Στο βιβλίο του Αλέξη Σταμάτη Σαν τον κλέφτη μες στη νύχτα (2002) μια ηθοποιός, η Λήδα Λοΐζου, καταρρέει επί σκηνής καθώς ερμηνεύει την Κυρά της θάλασσας. Εκείνη την περίοδο, ο ίδιος είχε εκδώσει και μια επιστολική νουβέλα με τον χαρακτηριστικό τίτλο Σκορπιός στο συρταράκι. Τι ακριβώς συνδέει τα συγκεκριμένα έργα με το Λευκό δωμάτιο, το πρόσφατο μυθιστόρημά του, όπου πρωταγωνιστεί η Εντα Γκάμπλερ, μια εμβληματική ηρωίδα της παγκόσμιας δραματουργίας; Μα προφανώς ο λεγόμενος Νονός της τελευταίας, ο δημιουργός δηλαδή, ο Χένρικ Ιψεν.

Αλέξης Σταμάτης

Το λευκό δωμάτιο

Εκδόσεις Καστανιώτη, 2021

σελ. 224, τιμή 15 ευρώ

«Είμαι πολύ εξοικειωμένος με το σύμπαν του» εξηγούσε μεσοβδόμαδα στο «Βήμα» ο γνωστός συγγραφέας, στο Θέατρο Σταθμός του Μεταξουργείου, στο κέντρο της πρωτεύουσας, όπου συνομιλήσαμε. «Ετυχε παλαιότερα να ταξιδέψω στη Νορβηγία, να τον διαβάσω συνολικά, να μελετήσω εξονυχιστικά τη ζωή του. Διατηρούσε πράγματι στο συρτάρι του έναν σκορπιό, τον οποίο τάιζε προκειμένου να εμπνευστεί… Αυτό είναι ένα μόνο από τα δεκάδες μικροπράγματα που με εντυπωσιάζουν ακόμα στην περίπτωσή του. Οπως και το γεγονός, ας πούμε, ότι είχε απέναντί του πάντοτε, ενόσω έγραφε, μια προσωπογραφία του Σουηδού, του Στρίντμπεργκ, ώστε να βλέπει το αντίπαλον καλλιτεχνικόν δέος… Τον θαυμάζω τον Ιψεν, για την αρκούντως διχασμένη προσωπικότητά του και, συγχρόνως, τη σπουδαία τομή που επέφερε στο μοντέρνο θέατρο, στο αστικό δράμα. Κάθε έργο του είναι μια τέλεια κατασκευή, απολύτως γεωμετρημένη, δεν περισσεύει τίποτα, νιώθεις δε πως αν μετακινήσεις κάτι θα συντριβεί όλο το οικοδόμημα. Μετά τον Αμλετ του Σαίξπηρ, ο οποίος είναι και ο πλέον αγαπημένος μου όλων των εποχών, εκτιμώ ότι η Εντα Γκάμπλερ είναι ο πιο αινιγματικός ρόλος που μας δόθηκε ποτέ» ανέφερε ο Αλέξης Σταμάτης, που έχει γράψει μέχρι σήμερα εννέα θεατρικά έργα, συμπεριλαμβανομένου του Λευκού δωματίου.

Ναι, έτσι είναι, διότι σε λίγες μέρες (σχεδόν ταυτόχρονα με την κυκλοφορία του μυθιστορήματος) ανεβαίνει και η ομώνυμη παράσταση. «Αυτή η ταυτόχρονη συνύπαρξη των δύο μορφών είναι ασυνήθιστη για εμένα και την απολαμβάνω. Στην πεζογραφία είναι αλλιώς, έχουμε την πολυτέλεια να δολιχοδρομούμε αρκετά μέσα στην αφήγηση. Στο θέατρο όμως κρύβουμε πολύ περισσότερο. Μπορεί κανείς να λέει «καλημέρα» και να εννοεί «σ’ αγαπώ». Κάθε κείμενο, στο θέατρο, είναι μια σπουδή στα υπόρρητα νοήματα» συνέχισε ο Αλέξης Σταμάτης, ο οποίος περιτριγυρίζεται από ηθοποιούς και στην αληθινή του ζωή, τη μητέρα του Μπέτυ Αρβανίτη και τη σύζυγό του Εύα Σιμάτου. «Δεν έχω βιώσει ξανά ανάλογη συγκίνηση, όπως τότε, όταν πρωτάκουσα ηθοποιό να λέει κάτι δικό μου, ζωντανά, στη σκηνή. Πάντως, γενικώς, είμαι μάλλον απαιτητικός ως θεατής, ενίοτε σκληρός. Μάλλον επειδή έκανα πολλή παρέα με τον Μίνω Βολανάκη» αστειεύτηκε με μια δόση νοσταλγίας.

