Η ανακοίνωση του ονόματος του υποψηφίου Προέδρου Δημοκρατίας (ΠτΔ) από το κόμμα της πλειοψηφίας δεν επιφέρει πάντα έντονες αντιδράσεις από τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Προχθές, η δημοσιοποίηση του ονόματος του εκλεκτού συνοδεύτηκε από διαπρύσιες δηλώσεις υπέρ της χαμένης συναίνεσης. Σε ένα πολιτικό σύστημα που δυστυχώς διακρίνεται για την τόσο εκτεταμένη έλλειψη συναίνεσης, είναι μάλλον αναξιόπιστο να απαιτείς συναίνεση από τον αντίπαλο όταν δεν την επιδεικνύεις ο ίδιος.

Η πρόταση του Πρωθυπουργού για κομματικό υποψήφιο Πρόεδρο συνοδεύτηκε από πρότασή του για τροποποίηση του Συντάγματος, ειδικότερα πρόβλεψη μιας μόνο θητείας αντί δύο και εξαετή αντί πενταετή θητεία. Υποστηρίχθηκε ότι η ανακοίνωση συνταγματικής τροποποίησης με διάγγελμα του Πρωθυπουργού είναι απαράδεκτη. Βεβαίως δεν πρόκειται για διάγγελμα, αφού μόνο ο ΠτΔ έχει αυτή την αρμοδιότητα «σε εντελώς εξαιρετικές περιστάσεις». Το μήνυμα του Πρωθυπουργού ανέφερε «θέση που θα εισηγηθούμε στην επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση». Οι αναφορές σε πρόθεση μελλοντικής τροποποίησης του Συντάγματος είναι εύλογη για οτιδήποτε αφορά πολιτική βούληση που θα υλοποιηθεί ενδεχομένως κατά τη διαδικασία στην προτείνουσα Βουλή, όπως συνέβη με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια.

Για αυτή την πρόταση αναθεώρησης ας ξεκινήσουμε από τα γεγονότα. Συνταγματικό γεγονός είναι ότι το άρθρο 30 δεν έχει αλλάξει από το 1975. Πραγματικό γεγονός είναι ότι από το σύνολο των Προέδρων μεταπολιτευτικά δεύτερη συνεχόμενη θητεία είχαν ο Κωστής Στεφανόπουλος και ο Κάρολος Παπούλιας. Δεύτερη θητεία είχε και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, αλλά μη συνεχόμενη.

Υπό συνταγματικο-πολιτική οπτική, η μοναδική θητεία μπορεί να έχει μία θετική συνέπεια: ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να τηρεί περισσότερες αποστάσεις από την εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία, διότι δεν θα προσβλέπει σε ανανέωση της θητείας του. Η διαπίστωση αυτή έχει σημασία στο μέτρο που έως σήμερα δεν ασκούνται πλήρως οι ισχνές αρμοδιότητες του ΠτΔ, όπως η κρισιμότατη αναπομπή των νόμων που θα άλλαζε σε βάθος τη συνταγματική ισορροπία κυβέρνησης και αρχηγού κράτους. Ακόμη και κατά την ανάδειξη κυβέρνησης όταν κανένα κόμμα δεν διαθέτει την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών, ο ΠτΔ επηρεάζεται στην ακολουθούμενη διαδικασία από τη βούληση των πολιτικών αρχηγών.

Ως προς τη διάρκεια της θητείας από πενταετή σε εξαετή, η ευρωπαϊκή παράδοση των κοινοβουλευτικών πολιτευμάτων δεν ευνοεί την εξαετία, που συμβολικά θεωρείται πολύ μακρά, χωρίς όμως και να την αποκλείει (Φινλανδία). Και μία πρόσθετη πραγματολογική παρατήρηση που συχνά αποσιωπάται αλλά είναι ο ελέφαντας στο δωμάτιο της ελληνικής πολιτικής σκηνής. Οι πολιτικώς κρίσιμες επιλογές προσώπων, όπως η κορυφαία για τον ΠτΔ, σχετίζονται με τη δημοκρατική λειτουργία των κομμάτων και την ανάπτυξη ιδεολογικών τάσεων στο εσωτερικό τους.

Στο απρόβλεπτα πολυδιασπασμένο κομματικό σκηνικό της σημερινής Βουλής θα μπορούσε να αναμένεται ότι ο Πρωθυπουργός θα προέβαινε στην επιλογή ενός προσώπου που θα ισορροπούσε τις ενδοκομματικές τάσεις. Η δικαιοπολιτική φύση του Συντάγματος συχνά επιτρέπει πολλαπλές επιλογές, που ναι μεν δεν προσκρούουν στο γράμμα του αλλά και δεν συνιστούν την ιδανική εφαρμογή του.

Η κυρία Πηνελόπη Φουντεδάκη είναι καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.