Η σημερινή επιδείνωση των σχέσεων ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία με επίκεντρο την Ουκρανία ήταν προδιαγεγραμμένη από τη δεκαετία του ’90, όταν η Ουάσιγκτον υποσχέθηκε στην Ουκρανία ότι θα εντασσόταν στο ΝΑΤΟ. Οταν στις αρχές του 2014, με την «επανάσταση του Μαϊντάν», οι Ουκρανοί έριξαν τον φιλορώσο πρόεδρο Βίκτορ Γιανουκόβιτς στο Κίεβο, η Μόσχα προσάρτησε την Κριμαία και υποστήριξε τους φιλορώσους αυτονομιστές που κατέλαβαν μέρος των επαρχιών Ντονέτσκ και Λουχάνσκ στο Ντονμπάς της Ανατολικής Ουκρανίας. Το περασμένο καλοκαίρι, ένα ακόμα στοιχείο για το πού οδηγούνταν η κατάσταση ήταν το άρθρο του προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν «Περί της ιστορικής ενότητας Ρώσων και Ουκρανών», στο οποίο υποστήριξε ότι οι δύο λαοί αποτελούν «ένα έθνος».

Σήμερα, η κατάσταση στην Ουκρανία γίνεται όλο και πιο έκρυθμη. Οι φιλορώσοι αυτονομιστές ανακοίνωσαν την Παρασκευή ότι 700.000 άμαχοι άρχισαν να εκκενώνονται από το Ντονέτσκ και να μεταφέρονται στη γειτονική Ρωσία. Η Ουάσιγκτον επιμένει ότι οι Ρώσοι ετοιμάζουν εισβολή στην Ουκρανία «εντός των επόμενων ημερών». Το Κίεβο κατηγορεί τη Ρωσία ότι το προκαλεί στο Ντονμπάς για να αντιδράσει στρατιωτικά. Η Μόσχα δίνει μεικτά σήματα: από τη μια αρνείται ότι θα εισβάλει στην Ουκρανία, από την άλλη ενισχύει τις στρατιωτικές δυνάμεις κοντά στα ουκρανικά σύνορα που, σύμφωνα με αμερικανικούς υπολογισμούς, φθάνουν πλέον τις 190.000.

Περικυκλωμένη σε τρία σημεία

Η Ουκρανία είναι περικυκλωμένη από ρωσικές δυνάμεις στα ανατολικά (Ρωσία), στα βόρεια (Λευκορωσία) και στα νότια (Μαύρη Θάλασσα) – κινήσεις στις οποίες προχώρησε το Κρεμλίνο τους τελευταίους μήνες μετακινώντας, με μεγάλο οικονομικό κόστος, στρατό από την Ανατολική Σιβηρία. Το ΝΑΤΟ, από την πλευρά του, ανακοίνωσε αυτή την εβδομάδα ότι θα ενισχύσει την παρουσία του στην Ανατολική Ευρώπη (αμερικανοί στρατιώτες άρχισαν ήδη να αναπτύσσονται στην Πολωνία, στους οποίους θα προστεθούν και Βρετανοί, ενώ Γερμανοί και Ολλανδοί θα ενισχύσουν τη νατοϊκή παρουσία στη Λιθουανία, η Δανία και η Ισπανία θα συμβάλουν με κατασκοπευτικά αεροσκάφη και μια πολυεθνική δύναμη με επικεφαλής τη Γαλλία θα αναπτυχθεί στη Ρουμανία).

Εν τω μεταξύ, το «επικίνδυνο πόκερ» ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και τη Μόσχα συνεχίζεται. Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν προειδοποιεί επανειλημμένως για επικείμενη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία – για να την «κάψει», όπως παραδέχεται ο ίδιος ο Λευκός Οίκος -, ενώ ο πρόεδρος Πούτιν διαψεύδει οποιοδήποτε σχέδιο για εισβολή. Και όλα αυτά υπό την πίεση περιοδικών αναφλέξεων στο φιλορωσικό Ντονμπάς της Ανατολικής Ουκρανίας που θα μπορούσαν να αποτελέσουν το πρόσχημα για ρωσική εισβολή.

