Οι πολιτικές μεταβολές στο Ισραήλ και στο Ιράν προκαλούν, όπως είναι φυσικό, παγκόσμιο ενδιαφέρον. Οι δυο χώρες παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην ισορροπία δυνάμεων στη Μέση Ανατολή.

Σε ό,τι αφορά το Ισραήλ, η πολυκομματική συμμαχία εκτείνεται από την Ακρα Δεξιά μέχρι την Αριστερά και για πρώτη φορά περιλαμβάνει στους κόλπους της και κόμμα ισραηλινών Αράβων. Στηρίχθηκε αφενός στην επιθυμία απομάκρυνσης του Νετανιάχου για λόγους «αποτοξίνωσης» της πολιτικής από τις δικαστικές περιπέτειες του πρώην πρωθυπουργού και για την αντιμετώπιση των οικονομικών προβλημάτων που πλήττουν τον μέσο πολίτη. Ανεξάρτητα από το αν θα μακροημερεύσει ή όχι η κυβέρνηση, η σταθερότητα του καθεστώτος δεν κινδυνεύει. Οι στόχοι επιβίωσης του Ισραήλ από την ίδρυσή του σε ένα εχθρικό περιβάλλον δρουν ως ισχυροί συγκολλητικοί παράγοντες. Θεσμοί όπως ο στρατός, οι υπηρεσίες ασφαλείας, η διπλωματία, και οι συμμαχίες με τον δυτικό κόσμο – παρά τις επιμέρους διαφωνίες σε ό,τι αφορά τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους – δεν πρόκειται να μεταβληθούν. Αλλά και η οικονομία, προσανατολισμένη εκ των πραγμάτων στην έρευνα και στην πρωτοπορία στην τεχνολογία, παίζει κι αυτή σημαντικό ρόλο στην αυτοσυντήρηση.

Μπορούμε να πούμε το ίδιο και για τον κύριο εχθρό και χρηματοδότη τρομοκρατικών οργανώσεων, την Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν; Ιδιαίτερα μετά την εκλογή στη θέση του προέδρου της ενός εκπροσώπου των πιο συντηρητικών τάσεων του καθεστώτος. Ο νέος πρόεδρος θα διαχειριστεί σημαντικά προβλήματα.

Η πανδημία προκάλεσε οικονομική αιμορραγία, όπως στις περισσότερες χώρες του κόσμου. Ομως η οικονομική δυσπραγία της χώρας έχει βαθύτερες αιτίες, που μέχρι πριν από λίγα χρόνια καλύπτονταν, μια και το πετρέλαιο έδινε τη δυνατότητα δανεισμού από τις αγορές.

Σύμφωνα με τη δεξαμενή σκέψης Carnegie – «The geopolitical roots of Iran’s Economy» -, οι αιτίες της οικονομικής αστάθειας συμπυκνώνονται ως σύμπτωμα στη δεκαετή διαρκή υποτίμηση του νομίσματος – ριάλ – που αντικατοπτρίζει τη χρόνια ασθένεια της οικονομίας. Και έχει ως συνέπεια τη φτωχοποίηση μεγάλων στρωμάτων του πληθυσμού. Ας δούμε μερικά στοιχεία της μελέτης.

Τα τρία τελευταία χρόνια η υποτίμηση του ριάλ έναντι του δολαρίου έφτασε το 450%. Αποτέλεσμα ήταν η μείωση των εισαγωγών σε κρίσιμα για τη λειτουργία της οικονομίας και με κοινωνικό αντίκτυπο σε προϊόντα όπως τα φάρμακα, εργαλειομηχανές κ.λπ.

Η υποχώρηση των εξαγωγών υδρογονανθράκων, κύριου εξαγωγικού προϊόντος της χώρας, ως αποτέλεσμα των κυρώσεων που επέβαλαν οι ΗΠΑ. Από 2,6 εκατ. βαρέλια την ημέρα σε 600.000.

Η Κεντρική Τράπεζα του Ιράν διέκοψε την επιδότηση του πετρελαίου που προκάλεσε σοβαρές κοινωνικές αντιδράσεις και εκδηλώθηκαν στους δρόμους της Τεχεράνης και κατεστάλησαν με σκληρή βία.

Οι απαραίτητες άμεσες ξένες επενδύσεις, ένδειξη εμπιστοσύνης,  διακόπηκαν, με αποτέλεσμα την αύξηση της ανεργίας.

Θα προσθέσουμε την ξηρασία και την κακοδιαχείριση των υδάτινων πόρων που έπληξε την αγροτική οικονομία τα τελευταία χρόνια.

Η λαϊκή δυσφορία επεκτάθηκε σε παραδοσιακά στρώματα που στήριζαν το καθεστώς. Αυτή τη φορά η δυσφορία εκδηλώθηκε με την πρωτοφανή αποχή από τις προεδρικές εκλογές. Ιδιαίτερα στην Τεχεράνη.

