Η αφετηρία της συζήτησης που εξελίσσεται είναι κοινή, η προάσπιση δηλαδή της δημόσιας Υγείας αλλά και η ανάγκη να μη… στραγγαλίσει ο πανδημικός ιός τις ζωές μας.

Ζητούμενο, όμως, παραμένει εάν πρέπει να διεξαχθούν μαθητικές παρελάσεις στις «κόκκινες ζώνες» του χάρτη, με μόνιμη αγωνία την απειθαρχία μερίδας των πολιτών στα μέτρα ατομικής προστασίας και συνεπακόλουθα την επίπτωση του συγχρωτισμού στους πανδημικούς δείκτες τις εβδομάδες που ακολουθούν.

Αθ. Εξαδάκτυλος*: Μια ακύρωση εξαρχής θα δίχαζε την κοινωνία

Η συζήτηση για τις παρελάσεις ξεκίνησε αρκετές εβδομάδες πριν από τον χρόνο διεξαγωγής τους, σε μια χρονική στιγμή που η πανδημία ήταν σε άλλο επίπεδο από ό,τι είναι σήμερα ή θα βρεθεί αργότερα. Οι παρελάσεις είναι εκδηλώσεις σε ανοιχτό χώρο, πλήρως οργανωμένες και κατά συνέπεια μπορούν να τηρηθούν τα μέτρα.

Αυτό το είδαμε την 25η Μαρτίου στην Αθήνα, όταν έγινε η παρέλαση στην πιο δύσκολη στιγμή της πανδημίας, χωρίς να έχουμε υψηλό ποσοστό εμβολιασμένων – το 15% ήταν πλήρως εμβολιασμένοι τότε, ενώ μόλις δύο ημέρες πριν είχε ανακοινωθεί η επιστράτευση των γιατρών για τη στήριξη των νοσοκομείων.

Αυτό δεν αποκλείει, σε καμία περίπτωση, ότι δεν χρειάζεται να διεξαχθούν με κατά τόπους και κατά περίπτωση ρυθμίσεις – διαφέροντας συνεπώς από τον παραδοσιακό τρόπο διεξαγωγής τους, που δεν περιλαμβάνει κανένα μέτρο.

Η χρήση μάσκας από τους θεατές θα πρέπει να ισχύσει παντού δεδομένου πως θα βρεθούν σε συνθήκες συγχρωτισμού σε ανοιχτό χώρο, ενώ ο ίδιος κανόνας αφορά και τους επισήμους. Δεν ισχύει όμως για τους παρελαύνοντες, καθώς πρόκειται για μαθητές που πηγαίνουν μαζί στο ίδιο σχολείο, είτε ζουν μαζί στον ίδιο στρατώνα είτε βρίσκονται μαζί στον ίδιο εργασιακό χώρο.

Οι παρελάσεις δεν θα έπρεπε να ακυρωθούν εξαρχής γιατί μια τέτοια απόφαση θα δίχαζε την κοινωνία, θα ενοχλούσε το πατριωτικό και το θρησκευτικό συναίσθημα των συνανθρώπων μας και θα έδινε τροφή στη συνωμοσιολογία που διατείνεται ότι ο ιός δημιουργήθηκε για να πληγούν αυτά τα συναισθήματα.

Επίσης τυχόν συνολική απαγόρευση των παρελάσεων θα συνέκρινε την απόφαση αυτή με άλλες μαζικές εκδηλώσεις που είτε διενεργήθηκαν είτε θα λάβουν χώρα αργότερα – όπως Μαραθώνιοι, εκδηλώσεις άλλων θρησκευτικών δογμάτων, πορείες κ.ο.κ. – και αυτό πρακτικά θα προκαλούσε ένα κομμάτι της κοινωνίας μας, με αποτέλεσμα να σταματήσει να ακούει τις όποιες οδηγίες δίνουμε. Και το γεγονός αυτό θα δυσκόλευε πολύ την πορεία μας στην εξέλιξη της πανδημίας.

Για τους λόγους αυτούς είπα εξαρχής ότι οι παρελάσεις μπορούν να γίνουν, αλλά να είμαστε έτοιμοι για ρυθμίσεις τελευταίας στιγμής εάν η πανδημία μάς δείξει ένα άλλο πρόσωπο ξαφνικά.

Είναι άλλωστε γεγονός ότι το πέρυσι με το φέτος διαφέρει σημαντικά. Πέρυσι δεν υπήρχε ούτε ένας εμβολιασμένος ενώ η χρήση της μάσκας δεν είχε εμπεδωθεί. Επιπλέον στη Θεσσαλονίκη είχαμε πολλούς παράγοντες που συνετέλεσαν στην έξαρση που σημειώθηκε τότε, πέραν των εκδηλώσεων του τριημέρου. Μελετώντας, δε, την εξέλιξη της πανδημίας, αυτό επιβεβαιώνεται, καθώς δεν παρατηρήθηκε η μέγιστη έξαρση των κρουσμάτων 20 ημέρες μετά τους εορτασμούς.

Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν συνέβαλε στη διασπορά – το διαπιστώσαμε από τις μολύνσεις πολλών ιεραρχών αλλά και τον  θάνατο του Μητροπολίτη Λαγκαδά. Φέτος όμως έχουμε τα εμβόλια αλλά και την εμπειρία του παρελθόντος, συνεπώς μπορούμε να γιορτάσουμε όπως το πράξαμε την Ανάσταση.

