Είναι άραγε η λεγόμενη κλασική μουσική ένα ελιτίστικο και ξενόφερτο είδος; Τις τελευταίες δεκαετίες ειδικά η εν λόγω άποψη διαδόθηκε με μεγάλη ευκολία (και) από επίσημα χείλη. Να όμως που ήρθε η ώρα της κατάρριψης του μύθου, και δη με τον πλέον τεκμηριωμένο και αδιαμφισβήτητο τρόπο. Το πολύτιμο Αρχείο του Ωδείου Αθηνών –του παλαιότερου και σημαντικότερου μουσικοεκπαιδευτικού ιδρύματος της χώρας μας που δημιουργήθηκε το 1871 από τον Μουσικό και Δραματικό Σύλλογο –έρχεται να αποκαλύψει ένα διαφορετικό αφήγημα για τη νεοελληνική λόγια μουσική. To πλούσιο και πολυσχιδές υλικό που ανέλαβε να ταξινομήσει και να ψηφιοποιήσει το Εργαστήριο Ελληνικής Μουσικής του Ιονίου Πανεπιστημίου υπό την εποπτεία του διευθυντή του Εργαστηρίου Χάρη Ξανθουδάκη κρύβει ακόμη πολλές εκπλήξεις. Το σίγουρο όμως είναι ένα: η μουσική ζωή της Αθήνας τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα βρισκόταν σε ισότιμο διάλογο με τις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Το αναμνηστικό σημείωμα του Σεν-Σανς στο βιβλίο επισκεπτών όπου εκφράζει τον ενθουσιασμό του για την Ορχήστρα του Ωδείου το 1920 ή το γεγονός ότι το ίδιο σύνολο διηύθυνε ο νεαρός Χέρμπερτ φον Κάραγιαν τη δεκαετία του ’30 είναι δύο μόνο από τα πάμπολλα τεκμήρια που αποδεικνύουν του λόγου το αληθές…
Μαθητές από τα χαμηλότερα στρώματα


«Η ευθύνη του Αρχείου είναι πάρα πολύ μεγάλη» λέει ο πρόεδρος του ΔΣ του Ωδείου Αθηνών Νίκος Τσούχλος. «Υπάρχει η αίσθηση του επείγοντος για πάρα πολλά πράγματα» συνεχίζει «τα οποία φοβόμαστε πως αν τα αφήσουμε θα καταστραφούν. Το Αρχείο ήταν σκόρπιο σε διάφορους υπόγειους χώρους του Ωδείου και απ’ ό,τι φαίνεται πολλά πράγματα έμειναν εκεί που τα άφησαν αυτοί οι οποίοι έκαναν τη μετακόμιση το 1976 από το κτίριο της οδού Πειραιώς στη σημερινή στέγη στη Ρηγίλλης. Αυτό είναι και κακό και καλό: κακό γιατί πολύτιμα τεκμήρια τοποθετήθηκαν προχείρως στις αποθήκες και καλό γιατί, όπως λέμε με τον Χάρη Ξανθουδάκη, τουλάχιστον κατά το πακετάρισμα δεν διαταράχθηκε πολύ η γειτνίαση, η οποία για τους ερευνητές έχει κάποια σημασία. Στην περίπτωση π.χ. μιας επιστολής του Παλαμά, είναι σημαντικό ότι συνυπάρχει με άλλα τεκμήρια της εποχής».
Αναφορικά με την ποσότητα, ο Νίκος Τσούχλος εκτιμά πως δεν μπορεί να μετρηθεί πλήρως. Οι κούτες και τα ράφια, εξηγεί, είναι μια μονάδα μέτρησης, αλλά οι στοίβες όχι. Σίγουρα όμως μιλάμε για εντυπωσιακό όγκο υλικού. Στο πλαίσιο αυτό ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα κοινωνιολογικά ευρήματα. «Το Ωδείο φτιάχτηκε από χορηγούς εκείνης της εποχής προκειμένου να εξυπηρετήσει τους απλούς ανθρώπους» λέει ο πρόεδρος του ΔΣ. «Βλέπεις πως τα παιδιά που σπούδαζαν μουσική στα τέλη του 19ου αιώνα προέρχονταν κατά κανόνα από τις ασθενέστερες οικονομικές τάξεις. Ηταν παιδιά τεχνιτών: παπουτσήδων, ξυλουργών κ.λπ. Οι γόνοι της λεγόμενης καλής κοινωνίας έπαιρναν μαθήματα στο σπίτι. Η ίδρυσή του ήταν μια σαφής κίνηση διάδοσης της τέχνης στα ευρύτερα στρώματα. Υπήρχε μια ισχυρή αστική τάξη η οποία είχε συνείδηση του ρόλου της κι έκανε πολύ γενναίες ενέργειες για τη στήριξη της μουσικής ζωής».

