Σκηνή 1: Καστοριά, μέσα δεκαετίας 60.

Ο μικρός ανιψιός συμμετέχει στις προετοιμασίες του γάμου του θείου του, βοηθώντας όπου μπορούσε, ακολουθώντας τη μαμά του. Η οποία, παρέα με άλλες κυρίες, συγγενείς και γειτόνισσες, βρισκόταν σε μια συνεχή κινητικότητα, με κουβέντες που έδιναν κι έπαιρναν. Ο μικρός, συνεπαρμένος από τη γιορτινή ατμόσφαιρα και ζώντας έντονα την κάθε στιγμή, πλησιάζει τη μαμά του και τη ρωτάει χαμηλόφωνα: «Μαμά, ποια είναι αυτή η κυρία που αναφέρετε συνεχώς; Αυτή, … η κυρία Προίκα;» Το γέλιο της μαμάς του πρέπει ν’ ακούστηκε μέχρι την απέναντι όχθη της λίμνης.

Σκηνή 2: Θεσσαλονίκη, μέσα δεκαετίας 70.

Σε μπαλκόνι διαμερίσματος μιας μεσοαστικής περιοχής, ο σύζυγος, εργαζόμενος όπως και η σύζυγός του, κρεμάει τα σεντόνια του κρεβατιού και τα τινάζει. Απέναντι μια νοικοκυρά καθαρίζει τα παράθυρα της κουζίνας. Την ίδια μέρα κιόλας, στο συνηθισμένο απογευματινό καφεδάκι με τις γειτόνισσές της, η νοικοκυρά ανακοινώνει το «νέο» και η παρέα δεν μπορεί να το πιστέψει, πως είναι δυνατόν ένας άνδρας, και μάλιστα «επιστήμονας» να κάνει τέτοια πράγματα. Αυτές είναι γυναικείες δουλειές.

Από τότε μέχρι σήμερα έχει περάσει πάνω από μισός αιώνας στη διάρκεια του οποίου η θέση της γυναίκας (και) στην ελληνική κοινωνία έχει αλλάξει ριζικά, συμπαρασύροντας βαθιά ριζωμένες προκαταλήψεις, εδραιωμένες πεποιθήσεις, παγιωμένους ρόλους, σχέσεις εξάρτησης και θεσμούς, μια κατάσταση δηλαδή που για πολλά, πολλά χρόνια ήταν «αγκυροβολημένη» στην οικογένεια και μέσω αυτής στην κοινωνία. Και από τη «θέση της στο σπίτι» η γυναίκα άρχισε να κερδίζει σταδιακά τη δικιά της θέση της στην κοινωνία, βγαίνοντας από τη σκιά του άνδρα προσπαθώντας παράλληλα, σ’ αυτήν την «ορειβασία» της, να φθάσει και να πατήσει στην ίδια «κορυφή του βουνού», όπου θρόνιαζε για αιώνες ο άνδρας. Να κατακτήσει δηλαδή την ισότητα των φύλων.

Ισότητα, τόσο μέσω των νόμων, όσο όμως περισσότερο μέσω της αποδοχής από την ίδια την κοινωνία. Ένας συνεχής αγώνας, αφού de jure και de facto το «ισχυρό» φύλο ήταν πανίσχυρο σε σχέση με το «ασθενές». Μόλις το 1952 ψηφίστηκε η διεθνής σύμβαση του ΟΗΕ για ίσα πολιτικά δικαιώματα των γυναικών και την ίση πρόσβασή των σε όλα τα δημόσια λειτουργήματα. Αυτό ήταν το έναυσμα για τη χώρα μας να δώσει με τον Νόμο 2159 την ίδια χρονιά το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις γυναίκες, ανοίγοντας εν συνεχεία τις «πόρτες του Δημοσίου» που μέχρι τότε ήταν ερμητικά κλειστές και δεν επέτρεπαν καν στις γυναίκες να έχουν τη δυνατότητα να εργαστούν σε δημόσιες υπηρεσίες.

Ένα τέταρτο του αιώνα αργότερα, το Σύνταγμα του 1975, με το Άρθρο 4, ορίζει ρητά ότι «οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις», καθιερώνοντας για πρώτη φορά συνταγματικά την ισότητα των φύλων. Αρχές δεκαετίας του 80 η χώρα μας, εναρμονιζόμενη με τη νομοθεσία της (σημερινής) Ευρωπαϊκής Ένωσης και με συμβάσεις διεθνών οργανισμών, προχωράει στη ριζική αναθεώρηση του οικογενειακού δικαίου με γνώμονα τη συνταγματική επιταγή της ισότητας των δύο φύλων (Νόμος 1329/83). Καταργείται μεταξύ των άλλων η έννοια της πατριαρχικής οικογένειας, ο θεσμός της προίκας, η υποχρέωση της γυναίκας να παίρνει το επίθετο του συζύγου της και το παιδί το επώνυμο του πατέρα του, ενώ θεσμοθετήθηκε το συναινετικό διαζύγιο.

