Υπάρχει ελληνοτουρκικός  διάλογος με το Κυπριακό στο περιθώριο; Θα μπορούσε να καταγραφεί κοινή κατανόηση ανάμεσα στους εμπλεκόμενους παίκτες στην Ανατολική Μεσόγειο χωρίς τη λύση του ζητήματος που εδώ και τουλάχιστον επτά δεκαετίες αποτελεί αιτία πολυεπίπεδων κρίσεων στα τρίγωνα Αθήνας – Αγκυρας – Λευκωσίας και Αθήνας – Αγκυρας – Ουάσιγκτον;

Οι απαντήσεις σε αμφότερα τα ερωτήματα είναι σαφώς αρνητικές.

Παρότι λοιπόν το Κυπριακό συγκαταλέγεται μεταξύ των πλέον «παγωμένων» διπλωματικών διενέξεων, πρωτίστως ως ένα πρόβλημα παράνομης εισβολής και κατοχής εδαφών από τα τουρκικά στρατεύματα, η εκλογή του Τουφάν Ερχιουρμάν στα Κατεχόμενα αναβιώνει ελπίδες, έστω αχνές, περί επανέναρξης των διαπραγματεύσεων που κατέρρευσαν το 2017 στο Κραν Μοντανά της Ελβετίας. Είναι όμως πράγματι ρεαλιστικό αυτό το σενάριο;

Ποιες προοπτικές και ποιοι κίνδυνοι υποκρύπτονται μετά την αλλαγή ηγεσίας στα Κατεχόμενα;

Ο Ερχιουρμάν και η Τουρκία

Παρότι εμφανίζεται σχετικά διαλλακτικός, θιασώτης της αποκαλούμενης «χαλαρής» ομοσπονδίας και επικριτικός έναντι της λύσης των δύο κρατών που προωθεί η Αγκυρα στην Κύπρο, οι πρώτες δηλώσεις του νέου ηγέτη της τουρκοκυπριακής κοινότητας προσγείωσαν όσους έχουν μεγάλες προσδοκίες: «Η εξωτερική πολιτική θα ασκηθεί σε απόλυτο συντονισμό με την Τουρκία, περί αυτού ας μην έχει κανείς αμφιβολία».

Μάλιστα, λίγες ώρες πριν από την ορκωμοσία και το πρώτο ταξίδι του, πάντα με προορισμό την Αγκυρα, ο κ. Ερχιουρμάν ένιωσε την ανάγκη να απολογηθεί: «Ισως υπάρχουν ορισμένες προκαταλήψεις στην Τουρκία (σ.σ.: εννοεί προς το πρόσωπό του). Είμαι όμως βέβαιος ότι οι προκαταλήψεις αυτές θα εξαφανιστούν. Δουλειά μου είναι να βελτιώσω τις σχέσεις μεταξύ των κρατών και των λαών  μας».

Βάσει της πρόσφατης εμπειρίας αποδεικνύεται ότι μπορεί μεν ο εκάστοτε τουρκοκύπριος ηγέτης – εξαιρουμένου του Ερσίν Τατάρ – να έχει τη δική του ατζέντα στο εσωτερικό, να καταθέτει εμπεριστατωμένες προτάσεις για τα διακοινοτικά μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) και να επιδεικνύει έμπρακτη διάθεση διαλόγου με τους Ελληνοκυπρίους, όταν όμως η συζήτηση φθάνει στη σκληρή ατζέντα του Κυπριακού, δηλαδή στα ζητήματα του εδάφους και των εγγυήσεων ασφαλείας, τότε τον πρώτο – και μόνο – λόγο έχει η Τουρκία.

Είναι σε θέση ο κ. Ερχιουρμάν να κάνει κάτι διαφορετικό – αυτό που δεν πέτυχε ούτε ο κατά πολύ χαρισματικότερος Μουσταφά Ακιντζί –, να φέρει δηλαδή την Αγκυρα εγγύτερα στις δικές του θέσεις;

«Η εκλογή Ερχιουρμάν συνιστά αναμφίβολα θετική εξέλιξη. Αφενός γιατί πρόκειται για μετριοπαθή, προοδευτικό πολιτικό, με ευρωπαϊκό αξιακό κόσμο και αφετέρου διότι η δυναμική που είχε δημιουργήσει δεν εξουδετερώθηκε από παρεμβάσεις της Τουρκίας» λέει στο «Βήμα» ο Ανδρέας Μαυρογιάννης, επί χρόνια διαπραγματευτής για το Κυπριακό και υποψήφιος πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας στις τελευταίες εκλογές.

Προσθέτει δε ότι σηματοδοτείται πιθανόν «μια κάποια τουρκική κινητικότητα τόσο στο Κυπριακό όσο και σε άλλα θέματα που μας αφορούν. Δίχως “ευσεβοποθισμούς”, αναμένω κάποια βήματα προς την κατεύθυνση της συνέχισης ουσιαστικών διαπραγματεύσεων».