Καλό θα ήταν όμως άνθρωποι ανεμβολίαστοι να μη συμμετέχουν σε αυτές τις εκδηλώσεως και όλοι ανεξαιρέτως να τηρήσουν τα μέτρα και να περιοριστούν σε έναν κύκλο συγγενών και φίλων τηρώντας τις αποστάσεις.

* Ο Αθανάσιος Εξαδάκτυλος είναι πρόεδρος του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων

Ματίνα Παγώνη*: Στις κόκκινες περιοχές να γίνουν μόνον στρατιωτικές

Είναι σημαντικό να διεξαχθούν στις κόκκινες περιοχές, εκεί δηλαδή όπου καταγράφονται πολλές μεταδόσεις και διαπιστώνεται υψηλό ιικό φορτίο, μόνον στρατιωτικές παρελάσεις, καθώς με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται καλύτερη τήρηση των μέτρων (όπως είναι η χρήση μάσκας και ιδίως η τήρηση των απαραίτητων αποστάσεων).  Και αυτό διότι στην περίπτωση διεξαγωγής μαθητικών παρελάσεων, η συμμετοχή του κοινού θα είναι σαφώς μεγαλύτερη – οι γονείς δικαίως επιθυμούν να καμαρώσουν τα παιδιά τους -, δημιουργώντας έτσι συνθήκες υψηλής κινητικότητας με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει εν μέσω πανδημίας. Συνεπώς και παρότι είναι γεγονός ότι οι παρελάσεις αρέσουν σε όλους μας, πρέπει να γίνει σαφές ότι διανύουμε ακόμη μια δύσκολη περίοδο.

Είναι άλλωστε γνωστό πως στη Βόρεια Ελλάδα το ποσοστό των εμβολιασμένων πέφτει ακόμη και κάτω του 50%, γεγονός που αντανακλάται στα νοσοκομεία. Τα περισσότερα νοσηλευτικά ιδρύματα είναι γεμάτα, ιδίως οι Μονάδες Εντατικής θεραπείας, με αποτέλεσμα να παρατηρείται ήδη σχεδόν κάλυψη των προσφερόμενων κλινών για ασθενείς με λοίμωξη Covid-19 που εμφανίζουν σοβαρές επιπλοκές.

Ας ελπίσουμε λοιπόν πως όλοι θα επιδείξουν υπευθυνότητα, θα προσέξουν τους ίδιους τους εαυτούς τους αλλά και τους συνανθρώπους τους, ώστε να μη σημειωθεί έξαρση 15 ημέρες μετά τις παρελάσεις. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος που η τήρηση των μέτρων θα πρέπει να αποτελεί απαράβατο κανόνα και στις μη κόκκινες ζώνες, για τις οποίες δεν τίθεται ζήτημα σε ό,τι αφορά τις μαθητικές παρελάσεις.

Ας ελπίσουμε επίσης ότι δεν θα βγουν αληθινές οι προβλέψεις για ακόμη υψηλότερο αριθμό κρουσμάτων, γιατί τότε το ΕΣΥ θα δεχτεί εκ νέου μία ασύμμετρη πίεση και συνεπακόλουθα θα υπάρξει και πάλι σοβαρό πρόβλημα.

Αλλωστε, τα επιδημιολογικά δεδομένα δείχνουν ότι το εξελισσόμενο κύμα δεν μένει στάσιμο και επικεντρωμένο σε συγκεκριμένα σημεία του χάρτη. Αντιθέτως κινείται προς την κεντρική Ελλάδα.

Υπό τις εξελίξεις αυτές επικρατεί αγωνία και για την Αττική, την ώρα που οι νοσοκομειακοί γιατροί επιμένουν ότι δεν πρέπει να μετατραπούν πάλι τα νοσοκομεία σε νοσηλευτικά ιδρύματα μίας νόσου. Ας μην ξεχνάμε πως υπάρχουν ειδικευόμενοι όλων των ειδικοτήτων που εκπαιδεύονται σε αυτά αλλά και ασθένειες πλην της Covid που αναζητούν θεραπεία. Οι πολίτες που ακόμη εκφράζουν δεύτερες σκέψεις πρέπει να συνυπολογίσουν όλα τα παραπάνω, να σταθμίσουν τα δεδομένα και να σπεύσουν να εμβολιαστούν ώστε να επιστρέψουμε επιτέλους στην καθημερινότητά μας – όπως ήταν πριν από δυο χρόνια.

Αντίστοιχα, είναι αναγκαίο να εμβολιαστούν και τα παιδιά. Οι γονείς πρέπει να δείξουν εμπιστοσύνη στην επιστημονική κοινότητα, καθώς είναι αφενός ζητούμενο να πηγαίνουν οι μαθητές σχολείο με ασφάλεια και αφετέρου να αποφευχθούν νοσηλείες ανηλίκων σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας.

* Η Ματίνα Παγώνη είναι πρόεδρος της Ενωσης Ιατρών Νοσοκομείων Αθήνας – Πειραιά και συντονίστρια διευθύντρια της Γ’ Παθολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου «Γ. Γεννηματάς»