People try to put us d-down

(talkin’ ’bout my generation)

Just because we get around
(talkin’ ’bout my generation)

Things they do look awful c-c-cold

(talkin’ ’bout my generation)

I hope I die before I get old

(talkin’ ’bout my generation)

This is my generation

This is my generation, baby

The Who, «My Generation» (1965)

Αυτοί οι στίχοι μαζί με τον στακάτο πρωτεϊκό ρυθμό (ένα από τα πρώτα σόλο μπάσο στην ιστορία του ροκ) έσκασαν σαν πυροτεχνήματα στ’ αφτιά μου όταν τους πρωτάκουσα το 1974, εννιά χρόνια μετά τη σύνθεση του θρυλικού τραγουδιού. Είχαμε μόλις βγει από τη χούντα και η λέξη γενιά ήταν στην άκρη της γλώσσας όλων. Ο προσδιορισμός βέβαια γινόταν κυρίως σε πολιτικό επίπεδο και δευτερευόντως σε καλλιτεχνικό. Η γενιά του ’30, η γενιά της Κατοχής, η μεταπολεμική γενιά – μείξη εντόπιου μοντερνισμού του Χατζιδάκι και του Τσαρούχη -, η γενιά του 114 και η εκκολαπτόμενη γενιά του Πολυτεχνείου. Οι Who μάς πυρπολούσαν το υποσυνείδητο και η γενιά στην οποία αναφέρονταν (πρότυπο της punk) ήταν εκείνη που κανείς δεν αποδεχόταν – ένας σάκος που χωρούσε τα πάντα, αλλά και τα ξεφορτωνόταν όλα την ίδια στιγμή.

Ο δημοσιογράφος, βραβευμένος με Πούλιτζερ, Louis Menand ισχυρίζεται σε άρθρο του στον «New Yorker» πως ο όρος γενιά προέρχεται από την αναπαραγωγική βιολογία. Σε μια δομή συγγένειας, οι γονείς και τα αδέρφια τους αποτελούν την παλαιότερη γενιά. Οι απόγονοι και τα ξαδέρφια τους είναι η νεότερη γενιά. Ο χρόνος που χρειάζεται στο είδος μας για να γίνει η νεότερη η παλαιότερη γενιά υπολογίζεται παραδοσιακά γύρω στα τριάντα χρόνια. (Για τη μύγα, είναι δέκα ημέρες!) Κάπως έτσι χρησιμοποιείται ο όρος και στην Εβραϊκή Βίβλο, ενώ ο Ηρόδοτος υποστήριζε πως ένας αιώνας θα μπορούσε να θεωρηθεί ισοδύναμος τριών γενεών.

Η θεωρία των διαδοχικών γενεών λοιπόν αλλά και οι συγκρούσεις και διαφοροποιήσεις μεταξύ τους δεν είναι κάτι νέο. Ο Ομηρος αναγνώρισε αυτά τα ζητήματα στην Ιλιάδα. Η Θεωρία των Γενεών έχει αναπτυχθεί από κοινωνικούς επιστήμονες ως ένας κατατμητικός μηχανισμός που μπορεί να χρησιμεύει σε πολλούς τομείς, από την κοινωνιολογία μέχρι την τέχνη. Συμφωνούν περίπου στα εξής:

Η σπουδαιότερη γενιά – The Greatest Generation (όσοι είναι γεννημένοι μεταξύ 1910-1924). Ζήσανε τα μεγάλα. Το κραχ του 1929 και ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος είναι τα δύο υπερ-γεγονότα που καθόρισαν τις ζωές τους. Συν τις πρώτες μεγάλες τεχνολογικές καινοτομίες, όπως το τηλέφωνο και το ραδιόφωνο.

Η σιωπηρή γενιά – The Silent Generation – Builders (1925-1944). Η ονομασία προέρχεται από την αφοσίωση της γενιάς στη σκληρή δουλειά. Δεν υπήρχε χώρος για ακτιβισμό (ή όχι;). Ηταν αντιμέτωπη με έναν κόσμο κατεστραμμένο από τον πόλεμο και την ύφεση και όφειλε να τον ξαναχτίσει από την αρχή. Πιστοί υπάλληλοι, παραδοσιακοί οικογενειάρχες, που εργάστηκαν σκληρά κι έθεσαν τα θεμέλια του κόσμου, όπως τον γνωρίσαμε. Για τη γενιά μου, είναι οι μπαμπάδες μας. Τους βλέπαμε λίγο, και συναισθηματικά ήμασταν αποκομμένοι. Είναι η τελευταία γενιά που δεν επηρεάστηκε (εργασιακά) από τον τεχνολογικό αυτοματισμό των τελευταίων χρόνων, μια και είχαν ήδη αποσυρθεί από την αγορά εργασίας. Τώρα κάποιοι βετεράνοι προσπαθούν να ακολουθήσουν, έχοντας μάλλον χάσει το τρένο…

