Εχει περιέλθει η Ελλάδα σε στρατηγικό αδιέξοδο σε ό,τι αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις; Το ερώτημα αναδύεται αδυσώπητο, καθώς σήμερα ολοκληρώνεται η πολύκροτη NAVTEX της 10ης Αυγούστου με την οποία η Αγκυρα αποφάσισε να στείλει το «Oruc Reis» για σεισμογραφικές έρευνες στην Ανατολική Μεσόγειο. Τι θα συμβεί άραγε από αύριο; Ποιες επιλογές ανοίγονται ενώπιον της Αθήνας; Τι άλλο σκοπεύει να πράξει ο εξ Ανατολών γείτονας; Και με ποιον τρόπο σχεδιάζουν να διαχειριστούν την κατάσταση οι ευρωπαίοι εταίροι μας – προεξαρχόντων των Γερμανών και των Γάλλων – ή οι Αμερικανοί;

Οι έμπειροι παρατηρητές και διαχειριστές των ελληνοτουρκικών σχέσεων διακατέχονται το τελευταίο διάστημα από έντονη απαισιοδοξία. Δεν είναι λίγοι όσοι ανησυχούν πως εξελίξεις ίσως προκύψουν μετά από θερμό επεισόδιο και δυσκολεύονται να δουν πώς θα μπορούσε η Αθήνα να προσέλθει στις διερευνητικές επαφές – για την επανέναρξη των οποίων εντός της προσεχούς εβδομάδος το Βερολίνο πιέζει ασφυκτικά – αν η Αγκυρα δεν δείξει εμπράκτως ότι τις επιθυμεί. Πώς θα μπορούσε π.χ. να εμφανιστεί θετική η ελληνική πλευρά, αν δοθούν νέες άδειες για έρευνες στην ΤΡΑΟ νοτίως Ρόδου, Καρπάθου, Κάσου και Κρήτης, στα όρια των σημερινών ελληνικών χωρικών υδάτων των 6 ναυτικών μιλίων;

Αλλοι, πάλι, εκτιμούν ότι έχει έρθει η στιγμή η Αθήνα να ασκήσει δικαιώματα που προβλέπονται από το Δίκαιο της Θάλασσας αλλά έχουν μπει στην «κατάψυξη» ήδη από την εποχή του Πρωτοκόλλου της Βέρνης. Τι κρατά άραγε την Ελλάδα από το να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη με την Ιταλία στα 12 ναυτικά μίλια αμέσως μετά την κύρωση της προσφάτως επικαιροποιηθείσας συμφωνίας του 1977 με την Ιταλία (ώστε πέραν της υφαλοκρηπίδας να καλύπτει και την ΑΟΖ); Μήπως, σε περίπτωση νέων αδειών προς την ΤΡΑΟ, θα έπρεπε να εξεταστεί η επέκταση και σε άλλες, πιο «επώδυνες» περιοχές, όπως νοτίως της Κρήτης ή εντός της περιοχής που καλύπτει η νέα συμφωνία με το Κάιρο (άρα και εντός του τουρκολιβυκού μνημονίου);

Δυστυχώς, το ευρύτερο διεθνές σκηνικό δεν είναι επιβοηθητικό. Η Ουάσιγκτον είναι βυθισμένη στην προεκλογική πόλωση που προβλέπεται να αυξηθεί όσο πλησιάζουν οι προεδρικές εκλογές. Υπάρχουν στο αμερικανικό πολιτικό σύστημα τα πρόσωπα εκείνα που αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο που συνιστά η Τουρκία για τα δυτικά συμφέροντα. Θα απαιτηθεί όμως σκληρή, αθόρυβη δουλειά υποδομής ώστε να επικρατήσουν οι ελληνικές θέσεις. Στο ευρωπαϊκό πεδίο, η αντίδραση του Βερολίνου στην ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία οριοθέτησης ΑΟΖ κατέδειξε τα όρια της παρέμβασής της. Η Ανατολική Μεσόγειος είναι μια πολύ «δύσκολη γεωπολιτική γειτονιά» για όσους έχουν ξεμάθει να σκέπτονται με όρους σκληρής, στρατηγικής ισχύος.

Το πραγματικό «μεγάλο ερωτηματικό» όμως είναι η στάση που θα τηρήσει η Γαλλία. Το Παρίσι εμφανίζεται πρόθυμο να προβάλει ισχύ στην Ανατολική Μεσόγειο. Προς το παρόν όμως, δεν είναι σαφές πόσο μακριά είναι διατεθειμένο να φθάσει. Θα αναλάβει ο Εμανουέλ Μακρόν το «φορτίο» της σύγκρουσης με τις ηγεμονικές φιλοδοξίες του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν; Μπορεί να ηγηθεί μιας ουσιαστικής Μεσογειακής Ενωσης; Ισως η συνάντηση των Med 7 στην Κορσική στις 10 Σεπτεμβρίου να προσφέρει μια πρώτη απάντηση.