Ενδιαφέρον και έκπληξη


Ο Νίκος Τσούχλος αναφέρεται ενδεικτικά σε τεκμήρια του Αρχείου που προκαλούν ενδιαφέρον και έκπληξη: π.χ. μια επιστολή του 1873 όπου οι μαθητές ζητούν από τη Διοίκηση να μην κλείσει το Ωδείο για το καλοκαίρι προκειμένου να μη διακοπούν τα μαθήματα. «Βλέπει κανείς μεγάλο ενθουσιασμό όχι από τους εύπορους, οι οποίοι μπορούσαν κατά τη θερινή περίοδο να πάνε στο Μπαϊρόιτ, αλλά από παιδιά μεσαίων ή χαμηλότερων στρωμάτων» λέει χαρακτηριστικά. «Στα τέλη του 19ου αιώνα, όπου ο αντισημιτισμός ήταν πολύ διαδεδομένος στην Ευρώπη, ανακαλύπτουμε ένα τεκμήριο στο Αρχείο όπου μια μαθήτρια εκδιώκεται από το Ωδείο λόγω του ότι χλεύασε έναν εβραίο συμμαθητή της. Εχουμε να κάνουμε λοιπόν με ένα ΔΣ το οποίο ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης είναι ευαίσθητο σε τέτοιου είδους θέματα».
Ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις προκύπτουν σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής του Ιδρύματος. «Το Ωδείο ήταν πάντα ένας χώρος σχετικά συντηρητικός πολιτικά» σχολιάζει ο Νίκος Τσούχλος. «Ωστόσο, αρχής γενομένης από τον Μίκη Θεοδωράκη αλλά και από τον Αλέκο Ξένο και άλλους μουσικούς της Αριστεράς εκείνη την εποχή –και μιλάμε για χρόνια Κατοχής, Εμφυλίου, μια εξαιρετικά αιματηρή περίοδο -, όλοι αυτοί έβρισκαν ένα καταφύγιο εδώ. Διότι σου έλεγαν «Εντάξει, είναι κομμουνιστές, κακοί άνθρωποι, είναι όμως και σπουδαστές μουσικής». Εδώ υπήρχε ένα είδος ασυλίας».
Τα σχέδια για το μέλλον


Η ίδρυση ενός Ερευνητικού Κέντρου στο Ωδείο Αθηνών με αντικείμενο την ελληνική λόγια μουσική και την αξιοποίηση του Αρχείου βρίσκεται στα σχέδια της Διοίκησης του Ιδρύματος. Οπως λέει ο Νίκος Τσούχλος, η ιδέα γεννήθηκε από την ίδια την πίεση που ασκεί ο όγκος του υλικού. Ο τρόπος που θα λειτουργήσει, προσθέτει, θα βρεθεί στην πορεία. Προς το παρόν γίνονται ορισμένα προκαταρκτικά βήματα, ενώ η προοπτική της αποπεράτωσης του ημιτελούς κτιρίου του Ιωάννη Δεσποτόπουλου επί των οδών Βασιλέως Γεωργίου και Ρηγίλλης ύστερα από 40 περίπου χρόνια, προς την οποία γίνονται πλέον σοβαρά βήματα χάρη και στη χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ που εξασφάλισε ο Δήμος Αθηναίων, αποτελεί μια ένδειξη ότι το Ερευνητικό Κέντρο μπορεί όχι μόνο να δημιουργηθεί αλλά και να στεγαστεί.