«Διαχρονικές ψυχοσυνθέσεις»

Ας επιστρέψουμε όμως στην περίκλειστη (και εξόχως μεταφυσική) συνθήκη του έργου, σε όλες τις εκδοχές του. Η Εντα Γκάμπλερ, ένα πλάσμα της φαντασίας, μεταφέρεται υποτίθεται σε έναν ορεινό τόπο, στην Πανσιόν που διευθύνει η γηραιά κυρία Φλόρα, και εκεί θα συγχρωτιστεί με ανάλογα λογοτεχνικά πλάσματα, «κτήματα του πολιτισμού μας, διαχρονικές ψυχοσυνθέσεις», μεταξύ των οποίων η Μπλανς Ντιμπουά (από το Λεωφορείον ο πόθος του Τένεσι Γουίλιαμς). «Η Εντα δεν είναι σαν όλους τους άλλους εκεί. Δεν συμβιβάζεται. Θέλει να ξεφύγει, να αποδράσει, να ορίσει μια ανθρώπινη μοίρα, όπως έγραψε ο Ιψεν. Είναι, μαζί με την Μπλανς, δύο αντιφατικές ηρωίδες. Διεκδικούν πολύ έντονα, για τα δεδομένα της εποχής τους, τις επιθυμίες τους. Θέλουν να υπερβούν τα τραύματά τους, παρά την αντίδραση του περιβάλλοντός τους. Εκεί θεωρώ ότι συναντιούνται, αν αφήσουμε κατά μέρος τη δεδομένη αισθητική τους συγγένεια. Μην ξεχνάτε, η Εντα πλήττει με την πραγματικότητα και η Μπλανς προτιμά, αντί του ρεαλισμού, τη μαγεία».

Με τη σειρά του ο Μάνος Καρατζογιάννης, ο σκηνοθέτης της παράστασης, λίγο πριν αρχίσει η πρόβα εκείνο το απόγευμα, υπογράμμισε: «Αυτός ο δημιουργικός συναγωνισμός ανάμεσα στον μυθιστοριογράφο και στον δραματουργό Σταμάτη, είναι το δέλεαρ για εμένα μέσα σε αυτό το διττό πλαίσιο. Το έργο αυτό αποτελεί, πρωτίστως, έναν ύμνο στο ίδιο το θέατρο, στη σαγήνη που ασκεί. Πρόκειται δε, υπό τις δεδομένες συνθήκες, για μια αλληγορία εγκλεισμού και, παράλληλα, για ένα ατέρμονο ψυχαναλυτικό παιχνίδι. Θίγει τη βία του καιρού μας το έργο και επιχειρεί ένα απρόβλεπτο πέρασμα από την πατριαρχία στη μητριαρχία. Εχω προσπαθήσει, μεταχειριζόμενος ακριβώς τα εργαλεία του ίδιου του θεάτρου, τους εγνωσμένους τρόπους του και την ποιητική του ατμόσφαιρα, να αφηγηθώ μια συναρπαστική ιστορία, να στήσω μια φαντασμαγορία, στην οποία οι ηθοποιοί δεν καλούνται τόσο να ερμηνεύσουν συγκεκριμένους ρόλους, όσο να εκφράσουν, με την κίνηση και το αίσθημά τους, τις φοβερές αγωνίες που κατακλύζουν μια γυναίκα. Δεν είναι τυχαίο ότι βλέπουμε επί σκηνής τρεις γυναίκες (Πέγκυ Σταθακοπούλου, Εύα Σιμάτου, Σμαράγδα Σμυρναίου) οι οποίες εκπροσωπούν τρεις διαφορετικές γενιές, βιολογικές μα και ερμηνευτικές, πλαισιωμένες από έναν κομπέρ, που λειτουργεί σαν αεικίνητο ξωτικό (Δημήτρης Τσίκλης). Πιστεύω πολύ στις ψυχικές συναντήσεις και των ανθρώπων και των ηθοποιών. Και περιμένουμε τους θεατές, ώστε όλοι μαζί να ανακτήσουμε την απτική επαφή, το παρηγορητικό χάδι, ό,τι μας στέρησε η πανδημία».

 

Η παράσταση: Πρεμιέρα στις 28 Οκτωβρίου, στο Θέατρο Σταθμός (Βίκτωρος Ουγκώ 55, Αθήνα) κάθε Παρασκευή και Σάββατο στις 21.00 και κάθε Κυριακή στις 18.00, μέχρι τις 21 Νοεμβρίου. Πληροφορίες: https://stathmostheatro.gr