Ανοιχτή πόρτα στη διπλωματία

Παράλληλα, οι δύο πλευρές αφήνουν ανοιχτή την πόρτα στη διπλωματία – ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν και ο ρώσος ομόλογός του Σεργκέι Λαβρόφ αναμένεται να συναντηθούν στην Ευρώπη εντός των ημερών, «εκτός αν η Ρωσία εισβάλει στο μεταξύ στην Ουκρανία», διαμηνύει ο πρώτος. Οι κινήσεις στο έδαφος και των δύο πλευρών δείχνουν ότι και οι δύο επιχειρούν να καθίσουν όσο το δυνατόν πιο ισχυρές στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Σύμφωνα με τους «New York Times» που επικαλούνται ηγέτες και διπλωμάτες οι οποίοι συμμετέχουν στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου (κορυφαία διάσκεψη για γεωπολιτικά ζητήματα, αποκαλούμενη «Νταβός της Ασφάλειας», που πραγματοποιείται εφέτος στις 18-20/2), το καλύτερο σενάριο είναι «μια μακροχρόνια πολιορκία της Ουκρανίας». Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, ο ρώσος πρόεδρος δεν θα εισβάλει στρατιωτικά στην Ουκρανία αλλά θα πολλαπλασιάσει κυβερνοεπιθέσεις (την Τετάρτη δέχθηκαν επίθεση οι ιστοσελίδες του υπουργείου Αμυνας και δύο ιδιωτικών τραπεζών της Ουκρανίας), δολοφονίες, σχέδια για πραξικόπημα και εμπορικό αποκλεισμό «με την ελπίδα ότι θα ανατρέψει την ουκρανική κυβέρνηση χωρίς να πυροδοτήσει κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας».

Οι εκτιμήσεις για Πούτιν

Οι αξιωματούχοι και διπλωμάτες που συμμετέχουν στη διάσκεψη του Μονάχου, καθώς και πολλοί αναλυτές ανά τον κόσμο, συμφωνούν ότι ο ρώσος πρόεδρος δεν μπήκε σε όλον αυτό τον κόπο για να πετύχει κοσμητικές αλλαγές στην παρούσα τάξη ασφαλείας αλλά «για να την ανατρέψει».

Αλλωστε, όπως έγραψε σε ανάλυσή του στο «Foreign Affairs» ο Μάικλ Μακ Φολ από το Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, «η ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφαλείας χρειάζεται γνήσια επισκευή και δημιουργική ανανέωση». Ο Μακ Φολ, ο οποίος έχει διατελέσει πρεσβευτής των ΗΠΑ στη Ρωσία (2012-2014, επί Μπαράκ Ομπάμα), προτρέπει τους ηγέτες της Δύσης να πιαστούν από οποιαδήποτε χαραμάδα αφήσει η Μόσχα και να αρχίσουν από εκεί τις διαπραγματεύσεις.

Μια τέτοια «χαραμάδα» για να ξεκινήσουν θα μπορούσε να αποτελέσει, σύμφωνα με εκτιμήσεις αμερικανών ειδικών, η απάντηση της Μόσχας ότι δεν έχει αντίρρηση «να εξετάσει περαιτέρω» την πρόταση που διατύπωσε η Ουάσιγκτον τον περασμένο μήνα να επιτρέψει στη Ρωσία να επιθεωρεί αμερικανικές βάσεις αντιπυραυλικής άμυνας στην Πολωνία και στη Ρουμανία, τις οποίες το Κρεμλίνο θεωρεί απειλή. Το ρωσικό αυτό νεύμα προς τη διπλωματία περιέχεται στη γενικότερη απάντηση στις αμερικανικές προτάσεις που έδωσε στη δημοσιότητα η Μόσχα την Πέμπτη, δηλώνοντας «κατ’ αρχήν θετική» για συνομιλίες με θέμα την αντικατάσταση συνθήκης του 1987 για τον έλεγχο των πυρηνικών από την οποία αποχώρησε ο Ντόναλντ Τραμπ το 2019.

