Στη δημόσια συζήτηση για το πώς δίνουμε τη μάχη ενάντια στην πανδημία του νέου κοροναϊού έχει κυριαρχήσει η αναφορά στην Ιταλία ως το αντιπαράδειγμα.

Με έναν τρόπο έχουμε θεωρήσει ότι η Ιταλία είναι το κατεξοχήν «παράδειγμα προς αποφυγή», η χώρα από την οποία πρέπει να διδαχτούμε τι να μην κάνουμε.

Και είναι αλήθεια ότι με 69.176 επιβεβαιωμένα κρούσματα και 6.820 νεκρούς τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές η Ιταλία όντως δείχνει το παράδειγμα προς αποφυγή.

Βέβαια η εξέλιξη της πανδημίας στις χώρες όπως η Ισπανία σήμερα, η Γαλλία αλλά και οι ΗΠΑ δείχνουν ότι η Ιταλία δεν ήταν μια εξαίρεση.

Αυτό, φυσικά, δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να μελετήσουμε το ιταλικό παράδειγμα.

Το ακριβώς αντίθετο, χρειάζεται δούμε τι έγινε εκεί και πήρε τέτοιες διαστάσεις το πανδημικό ξέσπασμα.

Μόνο που αυτό δεν σημαίνει να πούμε γενικολογίες όπως ότι «άργησαν» ή «υποτίμησαν» ή «δεν συμμορφώθηκαν». Ή, για να το πω διαφορετικά, πρέπει να δώσουμε περιεχόμενο σε τέτοιες γενικολογίες.

Ένα πρόσφατο άρθρο του Γιώργου Νικολαΐδη, ανθρώπου με βαθιά γνώση ζητημάτων που αφορούν τις πολιτικές υγείας, συμβάλλει στο να πάρουμε όντως μαθήματα από την Ιταλία.

Το άρθρο έχει τίτλο «Το παράδοξο της Ιταλίας».

Ο Νικολαΐδης αποφεύγει να δώσει έμφαση μόνο σε έναν παράγοντα ή να αναζητήσει μόνο ένα αίτιο για τον μεγάλο αριθμό θυμάτων στην Ιταλία, μελετώντας προσεκτικά όλες τις εξηγήσεις που έχουν προταθεί.

Γι’ αυτό και καταλήγει επιμένοντας ότι ήταν ένας συνδυασμός αιτίων που οδήγησαν σε αυτό. «Αποτυχία των μηχανισμών επιδημιολογικής επιτήρησης και διασφάλισης της δημόσιας υγείας στην πρώτη φάση της εισαγωγής του ιού στην ιταλική επικράτεια […] Τραγελαφική στάση αναφορικά με τη διαθεσιμότητα του ελέγχου για έκθεση στον ιό στον γενικό πληθυσμό, με αποτέλεσμα τα στοιχεία να είναι αποπροσανατολιστικά σε σχέση με τον αριθμό των κρουσμάτων στη χώρα. […] Κακή διαχείριση των πόρων, ανθρώπινων και υλικών, του συστήματος περίθαλψης με τρόπο ώστε, αντί να βοηθήσει στην εξάλειψη της επιδημίας, να συντελεί στην αύξηση των θυμάτων ακόμα και ανάμεσα στο ίδιο το υγειονομικό προσωπικό. […] Διαρθρωτικές αδυναμίες του ιταλικού συστήματος περίθαλψης και στην παροχή αυξημένης φροντίδας αλλά εξίσου και στην πρωτοβάθμια περίθαλψη που δεν κατόρθωσαν στην φάση της κορύφωσης της επιδημίας να ανταποκριθούν στις αυξημένες ανάγκες του πληθυσμού. […]
Επιβολή μέτρων και συνθηκών που ευνόησαν και τη λάθος καταγραφή των θανάτων αλλά και ενδεχομένως τους προκάλεσαν».

Μεγάλο ενδιαφέρον έχει ότι την ίδια στιγμή ο Νικολαΐδης επισημαίνει ότι «διάφορες χώρες που εκτέθηκαν νωρίς στην επιδημία έλαβαν έγκαιρα μέτρα ατομικής απομόνωσης των νοσούντων και των επαφών τους, νοσηλείας κατ’ οίκον και διαρκούς παρακολούθησης των πασχόντων και αποτροπής της υπερφόρτωσης των νοσοκομείων από τον πανικό, διέθεσαν πλατιά τη δυνατότητα του ελέγχου στον πληθυσμό τους και έσπευσαν να επεκτείνουν τη δυνατότητα των συστημάτων περίθαλψής τους σε κρεβάτια αυξημένης φροντίδας, όπως η Νότια Κορέα, η Ταιβάν ή και σε ένα βαθμό η Ιαπωνία, τελικά έχουν μέχρι σήμερα καταφέρει να καταγράψουν πολύ λιγότερα θύματα απ’ ό,τι η Ιταλία».

Πιστεύω ότι έχουμε ανάγκη να ακούσουμε τέτοιες φωνές.

Είναι προτιμότερες και από τους εμπόρους του πανικού και τους «μη τους ακούτε ρε» που διαδίδουν θεωρίες συνωμοσιολογίας.

Μας δείχνουν ότι περισσότερο παρά ποτέ χρειαζόμαστε μια συνολική προσέγγιση.

Που να ξεκινάει από τα μαζικά τεστ και τον όσο μεγαλύτερο έγκαιρο εντοπισμό και απομόνωση κρουσμάτων, να περιλαμβάνει προφανώς τα αναγκαία μέτρα περιορισμού που και τώρα εφαρμόζονται, να στηρίζει το σύστημα υγείας σε όλα τα επίπεδα, από την πρωτοβάθμια φροντίδα μέχρι τα νοσοκομεία και τις ΜΕΘ.

Η πανδημία καθώς εξελίσσεται μας δίνει διαρκώς μαθήματα.

Στο χέρι μας είναι να τα πάρουμε και να δράσουμε ανάλογα.