Η παρουσίαση της πολιτικής διακήρυξης του Ανδρέα Λοβέρδου έβαλε και επισήμως το Κίνημα Αλλαγής σε τροχιά προεκλογικής περιόδου. Ομως το νέο στοιχείο του τελευταίου διαστήματος είναι η δυναμική είσοδος της Φώφης Γεννηματά στην κούρσα για την ηγεσία. Η επικεφαλής του κεντροαριστερού σχήματος ξεπέρασε τις επιφυλάξεις της, εισήλθε στη μάχη και ανέβασε ρυθμούς πραγματοποιώντας σειρά επαφών και τηλεδιασκέψεων με στελέχη που τη στήριξαν το 2017. Είναι προφανές ότι κυρία Γεννηματά, λαμβάνοντας τα μηνύματα που εκπέμπει η βάση του κόμματος σε όλη τη χώρα, αντελήφθη ότι πρέπει, εδώ και τώρα, να αντιμετωπίσει τους «δαίμονες» που κατατρέχουν την προσπάθειά της να επανεκλεγεί στην ηγεσία του κόμματος.

Ο μέχρι στιγμής απολογισμός δείχνει επιτυχίες, αλλά και «μαύρες τρύπες». Η κυρία Γεννηματά κατάφερε να εξουδετερώσει τις φήμες και τις «πληροφορίες» που την ήθελαν να κάνει δεύτερες σκέψεις για την υποψηφιότητά της. Πράγματι, οι «ψιθυριστές» των σεναρίων αυτών έχουν σιγήσει. Ουδείς, πλέον, αμφιβάλλει ότι η επικεφαλής του Κινήματος Αλλαγής θα διεκδικήσει την επανεκλογή της. Ωστόσο, το επιτελείο της ψάχνει, χωρίς ακόμα να μπορεί να βρει, τρόπους για να αντιμετωπίσει δύο μεγάλα προβλήματα που εμποδίζουν το πέρασμα από την άμυνα στην αντεπίθεση.

Η δημοσκοπική στασιμότητα

Το πρώτο αφορά τη συνεχιζόμενη δημοσκοπική στασιμότητα του κόμματος. Η εικόνα μιας προσπάθειας που δείχνει να μην έχει απτά αποτελέσματα προκαλεί έντονο προβληματισμό στις τάξεις των υποστηρικτών της. Οι αντίπαλοί της, τόσο ο Ανδρέας Λοβέρδος όσο και ο Νίκος Ανδρουλάκης, επιστρατεύουν το επιχείρημα ότι παρά τις προσπάθειες που καταβάλλονται το Κίνημα Αλλαγής, υπό την ηγεσία της κυρίας Γεννηματά, «δείχνει να έχει ταβάνι ένα ποσοστό που ίσως να είναι ακόμα και μικρότερο αυτό των εκλογών του 2019».

Το επιχείρημα αυτό είναι όπως λέγεται… μεταφυσικό. Δεν υπάρχει καμία μέτρηση που να δείχνει ότι με άλλη ηγεσία το Κίνημα Αλλαγής θα πετύχει την ανατροπή των πολιτικών συσχετισμών και θα λάβει το πολυπόθητο διψήφιο ποσοστό στις επόμενες εκλογές. Ωστόσο, αν εδραιωθεί η πεποίθηση ότι η ανάκαμψη του κόμματος περνά μέσα από την αλλαγή ηγεσίας, τότε η κυρία Γεννηματά θα βρεθεί αντιμέτωπη με ένα ρεύμα δύσκολα αντιμετωπίσιμο. Ο αντίπαλός της, όπως εκτιμάται, θα έχει προβάδισμα. Το αντεπιχείρημα που επιστρατεύεται είναι ότι οι δημοσκοπήσεις δεν αποτυπώνουν την πραγματικότητα και αποτελούν μέρος της προσπάθειας επιχειρηματικών συμφερόντων που στηρίζουν με κάθε τρόπο την κυβέρνηση. Ωστόσο, είναι αμφίβολης πειστικότητας. Πάντως η κυρία Γεννηματά εμφανίζεται αισιόδοξη, λέγοντας ότι στις επόμενες εκλογές τα ποσοστά του κόμματος θα ανέβουν σημαντικά.

Η «προοδευτική διακυβέρνηση»

Το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα αφορά το… μυστήριο της «προοδευτικής διακυβέρνησης». Ενα από τα επιχειρήματα που επιστρατεύουν οι υποστηρικτές της στις επαφές που έχουν είναι ότι υπό την ηγεσία του Α. Λοβέρδου το Κίνημα Αλλαγής θα σπεύσει να συνεργαστεί με τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη, ενδεχόμενο το οποίο μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε διάσπαση του κόμματος. Ωστόσο το ενδεχόμενο μιας μελλοντικής συμπόρευσης με τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα, φαντάζει πιο απωθητικό, ειδικά στις τάξεις όσων εκτιμάται ότι θα προσέλθουν στην εσωκομματική κάλπη.

