Πώς πρέπει να αντιδράσει η Ελλάδα στις διεκδικήσεις της Τουρκίας για τις θαλάσσιες ζώνες; Για να βρούμε τη σωστή απάντηση, πρέπει να ξεφύγουμε από την άμεση επικαιρότητα. Μακροπρόθεσμα και οι δύο χώρες θα χρειαστούν πάνω απ’ όλα ασφάλεια δικαίου στο νομικό καθεστώς των θαλάσσιων ζωνών τους. Αυτή είναι μια διάσταση των ελληνοτουρκικών διαφορών που πολλοί σχολιαστές ξεχνούν.

Εννομα δικαιώματα σε οικονομική εκμετάλλευση

Οι διαφορές των δύο κρατών δεν είναι γεωγραφικές με την παραδοσιακή έννοια. Με την εξαίρεση του θέματος των «γκρίζων ζωνών» που η Τουρκία εγείρει για κάποιες βραχονησίδες – και όχι για κατοικημένα νησιά, τουλάχιστον σύμφωνα με τις επίσημα διατυπωμένες θέσεις της Τουρκίας – με αδύναμα επιχειρήματα και μάλλον για εσωτερικούς λόγους, οι διαφορές αφορούν δικαιώματα εκμετάλλευσης φυσικών πόρων. Οι κύριες ελληνοτουρκικές διαφορές αφορούν έννομα δικαιώματα η ρύθμιση των οποίων δεν είναι απόλυτα ευκρινής στο Διεθνές Δίκαιο. Τέτοια δικαιώματα δεν εξασφαλίζονται όμως ποτέ με τη βία.

Η οικονομική αξία των όποιων κοιτασμάτων εξαρτάται από την ενδεχόμενη εξόρυξη και πώλησή τους. Μια εταιρεία όμως δεν μπορεί να κάνει έρευνες στη θάλασσα ή να στήσει πλατφόρμες που απαιτούν επενδύσεις πολλών εκατομμυρίων δολαρίων για να εξορύξει και να αποθηκεύσει φυσικό αέριο ή πετρέλαιο αν δεν έχει εξασφαλίσει την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και των πληρωμάτων, τη νομιμότητα του εγχειρήματος και τελικά την ξεκάθαρη κυριότητα επί του τελικού προϊόντος. Αυτά καμία αυθαίρετη ενέργεια και κανένα «θερμό επεισόδιο» δεν μπορούν να τα εξασφαλίσουν.

Ο μόνος τρόπος να γίνουν επενδύσεις τέτοιας κλίμακας είναι να υπάρχει ασφάλεια δικαίου όσον αφορά τις θαλάσσιες ζώνες. Οποιαδήποτε αμφιβολία για το κυριαρχικό καθεστώς αυξάνει την αβεβαιότητα και άρα το κόστος. Συνεπώς, η μόνη οδός και για τις δύο χώρες, τουλάχιστον μακροπρόθεσμα, είναι είτε η διπλωματική συμφωνία για οριοθέτηση είτε η προσφυγή σε διεθνές δικαστήριο. Με κανέναν άλλο τρόπο τα μέρη δεν μπορούν να εξασφαλίσουν ασφάλεια δικαίου.

Το παράδειγμα αυτό δείχνει ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν «ελληνο-τουρκικές» σχέσεις. Εννοώ ότι δεν υπάρχουν αποκομμένες από το πλέγμα οικονομικών και νομικών δεσμεύσεων που και οι δύο χώρες έχουν με τη διεθνή κοινωνία και τις διεθνείς αγορές. Ολες μας οι πράξεις επηρεάζουν τις σχέσεις μας με την ΕΕ, με τις ΗΠΑ και με τη Ρωσία, αλλά και με τις γειτονικές χώρες. Η διαρκής παρενόχληση της Ελλάδας από την Τουρκία θα έχει και για εκείνη συνέπειες, αφού καμία πλευρά δεν μπορεί να επενδύσει στο Αιγαίο, ενώ οποιαδήποτε βίαιη ενέργεια θα έχει βαρύτατες συνέπειες για την τουρκική οικονομία.

Τα ευρωπαϊκά χωροταξικά σχέδια

Η ασφάλεια δικαίου χρειάζεται όμως και για έναν δεύτερο λόγο. Πολλοί λένε ότι η Τουρκία είναι μια «αναθεωρητική δύναμη», ενώ η Ελλάδα είναι υπέρ της διατήρησης του σημερινού καθεστώτος. Η άποψη αυτή δεν είναι σωστή. Η αναθεωρητική δύναμη στο Αιγαίο είναι η Ευρωπαϊκή Ενωση, και μέσω αυτής, η Ελλάδα. Ο λόγος είναι το περιβάλλον και η κλιματική κρίση.

