Αναθεώρηση του Συντάγματος κάνουμε όταν είναι ανάγκη να αντιμετωπίσουμε προβλήματα που διαπιστώσαμε κατά τη λειτουργία του πολιτεύματος και δεν μπορούμε να τα αντιμετωπίσουμε με άλλα μέσα. Κανένα απολύτως πρόβλημα δεν υπάρχει με τη διάρκεια και τη δυνατότητα ανανέωσης της θητείας του Προέδρου της Δημοκρατίας. Η σχετική συζήτηση είναι ανούσια.

Ο/η Πρόεδρος εκλέγεται για πέντε χρόνια. Η θητεία του/της δεν συμπίπτει με τον βουλευτικό εκλογικό κύκλο, πόσω μάλλον που οι εκλογές στη χώρα μας γίνονται σχεδόν πάντοτε νωρίτερα από την τετραετία. Αυτό αρκεί. Κάθε περαιτέρω συζήτηση μοιάζει με το παιχνίδι της κολοκυθιάς. Γιατί πέντε χρόνια και όχι έξι; Και γιατί όχι επτά, θα πει κάποιος, όπως ο πρόεδρος της Ιρλανδίας; (Ή ο Πρόεδρος του χουντικού ψευδοσυντάγματος του 1973, θα προσέθετε πικρόχολα άλλος.)

Ο/η Πρόεδρος μπορεί να επανεκλεγεί για δεύτερη θητεία. Αντίστοιχη ρύθμιση προβλέπουν πολλά άλλα συντάγματα. Υπάρχει λόγος γι’ αυτό. Ο/η Πρόεδρος εκλέγεται. Δεν «διορίζεται» ούτε «τοποθετείται». Η έννοια της εκλογής εμπεριέχει το στοιχείο της λογοδοσίας.

Η επανεκλογή ή μη εμπεριέχει την αξιολόγηση, θετική ή αρνητική, της προεδρικής θητείας. Στη δημοκρατία όσοι ασκούν πολιτική εξουσία οφείλουν να εκλέγονται, αλλά και να αξιολογούνται για τον τρόπο άσκησής της. Αρχή άνδρα (και γυναίκα) δείκνυσι.

Η δυνατότητα επανεκλογής ενισχύει το δημοκρατικό έναντι του αριστοκρατικού στοιχείου στον προεδρικό θεσμό. Η άπαξ εκλογή χωρίς δυνατότητα δεύτερης θητείας προσομοιάζει κατ’ αποτέλεσμα με διορισμό. Που δημιουργεί μια ιδιότυπη σχέση με αυτόν που διορίζει.

Με την ευκαιρία: Πρόεδρος εκλέγεται από τη Βουλή. Αναθεώρηση του Συντάγματος προτείνεται επίσης από τη Βουλή. Δηλαδή από τους βουλευτές και τις κοινοβουλευτικές ομάδες. Κυβέρνηση και πρωθυπουργός δεν εμπλέκονται με οποιονδήποτε τρόπο ούτε στη μία ούτε στην άλλη διαδικασία.

Είναι σημειολογικά ατυχές και θεσμικά άκομψο να προτείνεται νέος Πρόεδρος και, ταυτόχρονα, συνταγματική αναθεώρηση με διάγγελμα του πρωθυπουργού, υπό την ιδιότητά του αυτή, από το Μέγαρο Μαξίμου. Και όχι, έστω για τα προσχήματα, υπό την ιδιότητά του ως προέδρου της κοινοβουλευτικής ομάδας και ενώπιόν της.

Εν τέλει, η πρόταση για αναθεώρηση του χρόνου θητείας του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι αποπροσανατολιστική. Το πρόβλημα του προεδρικού θεσμού στη χώρα μας δεν είναι συνταγματικό και δεν λύνεται με αναθεώρηση.

Είναι πρόβλημα του πολιτικού συστήματος. Που πρέπει να αναρωτηθεί σοβαρά για ποιον λόγο, διαχρονικά, οι επιλογές των προσώπων απέτυχαν να ανταποκριθούν στις περιστάσεις του θεσμού.

Για ποιον λόγο δεν είχαμε ποτέ προέδρους όπως οι δύο καλύτεροι στην Ευρώπη τον 21ο αιώνα: ο Μάικλ Χίγκινς της Ιρλανδίας, από το 2011 και ήδη στη δεύτερη θητεία του, ή ο Τζόρτζιο Ναπολιτάνο της Ιταλίας, επίσης για δύο θητείες μεταξύ 2006-2015.

Ο κ. Ακρίτας Καϊδατζής είναι αναπληρωτής καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.