Οι συνεχείς αναφορές στην «προοδευτική διακυβέρνηση» και ειδικά οι αναφορές της κυρίας Γεννηματά την Τετάρτη στη Βουλή σε μια προοδευτική πλειοψηφία που θα αποσύρει το εργασιακό νομοσχέδιο προκαλούν προβληματισμό μεγάλο. Πρώτον, διότι την ίδια ακριβώς επιχειρηματολογία χρησιμοποίησε και ο Αλέξης Τσίπρας εμφανιζόμενος ως ο ηγέτης της πλειοψηφίας αυτής. Και δεύτερον, διότι αυτό δίνει το δικαίωμα στον Κυριάκο Μητσοτάκη να εμφανίζει το Κίνημα Αλλαγής ως ουρά και κακέκτυπο του ΣΥΡΙΖΑ, όπως επιχείρησε να κάνει κατά τη συζήτηση επί του εργασιακού νομοσχεδίου στη Βουλή.

Ο πόλεμος επιχειρημάτων και αιχμών έχει ξεκινήσει. Στην παρούσα φάση οι επιτελείς της κυρίας Γεννηματά στρέφουν τα βέλη τους κυρίως προς τον Ανδρέα Λοβέρδο. Καλούν πάντως τους συνομιλητές τους να αναρωτηθούν τι θα γίνει και στην περίπτωση που ηγηθεί του κόμματος ο Νίκος Ανδρουλάκης, ο οποίος δεν είναι  βουλευτής. Τότε, όπως λέγεται, και εφόσον οι εκλογές πραγματοποιηθούν κοντά στον συνταγματικό τους ορίζοντα, το κόμμα θα έχει πρόβλημα παρουσίας στις μάχες της Βουλής, κάτι που ενδεχομένως να αποτελέσει εμπόδιο στην εκλογική του ανάκαμψη.

Τα πολιτικά σύνορα με ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ

Με ένα βίντεο 15 λεπτών που εμπεριείχε τον κορμό των πολιτικών του θέσεων, τις διαχωριστικές γραμμές με τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και αιχμές κατά της Φώφης Γεννηματά, ο Ανδρέας Λοβέρδος παρουσίασε, την Τετάρτη, τη διακήρυξή του. Το όλο σκηνικό (ακόμα και η μουσική υπόκρουση ήταν μια ροκ εκδοχή των «Κάρμινα Μπουράνα») παρέπεμπε στο ΠαΣοΚ. Ελάχιστες ήταν οι αναφορές στο Κίνημα Αλλαγής.
«Διεκδικώ την ηγεσία του ΠαΣοΚ, για να καταστήσουμε το Κίνημα αυτό μεταρρυθμιστική αντιπολίτευση και αύριο μεταρρυθμιστική δύναμη εξουσίας» ανέφερε. Ο κ. Λοβέρδος, όπως είπε, στοχεύει σε μια «Πράσινη Επανάσταση», η οποία «θα διαμορφώσει το ΠαΣοΚ του 21ου αιώνα». Το ΠαΣοΚ, λοιπόν, επανέρχεται με το όνομά του και το σύμβολό του: τον πράσινο ήλιο, «το σύμβολο του Διαφωτισμού, του φωτός, των ιδεών και των αγώνων μας». Ο κ. Λοβέρδος επεφύλαξε αιχμές για τη Φώφη Γεννηματά. «Αφήνουμε πίσω μας θέσεις πολιτικά κενές κι αμήχανες, τα γνωστά “ούτε-ούτε” και τις επικλήσεις σε μια αυτονομία, που αποτελεί μεν αυτονόητη επιλογή, αλλά δεν εμπεριέχει θετική και ενεργητική στάση πολιτικής. Αφήνουμε πίσω μας την περίοδο που καθορίζαμε τις θέσεις μας από το τι λένε και τι κάνουν οι άλλοι. Ο ετεροπροσδιορισμός είναι αναξιοπρεπής»τόνισε.

Παράλληλα ξεκαθάρισε τις διαχωριστικές γραμμές απέναντι στη ΝΔ και στον ΣΥΡΙΖΑ. Η ΝΔ «είναι το κόμμα των ελίτ, αποτελεί τον ιδεολογικό, αλλά και τον παραδοσιακό μας αντίπαλο. Είναι το κόμμα που καταψήφισε και πολέμησε όλες τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις που έκανε το ΠαΣοΚ και σήμερα υπηρετούν τον λαό».Και ο ΣΥΡΙΖΑ, σε αντίθεση με το ΠαΣοΚ που «είναι το κόμμα των λαϊκών ανθρώπων, των μη προνομιούχων, του κόσμου της εργασίας», είναι ένα κόμμα που εκφράζει τον λαϊκισμό.

«Είμαστε ριζικά αντίθετοι σε αυταρχικές αντιλήψεις και πολιτικές, που αντιλαμβάνονται τις θεσμικές εγγυήσεις της Δημοκρατίας ως αρμούς εξουσίας, τους οποίους μπορούν οι κυβερνήσεις να υφαρπάζουν. Οσα κόμματα συμμερίζονται παρόμοιες αυταρχικές-ολοκληρωτικές απόψεις, δεν είναι προοδευτικά. Αρα τα πολιτικά μας σύνορα με τον ΣΥΡΙΖΑ, τον υπαρξιακό μας αντίπαλο, είναι απολύτως ευδιάκριτα».
Η διακήρυξη του Α. Λοβέρδου θα αποτελέσει αντικείμενο διαβούλευσης με τους προοδευτικούς πολίτες ώστε να λάβει την τελική της μορφή τον Σεπτέμβριο, όταν θα αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για τις κάλπες του Νοεμβρίου.