«Τα πρόσωπα κάνουν την Ιστορία»
. Αυτή η έκφραση ρώσου διπλωμάτη, την οποία ασπάζεται και το Μέγαρο Μαξίμου, περιγράφει ίσως καλύτερα από κάθε άλλη τον ρόλο που έχουν παίξει ο έλληνας πρωθυπουργός κ. Κ. Καραμανλής και ο πρόεδρος της Ρωσίας κ. Βλαντίμιρ Πούτιν στην οικοδόμηση μιας σχέσης συνεργασίας και προώθησης των αμοιβαίων συμφερόντων Αθήνας και Μόσχας. Το… φλερτ των δύο ανδρών στηρίζεται στην πολύ καλή μεταξύ τους χημεία που καθοδηγεί τη συνεργασία σε πολλά ζητήματα, ιδιαίτερα στην ενέργεια και στην άμυνα – με αποκορύφωμα την απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Εξωτερικών και Αμυνας (ΚΥΣΕΑ) για την αγορά 450 ρωσικών τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης.


Είναι ξεκάθαρο ότι η προηγούμενη ελληνική κυβέρνηση του κ. Κ. Σημίτη δεν είχε θέσει ως άμεση προτεραιότητά της τις στενές σχέσεις με τη Ρωσική Αρκούδα. Ως ακραιφνής ευρωπαϊστής, εξάλλου, ο κ. Σημίτης είχε ξεκαθαρισμένη και απολύτως αποσαφηνισμένη την άποψη ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να επιδιώξει την όσο το δυνατόν ταχύτερη προσέγγισή της με τον «σκληρό πυρήνα» της Ευρωπαϊκής Ενωσης.


Οπως αναφέρουν εκτιμήσεις από τη ρωσική πλευρά, το κλίμα άλλαξε μετά την εκλογική νίκη της Νέας Δημοκρατίας το 2004. Η συνεργασία και η επικοινωνία σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο βελτιώθηκε αισθητά και σε αυτό σίγουρα διαδραμάτισε ρόλο η ρωσική ανάκαμψη στη διεθνή οικονομική και πολιτική σκηνή.


«Διακρίναμε μια βούληση από την πλευρά Καραμανλή να ακολουθήσει μια πιο ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική» σημειώνουν ρωσικές πηγές. Και όπως υπογραμμίζουν, η προσωπικότητα του έλληνα πρωθυπουργού «ήταν αυτή που ενίσχυσε την προσέγγιση των δύο πλευρών. Εδειξε ότι δεν φοβάται να προχωρήσει σε συνεργασία με τη Μόσχα ακόμη και σε ευαίσθητα ζητήματα, όπως η αγορά οπλικών συστημάτων».


Πηγές από το Μέγαρο Μαξίμου αναφέρουν ότι το κρίσιμο στοιχείο που έφερε κοντά τους δύο άνδρες είναι πως «θεωρούν αλλήλους αξιόπιστους συνομιλητές. Εννοούν όσα λένε και δεν προχωρούν σε αποφάσεις για λόγους εντυπωσιασμού». Υπάρχει μια «συναντίληψη» για σειρά θεμάτων που εκκινούν από τους τομείς της ενεργειακής και αμυντικής συνεργασίας και φθάνουν σε άλλα κρίσιμα ζητήματα, όπως το Κοσσυφοπέδιο, η Μέση Ανατολή και γενικότερα οι διεθνείς σχέσεις.


Φυσικά, η ελληνική κυβέρνηση δεν μοιάζει να τρέφει αυταπάτες. Οι ίδιες πηγές εκτιμούν ότι και οι δύο πλευρές έχουν, εκτός από ταυτόσημα, και διαφορετικά συμφέροντα. «Δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα πώς θα εξελιχθεί μακροπρόθεσμα αυτή η σχέση. Κάθε εταιρική σχέση έχει τα δικά της χαρακτηριστικά» σημειώνουν.


Βασικός άξονας του φλερτ Καραμανλή – Πούτιν υπήρξε η «διπλωματία των αγωγών». Από αυτήν ξεκίνησε η ανταλλαγή επισκέψεων, με πρώτη εκείνη του έλληνα πρωθυπουργού στη Μόσχα τον Δεκέμβριο του 2004. Στη συνέχεια, ο κ. Πούτιν ανέλαβε να προωθήσει δυναμικά την ελληνορωσική συνεργασία, ερχόμενος στη χώρα μας τρεις φορές, μία κατ’ έτος: τον Σεπτέμβριο του 2005, τον Σεπτέμβριο του 2006 και τον Μάρτιο του 2007.


