Συμπεριφορές παιδιών και εφήβων που παραβιάζουν τα δικαιώματα των άλλων και βασικούς κοινωνικούς κανόνες με βάση το αναμενόμενο για την ηλικία τους, συνιστούν τις ονομαζόμενες διαταραχές διαγωγής (7% στα αγόρια και 4% στα κορίτσια). Η επιθετικότητα και η βία (προς ανθρώπους και ζώα) αποτελεί βασικό σύμπτωμα των διαταραχών διαγωγής, όπως επίσης η σύγκρουση με κάθε μορφής εξουσία, η ανυπακοή προς κοινωνικούς κανόνες, τα ψέματα, οι φυγές από το σπίτι, το σκασιαρχείο από το σχολείο, οι βανδαλισμοί και η παραβατικότητα (παραβίαση νόμων). Εκτός της ψυχικής οδύνης που προκαλούν αυτές οι διαταραχές, κυρίως στους άλλους, η οικονομική επιβάρυνσή τους στην Πολιτεία είναι δεκαπλάσια συγκριτικά με εκείνη των φυσιολογικών ανηλίκων.

Η επιθετικότητα και βία μεταξύ ανηλίκων δεν αποτελεί νέο φαινόμενο και δεν πρέπει να μας εκπλήσσει η έξαρσή(;) της. Αντίθετα, οι κοινωνικές συνθήκες φαίνεται να ευνοούν την εξάπλωσή της: οικονομική ανέχεια, ανεργία, ανοχή και ατιμωρησία, το αρνητικό μοντέλο γονέων και γενικώς ενηλίκων που χρησιμοποιούν βία, είναι διευκολυντικοί, τουλάχιστον, παράγοντες.

Ωστόσο, για τα προβλήματα διαγωγής ευθύνονται κυρίως οικογενειακοί παράγοντες και στοιχεία της προσωπικότητας του παιδιού ή εφήβου. Ιδιαίτερης σημασίας είναι ο τρόπος λειτουργίας των γονέων και ανατροφής του παιδιού τους, π.χ. σκληρή και τιμωρητική ή ασταθής ή διαπαιδαγώγηση τύπου laissez faire («ας κάνει ό,τι θέλει»). Επιπλέον, ιστορικό κακομεταχείρισης του ανηλίκου, γενετικές επιδράσεις, χαμηλότερο νοητικό δυναμικό και ψυχοπαθολογία (και χρήση αλκοόλ και ουσιών) γονέως.

Μια υποομάδα παιδιών παρουσιάζει ιδιαίτερα ανησυχητική εικόνα και εξέλιξη. Είναι νεαρά άτομα χωρίς μετάνοια και ενοχές για τις αντικοινωνικές πράξεις τους, χωρίς ενσυναίσθηση και ζεστασιά για τους άλλους, με ρηχό συναίσθημα και αδιαφορία για το σχολείο. Οι νέοι αυτοί είναι πιθανό να εξελιχθούν σε αντικοινωνικούς ενηλίκους με ασταθείς διαπροσωπικές σχέσεις και επαγγελματική πορεία, ακαδημαϊκή αποτυχία, χρήση ουσιών, πρωιμότερο θάνατο και – σε ακραίες περιπτώσεις – εγκληματικότητα και /ή αυτοκτονικότητα.

Η συμμετοχή σε συμμορίες παρέχει τη δυνατότητα στα μέλη της, ίδιας συνήθως κουλτούρας, να βρίσκουν την αποδοχή και υποστήριξη που δεν βρίσκουν στην καθημερινή ζωή τους.

Ο Ποινικός Κώδικας προβλέπει αναμορφωτικά και θεραπευτικά μέτρα ανάλογα με την ηλικία των εφήβων (οι έφηβοι 15-18 ετών φέρουν ποινική ευθύνη για τις πράξεις τους) και όχι με τη σοβαρότητα των αντικοινωνικών πράξεών τους. Υπάρχει ανάγκη αυτοτελών νομοθετημάτων στην ποινική νομοθεσία των ανηλίκων, όπως σε άλλες χώρες. Οι παρεμβάσεις έγκαιρης θεραπείας και, προτιμότερο, πρόληψης στους γονείς για θετική λειτουργία και ανατροφή των τέκνων τους (positive parenting) είναι αποτελεσματικές, ιδιαίτερα αν σε αυτές συμμετέχουν γονείς, παιδιά και εκπαιδευτικοί. Επιπλέον, χρειάζεται θεραπεία και άλλων προβλημάτων ψυχικής υγείας, π.χ. κατάθλιψη (στο 1/3 των περιπτώσεων), ΔΕΠΥ, χρήση ουσιών που συχνά συνυπάρχουν. Η Πολιτεία επιβάλλεται να αντιμετωπίσει με τη δέουσα σοβαρότητα αυτό το μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα.

Ο κ. Γεράσιμος Α. Κολαΐτης είναι καθηγητής Παιδοψυχιατρικής στο ΕΚΠΑ, διευθυντής Παιδοψυχιατρικής Κλινικής στο Γενικό Νοσοκομείο Παίδων «Η Αγία Σοφία».