Ο διάλογος στο εσωτερικό μιας κοινωνίας ορίζεται από έναν συνδυασμό συγχρονικών και διαχρονικών παραγόντων, του πολιτικού και του πολιτισμικού περιβάλλοντος. Τα δεδομένα της στιγμής, με άλλα λόγια, καθορίζουν τι ακριβώς συζητείται εντός του πλαισίου που έχει διαμορφωθεί στη διαδρομή της από ιδεολογικές, θρησκευτικές, πολιτισμικές πεποιθήσεις και πρακτικές.

Στο πεδίο που διαμορφώνεται δεν είναι όλες οι έννοιες διαθέσιμες: σύμφωνα με τον αμερικανό πολιτικό αναλυτή Τζόζεφ Οβερτον υπάρχει ένα εύρος ζητημάτων από τα αποδεκτά ως τα αντιδημοφιλή (το λεγόμενο «παράθυρο του Οβερτον») πέρα από το οποίο βρίσκονται τα αδιανόητα. Το πεδίο, όμως, δεν παραμένει το ίδιο, αλλάζει ανάλογα με τις μεταβολές των ευαισθησιών μιας κοινωνίας.

Σε πρόσφατες σχετικά περιόδους της δυτικής ιστορίας τα ζητήματα της ισότητας ενώπιον του νόμου, της γυναικείας ψήφου, των κοινωνικών ανισοτήτων, των φυλετικών διακρίσεων ή των αμβλώσεων υπήρξαν ταμπού προτού έρθουν στο προσκήνιο και γίνουν αντικείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης.

Πριν από τέσσερις δεκαετίες ταμπού για τον δυτικό κόσμο ήταν και το ζήτημα της ευθανασίας. Οι ιατρικές, νομικές και ιδεολογικές του προεκτάσεις διέρρεαν στη δημόσια σφαίρα, ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες, ωστόσο θα περνούσε καιρός έως ότου (ιδιαίτερα μετά την περίπτωση της Τέρι Σιάβο) η αντιπαράθεση περάσει από τη δαιμονοποίηση των αντιπάλων πλευρών σε ηπιότερη ανταλλαγή απόψεων και, τελικά, σε ρυθμίσεις νομοθετικού περιεχομένου. Σήμερα χώρες όπως το Βέλγιο, η Ολλανδία, η Γερμανία, η Νέα Ζηλανδία, αλλά και δέκα Πολιτείες των ΗΠΑ επιτρέπουν την ιατρικά υποβοηθούμενη αυτοκτονία για ασθενείς στο τελευταίο στάδιο, ζωηρός δημόσιος διάλογος διεξάγεται στη Γαλλία και την Πορτογαλία, ενώ αναμένεται δημοψήφισμα στην Ιταλία. Στην ελληνική δημόσια σφαίρα δεν παρατηρείται κάτι αντίστοιχο: το θέμα της ευθανασίας έρχεται στην επικαιρότητα περιστασιακά, είτε με τη φιλοσοφική του διάσταση είτε με αφορμή συγκεκριμένες ατομικές περιπτώσεις, χωρίς όμως να φτάνει στο σημείο να συζητούνται οι πρακτικές του παράμετροι. Πολύ πρόσφατη, τον Δεκέμβριο του 2022, είναι η κατάθεση στην ελληνική Βουλή νομοσχεδίου περί συστήματος παροχής ανακουφιστικής φροντίδας το οποίο καθορίζει το ρυθμιστικό πλαίσιο μιας πρακτικής που εκτός Ελλάδας μετρά ήδη αρκετές δεκαετίες. Αναμφίβολα, τα ζητήματα του πόνου και της ασθένειας, της διαχείρισης του εαυτού και του θανάτου, της αντίληψης του ιατρικού καθήκοντος, του συνολικού νομικού περιγράμματος συγκροτούν μια δέσμη προβληματισμών που απαιτούν προσεκτική και σε βάθος διαβούλευση, καθώς αγγίζουν θεμελιώδεις αξίες του δυτικού πολιτισμού όπως τον αντιλαμβανόμαστε από την εποχή του Διαφωτισμού και εντεύθεν. Ωστόσο, συνιστούν και το πλέγμα ενός διαλόγου ο οποίος είθισται να αποφεύγεται, έχει καθυστερήσει χαρακτηριστικά, αλλά είναι αναγκαίο να γίνει.