Τις επόμενες δεκαετίες θεσπίστηκαν πολλοί νόμοι που επιτρέπουν στις γυναίκες να «σκαρφαλώνουν» στο «βουνό» της ισότητας σε τομείς όπως η εργασία, η οικογένεια, η εκπαίδευση, η κοινωνική πρόνοια και ασφάλιση, η υγεία, ενώ παράλληλα η νομοθεσία προσπαθεί να προστατεύσει τη γυναίκα από διάφορες μορφές βίας. Θα εστιάσουμε στο τελευταίο, μιας και έχει να κάνει με το υπέρτατο αγαθό, τη ζωή και την προστασία της.

Επιστρέφοντας λοιπόν από τη διαδρομή μας στους νόμους (de jure), ας έρθουμε στη σημερινή πραγματικότητα (de facto), αναλογιζόμενοι τα εξής:

Σκηνή 3: ένας άνδρας περπατάει βράδυ σε έναν μισοσκότεινο δρόμο, όπου εκτός από τρεις γυναίκες που ακολουθούν πίσω του, δεν κυκλοφορεί κανείς.

Πόσο πιθανό είναι να φοβηθεί ο άνδρας;

Σκηνή 4: η ίδια με τη σκηνή 3 με αντεστραμμένους ρόλους.

Μία γυναίκα προχωράει μπροστά από τρεις άνδρες. Πόσο πιθανό είναι να φοβηθεί η γυναίκα;

Το πιο πιθανό είναι ο άνδρας να μην φοβηθεί καθόλου, ενώ η γυναίκα να φοβηθεί για σεξουαλική παρενόχληση, ληστεία, βιασμό, αλλά και για την ίδια της τη ζωή. Ακόμα κι αν τον άντρα τον ακολουθούν τρεις άντρες, ο πιθανός φόβος του θα έχει να κάνει με ληστεία και ενδεχομένως με δολοφονική επίθεση. Ένα μικρό παράδειγμα της πραγματικότητας που αναδεικνύει την, εκ των πραγμάτων απορρέουσα, μειονεκτική θέση της γυναίκας σε σχέση με τον άνδρα σε θέματα βίας.

Ας το έχουμε αυτό υπ’ όψιν εμείς οι άνδρες, όταν, εκ του ασφαλούς, κρίνουμε ανθρώπους και καταστάσεις. Ακόμα και αν κάποιοι ενδόμυχα να αισθάνονται ότι έχουν εκδιωχθεί από αυτές τις ενδιάμεσες βουνοκορφές που «πάτησε» η γυναίκα τα τελευταία χρόνια στην ορειβασία της προς την ισότητα. Ποιος; Αυτός που «άντρας είμαι και το κέφι μου θα κάνω» και «θα ζήσω ελεύθερο πουλί». Ο ισχυρός, με τον ανδρισμό του.

Παράλληλα ας νοιώσουν κι οι γυναίκες ότι έχοντας καταφέρει, σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα, να «τρυπήσουν» την καταπίεση που υφίσταντο για αιώνες και να βελτιώσουν τη θέση τους, έχουν «ξεριζώσει» παγιωμένες ανισορροπίες που ίσχυαν στη σχέση των δύο φύλων και είχαν «εμποτίσει» τόσο τον άνδρα, όσο και τη γυναίκα, άρα αντίστοιχα την οικογένεια και την κοινωνία. Κι όχι μόνο «έγινε και σωφερίνα, αλλά έβαλε ήδη και παντελόνια». Η αλλαγή αυτή διαμορφώνει σταδιακά μια νέα ταυτότητα τόσο της γυναίκας, όσο όμως και του άνδρα και σε συνδυασμό μάλιστα με τις κρίσεις που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια, μπορεί να οδηγήσει σε μετωπική σύγκρουση συναισθημάτων και λογικής ανοίγοντας πληγές, κυριολεκτικά και μεταφορικά.

Άνδρες ή γυναίκες όμως ο νόμος δεν ξεχωρίζει. Άρα τι θα έπρεπε να ισχύει βάσει των νόμων; Χωρίς να υπεισερχόμαστε σε νομικές λεπτομέρειες, ας παραμείνουμε στα βασικά, δηλαδή στο Σύνταγμά μας, το οποίο ορίζει τα εξής:

Άρθρο 2: (Πρωταρχικές υποχρεώσεις της πολιτείας)

  1. Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας.