Πράγματι, η επιστροφή στο τραπέζι της άτυπης πενταμερούς, πρώτα στη Γενεύη τον περασμένο Μάρτιο και εν συνεχεία στη Νέα Υόρκη τον Ιούλιο, καταγράφηκε ως μια μικρή υποχώρηση της Τουρκίας, η οποία μέχρι πρότινος διαμήνυε πως δεν θα συμμετείχε παρά μόνο εάν αναγνωριζόταν κυριαρχική ισότητα στο ψευδοκράτος.

Σε αμφότερες όμως τις συναντήσεις δεν συζητήθηκε η ουσία του Κυπριακού παρά μόνο μια σειρά από ΜΟΕ – ήσσονος σημασίας, πλην του ανοίγματος των οδοφραγμάτων. Παραλλήλως, η Αγκυρα δεν έπαυσε να μιλάει καθαρά για δύο κράτη, με τον Ταγίπ Ερντογάν να διαφημίζει τη διχοτομική λογική του και από το βήμα της τελευταίας Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.

Κινήσεις με το μυαλό στο SAFE

Γιατί λοιπόν επανήλθε η Αγκυρα στην πενταμερή; Οπως υποστηρίζει έμπειρος έλληνας διπλωμάτης, «συμμετέχοντας σε μια σχετικά “αναίμακτη” για την ίδια διαδικασία, η Τουρκία θέλει να επιδείξει καλό πρόσωπο προς τη διεθνή κοινότητα, και δη τους Ευρωπαίους.

Το Κυπριακό δεν παύει να έχει σαφή ευρωπαϊκή διάσταση και η Αγκυρα δεν θέλει να φορτωθεί ένα οριστικό αδιέξοδο, ειδικά τώρα που επιδιώκει να συμμετάσχει στη χάραξη του ευρωπαϊκού συστήματος ασφαλείας και να έχει πρόσβαση στους πόρους του SAFE».

Σύμφωνα δε με μια πιο προχωρημένη προσέγγιση, αν ο Ερχιουρμάν σε συνεργασία με την Τουρκία καταθέσουν στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών ένα πλαίσιο προτάσεων, εντός της λογικής των αποφάσεων του Οργανισμού, αλλά προς μια πιο συνομοσπονδιακή κατεύθυνση, και αυτό υιοθετηθεί από τον κ. Γκουτέρες, τότε η ελληνοκυπριακή πλευρά κινδυνεύει να επωμιστεί την ευθύνη μιας ακόμα αποτυχίας στην επανεκκίνηση ή, κατά το χείρον, αργότερα, ενός νέου ναυαγίου των επίσημων διαπραγματεύσεων.

Για τον κ. Μαυραγάνη το πρόβλημα δεν έγκειται στις πιθανές μορφές διακυβέρνησης ή στην πολιτική ισότητα, αλλά στην ασφάλεια, στα στρατεύματα και σε ορισμένες πτυχές του Περιουσιακού. «Για τη συνέχιση ουσιαστικών διαπραγματεύσεων, απαιτείται πρώτιστα η τουρκική πλευρά να παύσει να θέτει, και μάλιστα ως προαπαιτούμενα, τις θέσεις της περί δύο κρατών και κυριαρχικής ισότητας. Η συνέπεια της πλευράς μας προς τις υφιστάμενες συγκλίσεις και το κεκτημένο της διαδικασίας συνιστά τη μέγιστη προστασία απέναντι σε προσπάθειες αλλοίωσης του περιεχομένου της επιζητούμενης ομοσπονδιακής διευθέτησης» υποστηρίζει.

Οι «πραγματικότητες» στο έδαφος

Η Τουρκία όμως προτάσσει αυτές που η ίδια χαρακτηρίζει «πραγματικότητες» στο έδαφος.

Σε αυτές συμπεριλαμβάνονται οι δύο κοινότητες που ζουν χωριστά, η επίδραση του εποικισμού στο Περιουσιακό και κυρίως το γεγονός ότι τα Κατεχόμενα αποτελούν πλέον αναπόσπαστο τμήμα του τουρκικού συστήματος ασφαλείας, με τις ένοπλες δυνάμεις που αναπτύσσονται στα δεκάδες στρατόπεδα στα βόρεια του νησιού να διαθέτουν βεληνεκές έως τη Συρία, διατηρώντας παραλλήλως τις ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο, και δη στο μαλακό υπογάστριο της Τουρκίας.

Χωρίς πάντως την αποχώρηση των κατοχικών δυνάμεων πρόοδος στο Κυπριακό δεν πρόκειται να υπάρξει.

«Η πραγματικότητα στο πεδίο θα δοκιμάσει τη ρητορική στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Η διπλωματία αποκτά νόημα μόνο με τη δύναμη. Η δύναμη όμως προέρχεται από την τουρκική στρατιωτική παρουσία στο νησί» έγραφε την περασμένη Δευτέρα ο Τζεμ Γκιουρντενίζ, απόστρατος ναύαρχος και ένας εκ των εμπνευστών της «Γαλάζιας Πατρίδας, αποτυπώνοντας τη σκληρή εθνικιστική γραμμή στο περιβάλλον του κ. Ερντογάν: «Η μητέρα-πατρίδα, η πατρίδα-παιδί και η “Γαλάζια Πατρίδα” είναι ένα αδιαίρετο σύνολο. Η Τουρκική Δημοκρατία όπως και η “ΤΔΒΚ” ιδρύθηκαν με το σπαθί».