Η Μόσχα θέλει ευρύτερη συμφωνία

Αλλά όπως τονίζει η Μόσχα, τυχόν συμφωνίες σε αυτά τα σημεία πρέπει να αποτελούν μέρος μιας γενικότερης συμφωνίας για την ασφάλεια, η οποία θα λαμβάνει υπόψη τις κρίσιμες ρωσικές απαιτήσεις: να πάψει κάθε συνεργασία του ΝΑΤΟ με την Ουκρανία και να αποσύρει η Δύση όλα τα όπλα που έχει στείλει στη χώρα, να υπάρξουν εγγυήσεις ότι η Ουκρανία δεν θα γίνει ποτέ μέλος του ΝΑΤΟ και να αποσυρθούν όλα τα νατοϊκά στρατεύματα που έχουν αναπτυχθεί στις χώρες της πρώην Ανατολικής Ευρώπης που εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ μετά το 1997.

Προφανώς το ΝΑΤΟ δεν μπορεί να δείξει, μεταξύ άλλων για λόγους γοήτρου, ότι του υπαγορεύει η Ρωσία ποια χώρα θα ενταχθεί σε αυτό και ποια όχι. Γι’ αυτό γίνονται προσπάθειες να πειστεί το Κίεβο να κάνει εκείνο πίσω στην επιθυμία του να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ – το ζήτημα συζητήθηκε με τον ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι στο Κίεβο κατά την επίσκεψη του γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν την περασμένη εβδομάδα και του γερμανού καγκελαρίου Ολαφ Σολτς λίγες ημέρες αργότερα.

«Εχει χαρτιά στα χέρια του»

Σύμφωνα με τη Φιόνα Χιλ, κορυφαία στις ΗΠΑ αναλύτρια ειδική στη Ρωσία, ο Πούτιν «έχει χαρτιά στα χέρια του και μπορεί να διατηρήσει την πίεση». Για παράδειγμα, ο πρόεδρος της Λευκορωσίας Αλεξάντρ Λουκασένκο είναι τόσο ευγνώμων προς τον Πούτιν που τον βοήθησε να διατηρηθεί στη θέση του αφότου έχασε τις εκλογές του 2020 και ξεσηκώθηκαν οι Λευκορώσοι εναντίον του «που επέτρεψε τεράστιας κλίμακας ασκήσεις στη χώρα του οι οποίες θα μπορούσαν να μετατραπούν σε μόνιμη ρωσική στρατιωτική παρουσία».

Η Φιόνα Χιλ είναι ανάμεσα στους σφοδρότερους επικριτές της νατοϊκής πορείας της Ουκρανίας, η οποία ξεκίνησε στη δεκαετία του ’90 και πήρε μεγάλη ώθηση το 2008, κατόπιν επιμονής του τότε προέδρου Τζορτζ Μπους και του τότε υπουργού Αμυνας των ΗΠΑ Ντικ Τσέινι, οι οποίοι, παρά τις αντιδράσεις των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών, υποσχέθηκαν ένταξη στο ΝΑΤΟ στην Ουκρανία και στη Γεωργία.

«Παράθυρο» για πυρηνικά

Η αναλύτρια του «Monde» Σιλβί Κοφμάν εντόπισε μια «παράπλευρη απώλεια» της ουκρανικής κρίσης που σήμερα περνάει σχεδόν απαρατήρητη αλλά μπορεί να προκαλέσει τεράστια προβλήματα στο μέλλον: την πιθανότητα να αναπτυχθούν ρωσικά πυρηνικά όπλα στη Λευκορωσία. Στα τέλη Δεκεμβρίου, το Μινσκ δημοσιοποίησε το νέο σχέδιο συντάγματος που αναμένεται να υιοθετηθεί σε δημοψήφισμα την επόμενη Κυριακή (27/2). «Οι δυτικοί σχολιαστές επικεντρώθηκαν στο ότι θα επιτρέψει στον Λουκασένκο να διατηρηθεί στην εξουσία ως το 2035» έγραψε η κυρία Κοφμάν. Αλλά σημαντικότερο είναι ένα άλλο στοιχείο: «Η παράγραφος 2 του άρθρου 18 [που αναφέρεται στην πυρηνική ουδετερότητα της Λευκορωσίας] θα αντικατασταθεί από μια απλή δέσμευση για μη επίθεση εναντίον άλλων χωρών».