Άρθρο 5: (Ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, προσωπική ελευθερία)

  1. Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του ….
  2. Όλοι όσοι βρίσκονται στην Eλληνική Eπικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους ….
  3. Η προσωπική ελευθερία είναι απαραβίαστη …

Άρθρο 6: (Προσωπική ασφάλεια, προφυλάκιση)

Συνοψίζουμε: προστασία της αξίας του ανθρώπου ως πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας, όλοι απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους, η προσωπική ελευθερία είναι απαραβίαστη, ταυτόχρονα με προσωπική ασφάλεια.

Χωρίς τις απαραίτητες γνώσεις συνταγματολόγου για την ορθή, νομική και όχι μόνο, ερμηνεία των συγκεκριμένων άρθρων, επαφίεμαι σε απόψεις ειδικών οι οποίοι υποστηρίζουν ότι: το δικαίωμα της προσωπικής ασφάλειας σε συνδυασμό με την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας να σέβεται και να προστατεύει την αξία του ανθρώπου, θα έπρεπε να οδηγεί το κράτος να παίρνει εκείνα τα μέτρα που θα προστατεύουν τον πολίτη. Ο οποίος κατ’ αυτόν τον τρόπο θ’ απολαμβάνει την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας του. Όπου πολίτης, σύμφωνα με το Άρθρο 4, είναι τόσο ο άνδρας, όσο κι η γυναίκα, αφού «οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις».

Είναι όμως όντως έτσι κι’ έχει ισορροπήσει πραγματικά η «ζυγαριά» της ισότητας στο ζήτημα της βίας και της αντιμετώπισής της ή, όπως είδαμε και στα προαναφερθέντα παραδείγματα, η γυναίκα συνεχίζει να κουβαλάει στην πλάτη της «βαρίδια», όπως ο φόβος, ιδιαίτερα ως απόρροια φαινομένων βίας εναντίον της, που κάποιες φορές φτάνουν ακόμα και στο έγκλημα; Όπως δυστυχώς βιώσαμε και στην Ελλάδα πριν λίγες ημέρες. Ακόμα μια φορά. Παραμένοντας στο νομικό πλαίσιο, μπορεί να ρωτήσει κάποιος, τι περισσότερο πρέπει να κάνουμε για να προστατεύσουμε τη γυναίκα; Δεν φτάνουν όλοι αυτοί οι νόμοι περί ισότητας; Εκ του αποτελέσματος, όχι! Η πραγματικότητα είναι σκληρή: βία, εγκληματικότητα, πρόβλημα ασφάλειας για τους πολίτες, ιδιαίτερα όμως για τη γυναίκα. Άρα, παρ’ ότι έχουμε κάνει αρκετά βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι δεν είναι αρκετά και οφείλουμε να εστιάσουμε στο συγκεκριμένο πρόβλημα για να το αντιμετωπίσουμε όσο πιο αποτελεσματικά γίνεται.

Και τι να κάνουμε δηλαδή; Άμεσα θα πρέπει να προχωρήσουν οι βουλευτές, παραμερίζοντας κομματικές σκοπιμότητες και μικροπολιτικά παιχνίδια, σε νομοθέτηση του όρου γυναικοκτονία, δηλαδή ανθρωποκτονία με θύμα γυναίκα. Με ευρεία συναίνεση. Δεν αποτελούν όλοι οι φόνοι γυναικών περιπτώσεις γυναικοκτονίας, αλλά τη νομική προσέγγιση, το «γράμμα του νόμου», περιλαμβανομένης της ακριβούς ονομασίας και των αντιστοίχων ποινών, θα τα καθορίσουν οι εξειδικευμένοι νομικοί. Η συγκεκριμένη διαδικασία δεν αποτελεί όμως το μείζον. Το ζητούμενο είναι η, επιτακτική πια, ανάγκη ευαισθητοποίησης της κοινωνίας, έτσι ώστε κανείς να μην «προσπερνάει» πιθανές περιπτώσεις άσκησης βίας σε γυναίκα και σταδιακά η ίδια να αισθάνεται ότι η «κραυγή» της ακούγεται. Και σε περιπτώσεις ανάγκης, να προστατεύεται.

