Με αφορμή το ρεπορτάζ του Β. Γ. Λαμπροπούλου στο «Βήμα» της 2/1/22 με τίτλο «10.000 εγκλεισμοί σε ψυχιατρεία από την ΕΛ.ΑΣ.», σημειώνω, εν συντομία, τα εξής:

– Οι ψυχιατρικές νοσηλείες με εισαγγελική εντολή (ακούσιες νοσηλείες) αποτελούν ένα διαχρονικό όνειδος τόσο για τη λειτουργία του δημόσιου συστήματος ψυχιατρικής φροντίδας όσο και για το κράτος δικαίου (παραβίαση στοιχειωδών συνταγματικών δικαιωμάτων ευάλωτων συμπολιτών μας). Στο δήθεν δίλημμα ασφάλεια ή ελευθερία πρέπει να απαντήσουμε θεσμικά με το και ασφάλεια και ελευθερία με προϋποθέσεις.

Οι αναγκαστικές νοσηλείες ανέρχονται σε ποσοστό από 45% έως 63% του συνόλου των ψυχιατρικών νοσηλειών στη χώρα, ποσοστό συντριπτικά μεγαλύτερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου πριν από την πανδημία.

Η κατάχρηση του μέτρου της αναγκαστικής νοσηλείας και η χρήση περιοριστικών μέτρων στην ψυχιατρική είναι τραυματική για τον ασθενή και για το οικογενειακό – κοινωνικό του περιβάλλον, ακόμα και για τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας.

– Οπως έχουν δείξει τεκμηριωμένες έρευνες, μελέτες αναγκαστικών νοσηλειών στην Αττική (2011-2018 ΜΑΝΑ) και στην Ελλάδα (2018-2021 ΜΑΝΕ), για τις οποίες ήμουν επιστημονικά υπεύθυνος, η χρήση αυτού του μέτρου είναι αμφιλεγόμενη, καταχρηστική σε πολλές περιπτώσεις και αποτελεί δείκτη συστημικής δυσλειτουργίας των υπηρεσιών ψυχικής υγείας.

Ο νόμος 2071/92 που διέπει ακόμη το καθεστώς της αναγκαστικής νοσηλείας και βρίσκεται σε αναθεώρηση εδώ και τρία χρόνια στην πλειονότητα των περιπτώσεων είναι ανεφάρμοστος σε ό,τι αφορά την προστασία των δικαιωμάτων των ασθενών και την τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων σχετικά με τη 48ωρη αξιολόγηση και την ημερομηνία πραγματοποίησης της δίκης.

– Από το ρεπορτάζ στοιχειοθετείται η αύξηση της βίας εν μέσω πανδημίας, που περιλαμβάνει και σοβαρότατη αύξηση στα κρούσματα ενδοοικογενειακής βίας, γυναικοκτονιών, αύξηση των αποπειρών αυτοκτονίας και πιθανή αύξηση των αναγκαστικών νοσηλειών. Για τις τελευταίες δεν έχουμε στοιχεία ακόμη για να συνδέσουμε την ευρύτερη επιδείνωση της ψυχικής υγείας στον γενικό πληθυσμό (αύξηση των κοινών ψυχικών διαταραχών, όπως το άγχος και η κατάθλιψη, ανά έτος της πανδημίας) με τον πολλαπλασιασμό των ακούσιων νοσηλειών.

Υποθέτουμε ότι υπάρχει χαμηλή ή μηδενική ανοχή στην οικογένεια ως προς την περίεξη θορυβωδών συμπτωμάτων κυρίως των χρονίων ψυχικά πασχόντων (επιθετικότητα, παραλήρημα, άρνηση συμμόρφωσης με την ψυχιατρική αγωγή), η οποία κινητοποιεί τη διαδικασία αναγκαστικής νοσηλείας μέσω της αστυνομίας πιο εύκολα.

Αυτό σε συνδυασμό με το έλλειμμα τομεοποιημένων κοινοτικών υπηρεσιών ψυχικής υγείας και την ανυπαρξία του συνεχούς της φροντίδας πολλαπλασιάζει την προσφυγή στο ακραίο μέτρο στέρησης της ελευθερίας του ασθενούς.

– Σύμφωνα με τις μελέτες μας (Chatzisimeonidis et al, 2021) οι ασθενείς που κατέληξαν στο καθεστώς της ακούσιας νοσηλείας ήταν λιγότεροι από όσους μεταφέρθηκαν από την αστυνομία σε εφημερεύουσα ψυχιατρική μονάδα για ακούσια ψυχιατρική εξέταση – εκτίμηση. Δηλαδή, δεν καταλήγουν όλα τα περιστατικά σε εγκλεισμό. Επομένως, είναι κρίσιμο να υπάρχει διεξοδική έρευνα και εξάντληση των εναλλακτικών θεραπευτικών δυνατοτήτων πριν εκδοθεί η εισαγγελική εντολή για να αποφευχθεί η φοβερή ταλαιπωρία του πάσχοντος.

– Πολλές φορές ο ασθενής κρατείται στο αστυνομικό τμήμα χωρίς να έχει διαπράξει ποινικό αδίκημα, και εδώ υπάρχει νομικό κενό. Επίσης, ο νόμος δεν προβλέπει τη μεταφορά του ασθενούς με ψυχιατρικό ΕΚΑΒ, όπως ισχύει σε όλες τις χώρες της ΕΕ, και όχι με αστυνομικό όχημα σε συνθήκες εξευτελισμού της προσωπικότητάς του. Δυστυχώς μέχρι σήμερα η ΕΛ.ΑΣ. αναλαμβάνει άτυπα τον ρόλο της συνοδείας ψυχιατρικά ασθενών χωρίς να έχει την υποδομή, την εκπαίδευση και τις δεξιότητες για αποκλιμάκωση της επιθετικότητας ή και της βίας μέσα από τεχνικές πειθούς.

Με αφορμή και τις συνέπειες της πανδημίας στην ψυχική υγεία, γίνεται επείγουσα η ανάγκη ευρύτατης πολιτικής συναίνεσης για τη διαμόρφωση ενός εθνικού σχεδίου για τον δραστικό περιορισμό των αναγκαστικών νοσηλειών που εκθέτουν τη χώρα διεθνώς και προσβάλλουν τον πολιτισμό μας.

Αυτό μπορεί να γίνει με τη συνεργασία της ψυχιατρικής κοινότητας, των οργανώσεων των οικογενειών και των ληπτών στον χώρο της ψυχικής υγείας, των αστυνομικών και δικαστικών αρχών, της τοπικής αυτοδιοίκησης, με τη δημιουργία ενός εθνικού παρατηρητηρίου για τη συνεχή τεκμηρίωση του φαινομένου των αναγκαστικών νοσηλειών και κυρίως μέσα από την πολιτική βούληση ολοκλήρωσης της ακόμη μετέωρης ψυχιατρικής μεταρρύθμισης.

*Ο κ. Στέλιος Στυλιανίδης είναι ψυχίατρος – ψυχαναλυτής – ομαδικός αναλυτής, καθηγητής Κοινωνικής Ψυχιατρικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ιδρυτής και επίτιμος πρόεδρος της Εταιρείας Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ψυχικής Υγείας (ΕΠΑΨΥ).