Η Ιστορία της Κύπρου είναι γραμμένη με αίμα και όπως για πολλούς στην Ελλάδα έτσι και στην Τουρκία το Κυπριακό αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της εθνικής ταυτότητας, επί της οποίας δεν συγχωρούνται υποχωρήσεις και συμβιβασμοί.

Στα Κατεχόμενα όμως αυτή τη φορά δεν ψήφισαν με γνώμονα μόνο το Κυπριακό. «Διαφθορά, διαπλοκή, αναξιοκρατία, επιβολή της μαντίλας, εργασιακή ανασφάλεια, ακρίβεια, αυτά ήταν τα ζητήματα που έφεραν τον Ερχιουρμάν στην εξουσία» λέει στο «Βήμα» παράγοντας της τουρκοκυπριακής κοινότητας που επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του.

Εξού και η προσπάθεια επιρροής της Αγκυρας, η οποία όμως φαίνεται ότι είχε ξεγράψει νωρίτερα τον Τατάρ, δεν είχε αποτέλεσμα. «Πολλοί Τουρκοκύπριοι αντιστέκονται στα θέματα ταυτότητας, θέλουν αυτοδιάθεση και από τους Τούρκους και από τους Ελληνοκυπρίους» προσθέτει, γεγονός που συντείνει στην άποψη ότι η εκεί κοινότητα θα έτεινε ευήκοα ώτα σε μια λύση «χαλαρής» ομοσπονδίας.

Η Αθήνα και η υποθετική πίεση του «ξένου παράγοντα»

Οπως συνηθίζουν να λένε συνεργάτες του έλληνα υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Γεραπετρίτη, ήταν η πίεση της Αθήνας αυτή που οδήγησε στην επανεκκίνηση των άτυπων διαβουλεύσεων. Είναι φανερό ότι στην ελληνική πρωτεύουσα έχουν εμπεδώσει πως δεν είναι δυνατόν να αποκολληθεί το Κυπριακό από τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Η πρόοδος στα δύο μέτωπα λοιπόν πρέπει να θεωρείται αλληλένδετη, εξού και η πρόθεση του κ. Γεραπετρίτη είναι να στηρίξει τη διαδικασία έως και την επανέναρξη των επίσημων διαπραγματεύσεων.

Την ίδια ώρα και ενώ τα σενάρια περί πίεσης των Ηνωμένων Πολιτειών για μια συνολική διευθέτηση στην Ανατολική Μεσόγειο συνεχίζουν να εξυφαίνονται – με κύριο διακύβευμα την πιθανολογούμενη «ενοποίηση» της περιοχής προς ενεργειακή εκμετάλλευση – το Κυπριακό εμφανίζεται, παρά τις αντικειμενικές δυσχέρειες, ως ένα πρώτο πεδίο επίτευξης συγκλίσεων.

«Ποιος εγγυάται ότι ο Τραμπ δεν θα δει ευκαιρίες στην Κύπρο ή ακόμα και στην ευρύτερη περιοχή και δεν θα πιέσει με τον τρόπο του προς λύση;» είναι ένα από τα αρκετά, κάπως απλοϊκά, ερωτήματα που τελευταία ακούγονται όλο και περισσότερο.

Πάντως, ακόμα και για τη σχηματοποίηση της πενταμερούς συνεργασίας που προανήγγειλε ο Κυριάκος Μητσοτάκης απαιτείται ως πρώτη προϋπόθεση η αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως κρατικής οντότητας από την Τουρκία. Οπως συνηθίζουν να λένε οι ειδικοί επί του θέματος, «το κλειδί της λύσης του Κυπριακού βρίσκεται στην Αγκυρα».

Πράγματι, τώρα η μπάλα είναι στο γήπεδο της Τουρκίας. Αν όμως δοθεί το «πράσινο» φως για κάτι άλλο πέρα από τα δύο κράτη, τότε είναι η άλλη πλευρά αυτή που θα κληθεί να δώσει απαντήσεις.

Και όπως δεσμεύτηκε ο Ερχιουρμάν, «μια νέα αποτυχία δεν σημαίνει επιστροφή στο σημερινό status quo». Σε τέτοια περίπτωση ο κίνδυνος ακόμα βαθύτερης παγίωσης της de facto διχοτόμησης θα είναι πιο ορατός από ποτέ.

Οπως λέει στο «Βήμα» ελληνοκύπριος ακαδημαϊκός με προσφυγική καταγωγή και βαθιά γνώση του Κυπριακού, «όσο περνά ο καιρός και παγιώνονται τα τετελεσμένα, σβήνουν οι ελπίδες. Και οι γενιές που βρίσκονται τώρα στην εξουσία είναι οι “γενιές της πραγματικότητας”».

Αν πάντως η πρόοδος στο Κυπριακό θεωρείται προαπαιτούμενο για τη συνολική καταλλαγή στην Ανατολική Μεσόγειο, μάλλον το σχέδιο χρειάζεται αναθεώρηση.