργία μεταξύ των νέων να είναι πάνω από 30%. Στις περισσότερες από αυτές τις χώρες η δημιουργία θέσεων εργασίας είναι αναιμική, οι πραγματικοί μισθοί μειώνονται και οι οργανωμένοι σε συνδικάτα εργαζόμενοι έχουν καλές αποδοχές και προνόμια ενώ οι νέοι εργαζόμενοι εργάζονται σε επισφαλείς θέσεις με χαμηλότερους μισθούς και λίγα ή καθόλου προνόμια.
Πολιτικά οι επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης είναι διττές. Πρώτον, τα κόμματα του κατεστημένου, τόσο στα δεξιά όσο και στα αριστερά, που εδώ και μια γενεά υποστηρίζουν το ελεύθερο εμπόριο και την παγκοσμιοποίηση, δοκιμάζονται από λαϊκιστικά, εθνικιστικά, μη παραδοσιακά κόμματα. Δεύτερον, τα κόμματα του κατεστημένου αντιμετωπίζουν εσωτερικά προβλήματα με τους αντιπάλους της παγκοσμιοποίησης να προκαλούν την κυρίαρχη ορθοδοξία. Οι μεγαλύτερες διαιρέσεις εμφανίστηκαν στα κεντροδεξιά κόμματα. Αυτά τα κόμματα –οι Ρεπουμπλικανοί στις ΗΠΑ, οι Τόρις στη Βρετανία και τα κεντροδεξιά κόμματα στην ηπειρωτική Ευρώπη –ήρθαν αντιμέτωπα με μια επανάσταση κατά των αρχηγών τους.
Οι Ρεπουμπλικανοί και η άβολη αλήθεια
Η άνοδος του Τραμπ –που είναι κατά του εμπορίου, κατά της μετανάστευσης, κατά των Μουσουλμάνων και τοπικιστικής –είναι μια αντανάκλαση μιας άβολης αλήθειας για τους Ρεπουμπλικανούς: ο μέσος ψηφοφόρος τους βρίσκεται πιο κοντά σε εκείνους που έχουν χάσει από την παγκοσμιοποίηση. Στην περιφερειακή Ευρώπη τα κόμματα κατά του κατεστημένου έρχονται από τα αριστερά: ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, το Κίνημα Πέντε Αστέρων στην Ιταλία, το ισπανικό Podemos και αριστερά κόμματα στην Πορτογαλία. Στον ευρωπαϊκό πυρήνα, από τα δεξιά: Αυστρία, Ολλανδία, Δανία, Φινλανδία, Σουηδία και αλλού. Ομως παραμένουν μειοψηφία. Ακόμη και ο ΣΥΡΙΖΑ, από τη στιγμή που βρέθηκε στην εξουσία, έκανε πίσω και αποδέχθηκε τη λιτότητα, καθώς η έξοδος από την ΕΕ θα ήταν πιο επιζήμια. Και οι πρόσφατες εκλογές στην Ισπανία, τρεις ημέρες μετά το βρετανικό δημοψήφισμα, δείχνουν ότι παρά την υψηλή ανεργία, τη λιτότητα, τις επώδυνες μεταρρυθμίσεις, οι μετριοπαθείς φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις παραμένουν η πλειοψηφία. Στην ηπειρωτική Ευρώπη τα κόμματα του κατεστημένου παραμένουν στην εξουσία επειδή οι χώρες τους συνεχίζουν να διατηρούν συστήματα κοινωνικής πρόνοιας. Η επίθεση κατά της παγκοσμιοποίησης είναι πραγματική και μεγαλώνει. Αλλά μπορεί να περιοριστεί με πολιτικές που θα αποζημιώνουν τους εργαζομένους που χάνουν από αυτήν. Μόνο αν εφαρμοστούν τέτοιες πολιτικές, οι χαμένοι της παγκοσμιοποίησης θα ενωθούν με τους κερδισμένους.
Ο κ. Nouriel Roubini είναι καθηγητής στη Stern School of Business του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης και πρόεδρος της Roubini Global Economics.
HeliosPlus