Και μ’ έναν επιπλέον νόμο θα λύσουμε το πρόβλημα, θα εξαφανίσουμε τη συγκεκριμένη μορφή βίας εναντίον της γυναίκας και θα εκλείψει αυτό το έγκλημα; Μακάρι να ήταν έτσι, αλλά όσο ζουν άνθρωποι, θα υπάρχουν κάποιοι που θ’ ασκούν βία και λίγοι που θα διαπράττουν εγκλήματα. Μα για τα εγκλήματα υπάρχουν και σήμερα νόμοι βάσει των οποίων αυτά εκδικάζονται και τα οποία εμπίπτουν στο κεφάλαιο ανθρωποκτονία. Γιατί χρειαζόμαστε έναν νέο νόμο αποκλειστικά για γυναικοκτονία; Όντως και με βάση τα στατιστικά δεδομένα σκοτώνονται πιο πολλοί άνδρες απ’ ότι γυναίκες, αλλά είναι πάρα πολύ λίγες οι περιπτώσεις που δολοφονούνται μόνο και μόνο επειδή είναι άνδρες. Εν αντιθέσει με τις γυναίκες. Και όπως αναφέρει στο έργο του «Το Πνεύμα των Νόμων» ο Γάλλος συγγραφέας και φιλόσοφος του Διαφωτισμού, Μοντεσκιέ, νόμοι είναι οι κανόνες οι οποίοι ανακύπτουν αναγκαστικά από τη φύση των πραγμάτων της κοινωνίας, κάτι δηλαδή που εκφράζει το πνεύμα της κοινωνίας. Και η κοινωνία νοιώθει, εδώ και καιρό, ότι υπάρχει όντως γυναικοκτονία, πέραν της ανθρωποκτονίας.

Παράλληλα όμως με τη συγκεκριμένη νομοθέτηση η κυβέρνηση θα πρέπει να «τρέξει» μια, μεγάλης χρονικής διάρκειας, στοχευμένη καμπάνια ενημέρωσης με αποδέκτη την ελληνική οικογένεια, προσαρμοσμένη στις υπάρχουσες και διαφορετικές κατηγορίες συνανθρώπων μας. Άλλα τα μηνύματα που θα πρέπει να περάσει σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, ειδικά άνδρες, που πέρασαν τα παιδικά τους χρόνια κάτω από τελείως διαφορετικές κοινωνικές συνθήκες και άλλα τα μηνύματα σε μικρά παιδιά, ο χαρακτήρας των οποίων είναι υπό διαμόρφωση. Στόχος είναι βραχυπρόθεσμα να ευαισθητοποιήσει την κοινωνία αναφορικά με θέματα βίας εναντίον της γυναίκας, περιλαμβανομένης και της αντίστοιχης ενημέρωσης και εκπαίδευσης των αρμόδιων υπεύθυνων λειτουργών και μακροπρόθεσμα να εμπεδώσει μια στάση ζωής η οποία θα έχει ως μια βασική παράμετρο ότι, όποιες και να είναι οι διαφορές μεταξύ άνδρα και γυναίκας, αυτές στη ζωή θα πρέπει να εξισορροπούνται. Έχοντας υπ’ όψιν και το Άρθρο 23 του χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί «ισότητας ανδρών και γυναικών»: «Η αρχή της ισότητας δεν αποκλείει τη διατήρηση ή τη θέσπιση μέτρων που προβλέπουν ειδικά πλεονεκτήματα υπέρ του υποεκπροσωπούμενου φύλου».

Κι επειδή δεν είναι δυνατόν όλοι να έχουμε την ίδια άποψη, κάποιοι μπορεί να αναρωτηθούν: πάλι έχουμε να κάνουμε με δικαιωματιστές και ακτιβιστές που συνέχεια απαιτούν; Ίσα, ίσα, βασική αρχή της Δημοκρατίας είναι η ισορροπία μεταξύ της αρχής της πλειοψηφίας και της κατοχύρωσης των δικαιωμάτων των αδύναμων. Την πλειοψηφία του ελληνικού πληθυσμού αποτελούν οι γυναίκες, ενώ ταυτόχρονα είναι και οι πιο αδύναμες συγκριτικά με τους άνδρες. Και αν παρ’ όλα αυτά διαπιστώσουμε στην πορεία ότι η συγκεκριμένη νομοθέτηση παρουσιάζει κάποιες αρνητικές «παρενέργειες», εδώ θα είμαστε για να τις προσαρμόσουμε αντίστοιχα, εφαρμόζοντας και σ’ αυτήν την περίπτωση το πνεύμα των νόμων.

«Δεν μπορεί κάτι να είναι απαραίτητα σωστό επειδή είναι νόμος. Πρέπει να είναι όμως νόμος, αν είναι το σωστό». Μοντεσκιέ.

Υ.Γ.: Για την αδικοχαμένη Κυριακή: η απόλυτη σιωπή. Ως ελάχιστη ένδειξη τιμής στη μνήμη της και σεβασμού στην οικογένειά της.