Η εκλογή Μπάιντεν πρόσφερε μια ευκαιρία ανάσας στη χώρα. Οδήγησε στις διαπραγματεύσεις που διεξάγονται στη Βιέννη για το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας και την άρση των κυρώσεων από τις ΗΠΑ. Βλέπετε, η νέα διοίκηση χρησιμοποιεί τη μέθοδο «μαστίγιο – καρότο». Πολύ πιο αποτελεσματική από την πολιτική Τραμπ.

Αν θέλει το Ιράν να γίνει «κανονική χώρα», δεν έχει παρά να αποδεχθεί τον θεσμικό ρόλο της Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας. Η επιμονή σε ολοένα και πιο επιθετική στάση στον τομέα της βαλλιστικής με πυραύλους που μπορούν να απειλήσουν όχι μόνο το Ισραήλ, αλλά και τα συμφέροντα της Ευρώπης και των ΗΠΑ, και η συνεχής αύξηση του εμπλουτισμού ουρανίου θα πρέπει να αναθεωρηθούν.

Και το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί από το καθεστώς είναι αν μπορεί να επιβάλει μια νέα πορεία.

Η εκλογή του νέου προέδρου κ. Ραϊσί με το παρελθόν που έχει και οι πρώτες δηλώσεις πριν αναλάβει τη εξουσία τον Αύγουστο εκ πρώτης όψεως δίνουν το μήνυμα ότι τίποτε δεν πρόκειται να αλλάξει. Το δίκαιο των Παλαιστινίων, η υποχρέωση χρηματοδότησης της Χαμάς, της Χεζμπολάχ και των Χούτι της Υεμένης θα συνεχιστεί. Αλλά και το δικαίωμα της Τεχεράνης να αποκτήσει πυρηνικά δεν είναι καθησυχαστικό για την Δύση – αυτή τη φορά ενωμένη. Επίσης δικαιώνουν το Ισραήλ στη θέση του ότι το καθεστώς επιδιώκει απλά να κερδίσει χρόνο. Χρόνος που δεν θα του δοθεί από τις ισραηλινές δυνάμεις.

Σε αυτή τη φάση βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις της Βιέννης, που για την ώρα έχουν διακοπεί εν όψει της ανάληψης της προεδρίας από τον νέο ηγέτη και μέλλοντα διάδοχο του σημερινού υπέρτατου ηγέτη της Επανάστασης.

Τον τελευταίο καιρό κάποια στοιχεία ανάκαμψης της οικονομίας φαίνονται από το γεγονός ότι έχουν αυξηθεί οι εξαγωγές υδρογονανθράκων, γεγονός που δίνει ελπίδες στους σκληρούς των Φρουρών της Επανάστασης. Ομως παρατηρητές διατυπώνουν την άποψη ότι αυτή η εξέλιξη είναι πλασματική από την άποψη νομιμότητας. Δηλαδή οι εξαγωγές γίνονται μέσω τρίτων και δεν εμπλέκουν άμεσα το κράτος του Ιράν. Και προσθέτουν ότι σύντομα θα αποκαλυφθεί η λαθροχειρία.

Το «κόλπο» το έχουμε ζήσει και στην Ελλάδα με εξαγωγές γεωργικών προϊόντων στη Ρωσία από φιλική της χώρα με ψευδή στοιχεία προέλευσης. Αυτά τα κόλπα όμως έχουν περιορισμένο χρόνο επιτυχίας.

Σε πρόσφατο άρθρο τους οι «NY Times» παρουσίασαν μια μελέτη «ανθεκτικότητας των αυταρχικών καθεστώτων». Σύμφωνα με αυτή, τα πιο ανθεκτικά καθεστώτα είναι αυτά που προήλθαν από λαϊκές εξεγέρσεις. Είναι η περίπτωση του Ιράν. Συνεπώς λίγα περιμένουμε από τη νέα διακυβέρνηση για να δικαιολογηθεί η προσπάθεια των διαπραγματεύσεων της Βιέννης.

Το συμπέρασμα είναι ότι αν κάποιος είναι σε θέση να συμβάλει στην επιτυχία της διεθνούς διάσκεψης της Βιέννης, είναι ο νέος σκληροπυρηνικός πρόεδρος του Ιράν. Είναι βέβαιο ότι αν επιτύχουν, το καθεστώς της Τεχεράνης θα επιτύχει τη μακροημέρευση του καθεστώτος και τη μείωση των εντάσεων και των απειλών στη Μέση Ανατολή. Γιατί μόνο έτσι τα «δίκαια» θα αντικατασταθούν από τα «συμφέροντα». Και τα συμφέροντα του Ιράν βρίσκονται στην αντιμετώπιση των χρόνιων προβλημάτων της οικονομίας και της επιστροφής στον οικονομικό ορθολογισμό, την ανακούφιση της κοινωνίας και ιδιαίτερα των στρωμάτων που στήριξαν την Επανάσταση. Σε λίγους μήνες θα γνωρίζουμε.

Ο κ. Αντώνης Τριφύλλης είναι μέλος του ΕΣ της διαΝΕΟσις και της ΣΕ του ΕΛΙΑΜΕΠ, πρώην στέλεχος της ΕΕ.