«Στο τέλος μιας τέτοιας διαδικασίας φανταζόμαστε το Κέντρο στον δικό του χώρο μέσα σε αυτό το κτίριο, ανοιχτό σε σπουδαστές και ερευνητές, προσβάσιμο και ηλεκτρονικά, και ίσως κάποτε, όταν τα πράγματα πάνε καλύτερα, τη δυνατότητα συγκέντρωσης κονδυλίων για παροχή υποτροφιών, εκδόσεις, οτιδήποτε έχει να κάνει με την αξιοποίηση του υλικού που έχουμε στη διάθεσή μας»
λέει ο Νίκος Τσούχλος. «Είναι σκανδαλώδες να έχεις την τεφροδόχο του Μητρόπουλου και χειρόγραφα υπογεγραμμένα από τον ίδιο και τον Σκαλκώτα παραπεταμένα σε μιαν άκρη. Και δεν είναι μόνον ο Μητρόπουλος και η Κάλλας. Είναι ένας ολόκληρος κόσμος που έχει καταδικαστεί στη λήθη. Είναι κρίμα να μην μπορείς να αντλήσεις συμπεράσματα σχετικά με το από πού προέρχεσαι, γιατί αυτό συνήθως σου δείχνει και το πού θέλεις να πας. Αλλιώς θα περιμένουμε την τρόικα ως τη Δευτέρα Παρουσία».

