Ηταν μία από εκείνες τις μαγικές στιγμές που μπαίνεις στην πρόβα σαν λαθρεπιβάτης και πολύ σύντομα καταλαβαίνεις ότι αυτό που ετοιμάζεται με κόπο και αγωνία ως την πρεμιέρα του είναι κάτι πολύ ειλικρινές, που πάλλεται από ενέργεια και ανυπομονεί να μοιραστεί με το κοινό τους χυμούς του. Το έργο «Συγγνώμη» της 31χρονης Καταλανής Μάρτα Μπουτσάκα, σε μετάφραση Μαρίας Χατζηεμμανουήλ, που φιλοξενείται στο θέατρο Σταθμός στο Μεταξουργείο, χτυπάει φλέβα, παίζει με τις ευαίσθητες χορδές μας και επιτέλους μιλάει με γλώσσα σύγχρονη για όλα όσα έχουμε ήδη γίνει ή κινδυνεύουμε να γίνουμε.
Μέσα από αλλεπάλληλα φλας μπακ, δυνατές σκηνές και διαλόγους το έργο καταπιάνεται με ένα θέμα που καίει, απ’ όπου κι αν προσπαθήσεις να το πιάσεις: την ακραία βία, όπως αυτή εκδηλώνεται σε μια παρέα νέων παιδιών, τον ρόλο της οικογένειας μέσα σε αυτό, αλλά και τον παράγοντα Internet, που τελικά χρησιμοποιείται όλο και πιο συχνά για να φέρει τους ανθρώπους όχι πιο κοντά με τους άλλους αλλά με τον επικίνδυνο, σκοτεινό νάρκισσο που κρύβουν μέσα τους.
Ο Τάκης Τζαμαργιάς υπογράφει τη σκηνοθεσία: «Tο βασικό μας στοίχημα ήταν πώς θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για τη βία επί σκηνής από τη στιγμή που πλέον υπάρχει τόση βία γύρω μας. Σε τέτοιες εποχές νιώθεις ότι η τέχνη ωχριά μπροστά στη ζωή καθώς η ζωή τρέχει με τόσο τρομακτικούς ρυθμούς. Οι εικόνες του έργου είναι σύντομες, συχνά υπαινικτικές και αφήνουν τον θεατή να φτιάξει μόνος του το παζλ, χωρίς ίχνος διδακτισμού».
Το ζευγάρι των γονέων (Αννα Αδριανού – Λεωνίδας Κακούρης) έρχεται αντιμέτωπο με μια πολύ σκληρή πραγματικότητα που ανατινάζει τη φιλήσυχη ζωή του στον αέρα. Η παρέα των νέων συνθέτει σαν πολύβουο μελίσσι που δεν ησυχάζει ποτέ και καταλήγει σε μια μεγάλη έκρηξη: ο επαναστάτης χωρίς εμφανή αιτία Μαρκ (Ρένος Ρώτας), το αντίπαλο δέος του, ο Αρνάου, με πολλές αναλαμπές έρωτα και φωτός (Γιώργος Βουβάκης), ο Πάου που παραπαίει μπερδεμένος ανάμεσά τους (Στέφανος Οικονόμου) και τα δύο κορίτσια, Λάλι και Λάουρα (Αγγελική Πασπαλιάρη και Φανή Γεωργακοπούλου), που προσπαθούν να αγαπήσουν και να αγαπηθούν σε έναν κόσμο που κανένας δεν φαίνεται να νοιάζεται για κάποιον άλλον πέρα από τον ίδιο του τον εαυτό.
Ο σκηνοθέτης ξεχωρίζει την ατάκα που ξεστομίζει κάποια στιγμή ο πατέρας: «Γιατί πέφτει το αεροπλάνο;». Για τον ίδιο «το έργο είναι μια σειρά από βασανιστικά «γιατί» που δεν βρίσκουν απάντηση με τον ίδιο τρόπο που ένα αεροπλάνο κάποια στιγμή μπορεί να πέσει και να μας αφήσει όλους εμβρόντητους. Η μεγαλύτερη τραγωδία του σύγχρονου ανθρώπου είναι ότι εκπαιδεύεται να ζει μόνος με την αυταπάτη ότι είναι πολύ δυνατός. Και ενώ μαθαίνει να διαχειρίζεται την καθημερινότητά του και να πανηγυρίζει γι’ αυτό, σε ένα πραγματικά σοβαρό συμβάν καταρρέει».
Το Internet εντείνει αυτή την αυταπάτη παντοδυναμίας μας. Συμπεριφερόμαστε όλο και πιο συχνά σαν ήρωες ηλεκτρονικού παιχνιδιού που αντί να βελτιώνουμε το επίπεδο της ζωής μας το μόνο που μας αφορά είναι να αλλάζουμε πίστες. «Eχουμε πολλά αγκάθια γύρω μας και κάποια στιγμή αυτά στρέφονται εναντίον μας. Κατηγορούμε τους γονείς για όλα, παίρνουμε λανθασμένες συμβουλές από την ψυχοθεραπεία, βρίσκουμε εξιλαστήρια θύματα για να τακτοποιήσουμε τους δαίμονές μας και να πάμε παρακάτω» καταλήγει. Η παράσταση που έχει σκηνοθετήσει μιλάει χωρίς ίχνος κλισέ για όσα συχνά αποφεύγουμε να δούμε κατάματα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