Οι Baby Boomers (1946-1964). Η ονομασία προέρχεται από την «έκρηξη γεννήσεων» που σημειώθηκε κατά την περίοδο αυτή στον δυτικό κόσμο. Πρόκειται για την πρώτη ατόφια μεταπολεμική γενιά. Μια γενιά επαναστατική, η οποία αμφισβήτησε το παραδοσιακό κατεστημένο και προσπάθησε να επιβάλει καινοτομίες και αλλαγές. Η γενιά των Χίπηδων, του Μάη του ’68, του Πολυτεχνείου στην Ελλάδα. Αυτοπροσδιορίζεται ως ξεχωριστή σε σχέση με τις προηγούμενες και τις επόμενες γενιές. Πέτυχε να ξεπεράσει τους προγόνους της και να δημιουργήσει μια νέα ισχυρή μεσαία τάξη, ενώ ακόμα και σήμερα πρωταγωνιστεί στην κοινωνική, επιστημονική και καλλιτεχνική ζωή. Εχει κάνει εντυπωσιακούς συμβιβασμούς, φαντασμαγορικές κυβιστήσεις και είναι υπεύθυνη για πολλές αστοχίες. Εχω την «τιμή» να ανήκω σε αυτή την αντιφατική γενιά και εσχάτως να επιβεβαιώσω και τον τίτλο της ως προς το θετικό πρόσημο (baby boomers).

Η Γενιά Χ – Generation X (1965-1980). Θεωρείται η «Τυχερή Γενιά» καθώς γνώρισε μια εποχή μεγάλης οικονομικής άνθησης. Οι γονείς τους ήταν λιγότερο καταπιεστικοί, ενώ οι περισσότερες μητέρες είχαν βγει στην αγορά εργασίας. Είναι η γενιά που από μικρή ηλικία παρακολουθεί τηλεόραση (MTV Generation), ενώ επηρεάστηκε από την κουλτούρα του χιπ χοπ και τις υπερπαραγωγές του Hollywood («Star Wars» κ.λπ.). Μια γενιά που στην ηλικία της πνευματικής της ωρίμανσης κατάφερε να ζήσει μια σχετικά ισορροπημένη ζωή. Ωστόσο η συγκυρία την εκδικήθηκε, μια και τα τελευταία χρόνια επηρεάστηκε έντονα από την παγκόσμια οικονομική ύφεση του 2008 και της COVID.

Millennials – Generation Y (1981-1995 ή 2000). Η γενιά που γεννήθηκε και μεγάλωσε μέσα σε μια τεχνολογική «έκρηξη». Επηρεάστηκε καθοριστικά από το Διαδίκτυο, τα smartphones και τα social media. Βγήκε σε μια αγορά εργασίας πληγωμένη από την οικονομική κρίση, ενώ έχει παρατηρηθεί μια γενικότερη αδιαφορία της για πράγματα που αφορούν την ιστορία και την πολιτική.

Η Γενιά Ζ – Generation Z (1996 ή 2001-2010 ή 2015). Η γενιά που ζει εξ ολοκλήρου στη νέα χιλιετία. Το Διαδίκτυο, τα smartphones και τα social media θεωρούνται δεδομένα και μια ζωή χωρίς αυτά αδιανόητη. Δεν μπορούμε να ξέρουμε ποια θα είναι η εξέλιξη αυτών των παιδιών που αρχίζουν σταδιακά να ενηλικιώνονται. Λένε πως επειδή έχουν δει τους γονείς τους να δυσκολεύονται από την παγκόσμια ύφεση του 2008 θα επιδιώξουν την ανεξαρτησία τους μέσα από σκληρή δουλειά. Ιδωμεν.

Γενιά Αλφα – Gen Alpha (όσοι είναι γεννημένοι και θα γεννηθούν μεταξύ 2011-2025). Ακόμη δεν μπορούμε να ξέρουμε τι θα επηρεάσει τη ζωή τους. Ωστόσο κάποιοι ειδικοί ήδη αναφέρουν πως θα υπάρχει ακόμα μεγαλύτερη έλξη προς την πολυπολιτισμικότητα, ενώ οι κανόνες των φύλων θα αρχίσουν να ξεθωριάζουν. Το ροκ του Τάουνσεντ είναι μίλια μακριά.

Ο γιος μου πάντως, ένας Αλφα, όταν ακούει το τραγούδι των Who χτυπάει παλαμάκια και χορεύει.

*Ο κ. Αλέξης Σταμάτης είναι συγγραφέας.