Σαμάρας, Μητρόπουλος και Μαριάννα Καλογεροπούλου
Το Αρχείο του Ωδείου Αθηνών αποτελεί την πολυτιμότερη –για κάποιες δε περιόδους τη μοναδική σχεδόν –πηγή πληροφοριών για την ιστορία της μουσικής κίνησης στην Ελλάδα. Η ερευνήτρια Στέλλα Κουρμπανά, υπεύθυνη του Αρχείου, «κωδικοποιεί» το εξαιρετικά πλούσιο υλικό, το οποίο σύμφωνα με τον Νίκο Τσούχλο «αυτή τη στιγμή αρχίζει να αποδίδει τα πρώτα σημάδια ως προς τη σημασία του εκπλήσσοντας κι εμάς τους ίδιους». Τι περιλαμβάνει λοιπόν;
Χειρόγραφα πρακτικά συνεδριάσεων του ΔΣ από το 1871 ως σήμερα, έγγραφα σχετικά με τη λειτουργία του Ωδείου και κανονισμούς λειτουργίας του.
Ετήσια έντυπα «Πεπραγμένα» του Ωδείου, στα οποία περιλαμβάνονται τα ονόματα και οι βαθμίδες του διδακτικού προσωπικού, τα ονόματα και η πρόοδος των μαθητών, τα ονόματα των υποτρόφων και τα προγράμματα των μουσικών εκδηλώσεων (ρεσιτάλ και συναυλίες ορχήστρας).
Μαθητολόγια, βαθμολόγια, ύλη εξετάσεων, πρακτικά των κατατακτηρίων, προαγωγικών και απολυτηρίων εξετάσεων, γραπτά εξετάσεων με διορθώσεις και βαθμούς [από τα πρώτα μαθητολόγια όπου συναντάμε το όνομα του Σπύρου Σαμάρα ως τις αρχές του 20ού αιώνα, οπότε εγγράφονται ο Δημήτρης Μητρόπουλος και ο Νίκος Σκαλκώτας, την περίοδο της Κατοχής, οπότε μαθητεύει στο Ωδείο Αθηνών η Μαριάννα Καλογεροπούλου (Μαρία Κάλλας) και την εποχή του Εμφυλίου, οπότε και φοίτησε στο Ωδείο ο Μίκης Θεοδωράκης].
Εισερχόμενα και εξερχόμενα έγγραφα του Ωδείου, αλληλογραφία με σημαντικότατες μουσικές, καλλιτεχνικές και πολιτικές προσωπικότητες του 19ου και του 20ού αιώνα, στα ελληνικά, γαλλικά, γερμανικά και ιταλικά (π.χ. επιστολές και σημειώσεις του γάλλου συνθέτη Καμίγ Σεν-Σανς, ο οποίος επισκέφθηκε το Ωδείο το 1920 και ενθουσιάστηκε με την ορχήστρα του, αφήνοντας σχετικό αναμνηστικό σημείωμα στο βιβλίο επισκεπτών του Ωδείου, ή συγχαρητήρια επιστολή του Ελευθερίου Βενιζέλου του 1915 για το εθνικής σημασίας έργο που επιτελεί το Ωδείο Αθηνών). Προγράμματα συναυλιών (από την πρώτη συναυλία του 1874 και εξής), μουσικά περιοδικά (όπως το σπανιότατο «Ωδείον» του 1903).
Μεγάλη συλλογή από σπάνιες φωτογραφίες που χρονολογούνται από τον 19ο αιώνα και συχνά προέρχονται από προσωπικά αρχεία που έχουν παραχωρηθεί στο Ωδείο Αθηνών (π.χ. Αρχείο Τζίνας Μπαχάουερ, Αύρας Θεοδωροπούλου).
Διοικητικά και δικαστικά έγγραφα και αρχιτεκτονικά σχέδια του παλιού κτιρίου της οδού Πειραιώς, αλλά και του νέου κτιρίου, καθώς και πλήθος οικονομικών στοιχείων.Μεγάλη συλλογή σημαντικών βιβλίων για τη μουσική, όπως το πρώτο βιβλίο μουσικής θεωρίας γραμμένο στα ελληνικά, το «Συνοπτική Γραμματική, είτε Στοιχειώδεις Αρχαί της Μουσικής» του Νικολάου Φλογαΐτη (1830), ή το περίφημο «Rapporto» (1851) του Νικολάου Χαλικιόπουλου Μάντζαρου.
Μεγάλη συλλογή από έντυπες παρτιτούρες ελλήνων και ξένων συνθετών, σημαντική συλλογή από χειρόγραφες παρτιτούρες ελλήνων συνθετών (π.χ. Μάντζαρου, Λαυράγκα, Καλομοίρη, Λιάλιου, Μητρόπουλου, Σκαλκώτα, Θεοδωράκη κ.ά.), κάποιες από τις οποίες είναι άγνωστες ή θεωρούνταν χαμένες, όπως το σπαρτίτο της όπερας «Ανδρονίκη» (1904;) του Αλέξανδρου Γκρεκ, ένα έργο που θεωρούνταν χαμένο και βρέθηκε σε αταξινόμητο υλικό του αρχείου του Ωδείου Αθηνών την άνοιξη του 2014.
Προσωπικά αρχεία διαφόρων προσωπικοτήτων που πέρασαν ως μαθητές ή ως καθηγητές από το Ωδείο, όπως του Γεωργίου Νάζου (συμπεριλαμβάνονται οι διπλωματικές του ασκήσεις στη Μουσική Ακαδημία του Μονάχου, καθώς και πολυσέλιδες σημειώσεις στα γερμανικά του μαθήματος της Ιστορίας της Μουσικής), του Μανόλη Καλομοίρη (μαθητικές ασκήσεις μουσικής από το διάστημα της διαμονής του στη Βιέννη), ολόκληρο το αρχείο του Γεωργίου Σκλάβου (προσωπικό και μουσικό), το μουσικό αρχείο του Γεωργίου Λυκούδη, του Γεράσιμου Κουντούρη κ.ά.
Τέλος, διάφορα κειμήλια και προσωπικά αντικείμενα (όπως, π.χ., το φόρεμα της Τζίνας Μπαχάουερ και η τεφροδόχος του Δημήτρη Μητρόπουλου).

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