Στην τραπεζική αγορά συνηθίζουν να λένε ότι ο «Ηρακλής» στάθηκε στο ύψος του, αποδείχθηκε στην πράξη αντάξιος του ονόματός του. Προφανώς δεν αναφέρονται στον μυθικό ήρωα. Αλλά στο σχέδιο που ανέλαβε να αντιμετωπίσει των «μυθικών» διαστάσεων πρόβλημα των κόκκινων δανείων, δηλαδή του μεγαλύτερου μέρους του ιδιωτικού χρέους.

Στην κορύφωση του προβλήματος ένα στα δύο δάνεια ήταν σε καθυστέρηση. Ο «Ηρακλής», δηλαδή ο μηχανισμός μεταφοράς των δανείων εκτός τραπεζών, έκανε τη δουλειά για την οποία δημιουργήθηκε. Αναζωογόνησε την τραπεζική πίστη και στήριξε την ανάπτυξη. Το «ρόπαλο» ωστόσο  του «Ηρακλή» έπεσε πάνω στους δανειολήπτες. Οχι γιατί θα έπρεπε να τους χαριστούν τα δάνεια ή διάφορες άλλες ανοησίες που ακούγονταν επί χρόνια στον δημόσιο διάλογο.

Αλλά γιατί θα έπρεπε να τυγχάνουν τουλάχιστον των ίδιων δικαιωμάτων που τύγχαναν όταν σύναψαν το δάνειό τους με την τράπεζά τους. Αυτή η δυνατότητα αφαιρέθηκε στους περισσότερους από αυτούς κατά τη διαδικασία εξαγοράς του δανείου τους από ένα fund (για την οποία στις περισσότερες φορές δεν ρωτήθηκαν), στο πλαίσιο μιας τιτλοποίησης δανείων, και στη συνέχεια η διαχείριση του δανείου ανατέθηκε στους servicers, τις εταιρείες διαχείρισης κόκκινων δανείων.

Η πλευρά των servicers πετάει το μπαλάκι στην κυβέρνηση. Λένε ότι δεν είμαστε ίδιες εταιρείες με τις άλλες. Λένε ότι έχουν περιορισμένους βαθμούς ελευθερίας. Ισχυρίζονται ότι κάθε πακέτο δανείων συνοδεύεται από συγκεκριμένο επιχειρησιακό σχέδιο, η εκτέλεση του οποίου παρακολουθείται από το Δημόσιο που έχει δώσει την εγγύησή του και το οποίο μπορεί να του αφαιρέσει το χαρτοφυλάκιο αν η υστέρηση του στόχου ξεπεράσει το 15%-20%. Λένε και άλλα. Οπως ότι δεν μπορούν να επιλέξουν ελεύθερα τον πλειστηριασμό έναντι μιας ρύθμισης, που αυτοί επίσης δηλώνουν ότι προτιμούν.

Μια υπηρεσία ωστόσο του κράτους, αυτή της προστασίας του καταναλωτή, τους ρίχνει συνεχώς πρόστιμα. Τους λέει ότι δεν κάνουν καλά τη δουλειά, που άλλη υπηρεσία του κράτους, αυτή του ιδιωτικού χρέους, υποτίθεται ότι τους έχει υποχρεώσει.

Τελευταία είδαμε αυτά προς την doValue και τη Cepal, υπάρχουν καταγγελίες και για την Intrum. Ολοένα και περισσότεροι πιστεύουν ότι ήρθε η ώρα να τελειώνει η πλάκα και το κρυφτούλι των ευθυνών.

Οι συγκεκριμένοι θεσμοί διαχειρίζονται το μεγαλύτερο μέρος του ιδιωτικού χρέους (90 δισ.) και αν θέλουμε να λέμε ότι ζούμε σε ένα ευνομούμενο κράτος, οφείλουμε να αναπτύξουμε ένα θεσμικό πλαίσιο εποπτείας και λειτουργίας στα επίπεδα των τραπεζών. Είναι το ελάχιστο που μπορεί να γίνει για τα χιλιάδες με ρυθμισμένα δάνεια που έμπλεξαν με τις προβληματικές διαδικασίες των εν λόγω εταιρειών και στους επιχειρηματίες που προσπαθούν να αναστήσουν τις εταιρείες τους.