Η πρώτη εξ αυτών έλαβε χώρα στο Πόρτο Καρράς της Χαλκιδικής. «Με τον ρωσικό λαό μάς συνδέουν παραδοσιακοί δεσμοί φιλίας» είχε τονίσει τότε ο κ. Καραμανλής. Αίσθηση είχε προκαλέσει ήδη από τότε η επιμονή με την οποία ο ρώσος πρόεδρος έθεσε το ζήτημα της ενεργειακής συνεργασίας. Παράλληλα, ο έλληνας πρωθυπουργός είχε ευχαριστήσει τον κ. Πούτιν για την αμέριστη υποστήριξη της Μόσχας στην εξεύρεση βιώσιμης λύσης στο Κυπριακό (ήταν ακόμη φρέσκο τότε το «ναυάγιο» του Σχεδίου Αναν), με τον κ. Πούτιν να απαντά: «Τα είπα για αυτό το θέμα με τον κ. Ερντογάν και θέλω τώρα να συγχρονίσουμε τα ρολόγια μας!».


Αυτό ήταν μόνο η αρχή. Εναν χρόνο αργότερα κατέφθασε στην Αθήνα ο «Πούτιν με τα δώρα». Η συνάντηση του Σεπτεμβρίου 2006 «ξεκόλλησε από τη λάσπη» την κατασκευή του αγωγού πετρελαίου Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολης και έθεσε τα θεμέλια για τη «στρατηγική συνεργασία Ελλάδας – Ρωσίας».


Ο κ. Πούτιν πίεσε τότε τη βουλγαρική πλευρά να πάψει να θέτει προσκόμματα στην κατασκευή του αγωγού με τη φράση «όποιος δεν θέλει το έργο ας το πει!». Πρότεινε παράλληλα στην ελληνική κυβέρνηση να λειτουργήσει η Αθήνα ως ενδιάμεσος στην ΕΕ προκειμένου το ρωσικό φυσικό αέριο να φθάσει στους Δυτικοευρωπαίους. Σε αντάλλαγμα έθεσε το θέμα πώλησης οπλικών συστημάτων στη χώρα μας, καθώς και επενδύσεων στην ηλεκτροπαραγωγή και στα δίκτυα φυσικού αερίου. Λίγους μήνες αργότερα, τον Μάρτιο του 2007, ο ρώσος «τσάρος» υπέγραψε στην Αθήνα τη διακρατική συμφωνία για τον πετρελαιαγωγό και εξήρε τις «σχέσεις αλληλεξάρτησης» που αυτός δημιουργεί.


Το αποκορύφωμα όμως του φλερτ ήταν η ανακοίνωση τον Ιούνιο του 2007 της κατασκευής του νέου αγωγού φυσικού αερίου South Stream, ο οποίος θα μεταφέρει φυσικό αέριο από τη Ρωσία στην Ιταλία μέσω της Ελλάδας, παρακάμπτοντας την Τουρκία. Η ανακοίνωση για τον αγωγό έγινε κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής του Οργανισμού Συνεργασίας Ευξείνου Πόντου (ΟΣΕΠ) στην Κωνσταντινούπολη και επρόκειτο για ένα «στρατηγικό γεωπολιτικό χτύπημα» του Κρεμλίνου που με την κίνηση αυτή έστειλε προς κάθε κατεύθυνση το μήνυμα ότι «η Ρωσία είναι εδώ».


Η συμβολική


αγορά των αρμάτων


Η ανακοίνωση ότι το ΚΥΣΕΑ προχωρεί στην αγορά 450 τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης, συνολικού ύψους 1,2 δισ. ευρώ, ήταν το ορεκτικό πριν από την επίσκεψη Καραμανλή στη Μόσχα στις 17-18 Δεκεμβρίου. Επρόκειτο, όπως επισημαίνεται, για μια κίνηση με γεωστρατηγικό αντίκτυπο αλλά και συμβολισμό για την ελληνική εξωτερική πολιτική. Παράλληλα, η Αθήνα προσβλέπει στην υποστήριξη της Μόσχας σε σειρά θεμάτων, όπως η επίλυση της εκκρεμότητας της ονομασίας των Σκοπίων, αλλά και το Κυπριακό.


«Η συγκεκριμένη απόφαση ελήφθη χωρίς στερεότυπα, με κριτήρια την αποτελεσματικότητα των οπλικών συστημάτων, την τιμή τους, και φυσικά την πολιτική σημασία της αγοράς» τονίζουν κύκλοι που γνωρίζουν καλά τις κυβερνητικές επιλογές. Εξάλλου η περαιτέρω ενίσχυση της αμυντικής συνεργασίας των δύο χωρών θα είναι από τα βασικά ζητήματα της ατζέντας της επίσκεψης του Πρωθυπουργού.


Βεβαίως, τα ενεργειακά βρίσκονται στην κορυφή της ημερήσιας διάταξης. Η Αθήνα και η Μόσχα αναμένεται να ορίσουν τις τελευταίες λεπτομέρειες για την ίδρυση της Διεθνούς Εταιρείας Σχεδιασμού, η οποία και θα υλοποιήσει τον πετρελαιαγωγό Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολης.