Κάθε φορά που η Τουρκία μας υπενθυμίζει, και μάλιστα με τον πλέον επίσημο τρόπο, ότι αμφισβητεί σταθερά τα κυριαρχικά μας δικαιώματα και την εθνική μας κυριαρχία, ορισμένοι εν Αθήναις σπεύδουν να αποδώσουν τον στρατιωτικοποιημένο αναθεωρητισμό της Άγκυρας στις εκάστοτε εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις στη γείτονα χώρα.

Όταν ο Τ. Ερντογάν τόσο κατά την προεκλογική εκστρατεία των προεδρικών εκλογών όσο και κατά τη διάρκεια της πρόσφατης προεκλογικής περιόδου των δημοτικών εκλογών, έκανε το εθνικιστικό του ακροατήριο να παραληρεί, άλλοτε επαιρόμενος για τη Γενοκτονία του Μικρασιατικού Ελληνισμού -κατ’ αυτόν «μάθημα κολύμβησης στους απίστους»- και άλλοτε γαυριών για τη Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού -κατ’ αυτόν «εξουδετέρωση μεγάλης τρομοκρατικής οργάνωσης»- ορισμένοι «ειδικοί» και ειδικοί εν Αθήναις «έβλεπαν απλώς» μία προσπάθεια εκ μέρους του Τούρκου προέδρου να προσελκύσει ψηφοφόρους και να συσπειρώσει την εκλογική βάση του κόμματός του.

Τώρα που ο Τ. Ερντογάν έχει επανεκλεγεί πανηγυρικά στην προεδρία και οι δημοτικές εκλογές τελείωσαν με το κόμμα του βαριά ηττημένο, οι ίδιοι «ειδικοί» και ειδικοί εν Αθήναις ερμηνεύουν την προκλητική στάση του Τούρκου προέδρου εναντίον της Ελλάδος ως «αναμενόμενο αποτέλεσμα» της ήττας του στους μεγάλους δήμους της Κωνσταντινούπολης, της Σμύρνης, της Άγκυρας, της Προύσας και της Αττάλειας, και ως προσπάθεια να επαναφέρει στους κόλπους του ΑΚΡ εθνικιστές ψηφοφόρους, οι οποίοι στις δημοτικές εκλογές του «γύρισαν την πλάτη».

Η χθεσινή επίσημη ανακοίνωση του Τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών αναφορικά με τα δύο θαλάσσια πάρκα, τα οποία η Ελλάδα πρόκειται να κηρύξει για την προστασία του Περιβάλλοντος –το ένα στο Ιόνιο και το άλλο στο Αιγαίο Πέλαγος- δεν είναι τίποτα άλλο παρά μία ηχηρή υπενθύμιση σε ορισμένους «συνετούς και ψύχραιμους» εν Αθήναις ότι η Τουρκία αμφισβητεί ευθέως, σταθερά και επισήμως τα κυριαρχικά μας δικαιώματα και την εθνική μας κυριαρχία. Για όποιον, άλλωστε, δεν στρουθοκαμηλίζει και δύναται να αντιλαμβάνεται τα προφανή, είναι σαφές από την εν λόγω ανακοίνωση ότι η Τουρκία επιχειρεί να μας επιβάλει καταρχάς τη λογική της «συνεννόησης» μαζί της για ζητήματα, τα οποία αφορούν αποκλειστικά και μόνον στα κυριαρχικά μας δικαιώματα και στην εθνική μας κυριαρχία. Εν συνεχεία, θα επιχειρήσει να μας επιβάλει τη λογική της «συνεκμετάλλευσης» του Αιγαίου Πελάγους και, εντέλει, τη λογική της εκούσιας απεμπόλησης εκ μέρους μας όλων των δικαιωμάτων εκείνων που μας παρέχει το Διεθνές Δίκαιο, οι Διεθνείς Συνθήκες και το Δίκαιο της Θάλασσας, «προκειμένου να μην επανέλθει η ένταση στο Αιγαίο και να μην αναδυθεί ξανά ο κίνδυνος μιας αναμέτρησης επί του πεδίου».

Η Τουρκία για άλλη μία φορά αμφισβητεί ευθέως και επισήμως την κυριαρχία της Ελλάδος σε μία σειρά νήσων, νησίδων και βραχονησίδων επικαλούμενη επιχειρήματα, τα οποία συνιστούν σαθρές σοφιστείες «τουρκικής αλεπούς» και ουδεμία νομική βάση διαθέτουν, όπως έχουν καταδείξει επανειλημμένως αρκετοί διακεκριμένοι και παγκόσμιας εμβέλειας και αποδοχής καθηγητές Διεθνούς Δικαίου. Κατά τον τρόπο αυτόν η Τουρκία στην πραγματικότητα επιχειρεί να επιτύχει εκείνο ακριβώς, για το οποίο αδίκως και υποκριτικά κατηγορεί την Ελλάδα: να δημιουργήσει δηλ. εις βάρος μας νομικά τετελεσμένα δια της ακύρωσης ενός προγράμματος προστασίας του Περιβάλλοντος, τα οποία θα επικαλεστεί εν συνεχεία τόσο στο πλαίσιο του περιβόητου «ελληνοτουρκικού διαλόγου» όσο και σε οποιοδήποτε άλλο τραπέζι διαπραγμάτευσης για την επίλυση της μοναδικής υφιστάμενης διαφοράς μεταξύ μας, δηλ. της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας.

Στο παρελθόν η Ελλάδα πλήρωσε πολύ ακριβά την ατολμία κάποιων ελληνικών κυβερνήσεων να ασκήσουν τα κυριαρχικά μας δικαιώματα υλοποιώντας προγράμματα, τα οποία οι ίδιες μάλιστα είχαν εκπονήσει με την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης για προφανείς λόγους προστασίας του Περιβάλλοντος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το πρόγραμμα που είχε εκπονηθεί το 1994 για τη δημιουργία βασικών υποδομών διαβίωσης σε ορισμένες ελληνικές μικρές νήσους και βραχονησίδες, το οποίο αποσκοπούσε αποκλειστικά στην ανάπτυξη του αγροτουρισμού και στην προστασία και ανάπτυξη της χλωρίδας και της πανίδας του Αιγαίου Πελάγους. Η ατολμία αυτή, η οποία οφειλόταν στο ότι και τότε η Τουρκία είχε αντιδράσει όπως αντιδρά και τώρα ενόψει της δημιουργίας των δύο θαλασσίων πάρκων στο Ιόνιο και στο Αιγαίο, οδήγησε πολύ γρήγορα (Δεκέμβριος 1995 – Ιανουάριος 1996) στην αμφισβήτηση εκ μέρους της Τουρκίας της ελληνικής κυριαρχίας σε μία σειρά μεγάλων νήσων, νησίδων και βραχονησίδων, και στην Κρίση των Ιμίων, με την οποία δυστυχώς τέθηκε επισήμως στο τραπέζι η τουρκική θεωρία περί των «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο.

Η Ελλάδα είναι μία ανεξάρτητη και ισχυρή χώρα, η οποία σε όλη την ιστορική της διαδρομή ενεργεί πάντοτε σύμφωνα με τις επιταγές του Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Συνθηκών. Παράλληλα, αποτελεί κράτος-μέλος (και το ανατολικό σύνορο) της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξ ου και η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιλαμβάνεται την αναγκαιότητα της εφαρμογής του προγράμματος των θαλασσίων πάρκων του Ιονίου και του Αιγαίου και υποστηρίζει τη σπουδαία αυτή για την προστασία του Περιβάλλοντος πρωτοβουλία της Ελλάδος.

Η τουρκική πολιτική και στρατιωτική ελίτ πρέπει πλέον να αντιληφθεί ότι ούτε νομιμοποιείται ούτε μπορεί να δημιουργεί τετελεσμένα εις βάρος της Ελλάδος με «συνταγές» και «τυφλοσούρτες» περασμένων δεκαετιών. Και όσοι ονειρεύονται «συνεργασίες» και «συνδιαχειρίσεις» του Αιγαίου Πελάγους, όπου και αν βρίσκονται, πρέπει να εγκαταλείψουν τα νοσηρά όνειρά τους και να κατανοήσουν ότι ο Ελληνικός Λαός υπεράνω όλων θέτει τα κυριαρχικά δικαιώματα και την εθνική κυριαρχία της Ελλάδος

  • Ο Κωνσταντίνος Παΐδα είναι καθηγητής του ΕΚΠΑ