Ολες οι μελέτες δείχνουν ότι το οικοσύστημα του Αιγαίου είναι ήδη εξαιρετικά βεβαρημένο από την πλαστική και άλλη ρύπανση και την παράνομη αλιεία. Οι ειδικοί ερευνητές καταγράφουν κάθε χρόνο τη διαρκή επιβάρυνση αυτή. Για αυτόν τον λόγο η ΕΕ ζητάει από την Ελλάδα να αλλάξει το υπάρχον καθεστώς στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως έχει δικαίωμα. Η αστάθεια που επικρατεί σήμερα έχει οδηγήσει το μεγαλύτερο κομμάτι του Αιγαίου να είναι σαν μια εγκαταλελειμμένη αλάνα, μια περιοχή απροστάτευτη από την παράνομη αλιεία και την επικίνδυνη ρύπανση, ως ανοικτή θάλασσα εκτός των ορίων κάθε εθνικής δικαιοδοσίας. Γι’ αυτό πολλοί εμπειρογνώμονες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μάς ζητούν να επεκτείνουμε τις ζώνες κυραρχίας μας.

Η Οδηγία 2014/89/ΕΕ εισάγει ένα σημαντικό ορόσημο για αυτόν τον σκοπό, την 31η Μαρτίου 2021. Μέχρι εκείνη την ημερομηνία όλα τα κράτη-μέλη έχουν υποχρέωση να εκδώσουν θαλάσσια χωροταξικά σχέδια στις θαλάσσιες ζώνες τους μετά από διαβούλευση με τις τοπικές κοινωνίες και αφού συνομιλήσουν με τα γειτονικά κράτη, με απώτερο σκοπό την αποτελεσματική περιβαλλοντική προστασία της θάλασσας.

Συνεπώς η Ελλάδα πρέπει σύντομα να αποφασίσει τι θέλει. Εχει πλέον υποχρέωση από το Ευρωπαϊκό Δίκαιο να σχεδιάσει την ολοκληρωμένη προστασία του περιβάλλοντος, της αλιείας, του πολιτιστικού και φυσικού πλούτου των θαλασσών μας με ορίζοντα τουλάχιστον δεκαετίας. Για να το κάνει αυτό, η Ελλάδα πρέπει να δηλώσει ποια είναι τα χωρικά της ύδατα, έξι ή περισσότερα ναυτικά μίλια, και πού θα οριοθετηθούν η υφαλοκρηπίδα της και η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της. Ολα αυτά χρειάζονται λεπτομερείς χάρτες για όλες τις θαλάσσιες ζώνες μας.

Ας προσέξουμε δε ότι η ανακήρυξη ΑΟΖ, που οριοθετείται αρχικά μονομερώς σύμφωνα με το άρθρο 75(2) της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας, θα επιστρέψει στην Ελλάδα την άσκηση περιβαλλοντικών ελέγχων που θα προστατεύσουν τα οικοσυστήματα της περιοχής ελέγχοντας την παράνομη αλιεία και την επικίνδυνη ναυσιπλοΐα.

Θα της δώσει επίσης τη δυνατότητα να τοποθετήσει τα επόμενα χρόνια μεγάλης κλίμακας θαλάσσια αιολικά πάρκα πολλά χιλιόμετρα μακριά από τα νησιά, όπως ήδη γίνεται στη Βόρεια Ευρώπη στις ΑΟΖ της Βρετανίας, της Νορβηγίας, της Δανίας και της Γερμανίας. Η ίδια ανάγκη ασφάλειας δικαίου που απαιτείται για τις πλατφόρμες εξόρυξης ισχύει όμως και για τις αιολικές εγκαταστάσεις. Αν θέλουμε φτηνή ανανεώσιμη ενέργεια, χρειαζόμαστε πρόσβαση στις θαλάσσιες αυτές ζώνες, είτε επεκτείνοντας την αιγιαλίτιδα ζώνη μας ή – καλύτερα για τη διεθνή ναυσιπλοΐα – κηρύσσοντας και οριοθετώντας Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη μέχρι τη μέση γραμμή των ακτών μας με την Τουρκία (σύμφωνα με τον Ν. 4001/2011).

Η προθεσμία του Μαρτίου 2021 έχει όμως και έναν σημαντικό κίνδυνο. Αν δεν επεκτείνουμε τώρα τις ζώνες ευθύνης μας, θα είναι σαν να παραδεχόμαστε ότι το Αιγαίο είναι μια «ειδική» θάλασσα, όπου η Σύμβαση για το Διεθνές Δίκαιο έχει μόνο μερική εφαρμογή, όπως ισχυρίζεται η Τουρκία. Συνεπώς αν η Ελλάδα θέλει να επεκτείνει τις ζώνες της, πρέπει να το κάνει τώρα, μαζί με τα χωροταξικά σχέδια της θάλασσας. Η αδράνεια θα έχει συνέπειες.

Ο ηγετικός ρόλος της Ελλάδας

Η Ελλάδα καλείται συνεπώς να παίξει ενεργό ρόλο στην περιοχή. Η διαδικασία διαβούλευσης με τρίτα κράτη που προβλέπει το άρθρο 12 της Οδηγίας 2014/89/ΕΕ για τα θαλάσσια χωροταξικά σχέδια είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία διαλόγου με τα γειτονικά κράτη – όχι όμως με τους στρατιωτικούς, αλλά πρώτα απ’ όλα με τους υπουργούς υπεύθυνους για το περιβάλλον και τη φροντίδα της θάλασσας. Η Ελλάδα θα δείξει υπευθυνότητα και ηγετικότητα αν καταφέρει να πείσει τους γείτονές της ότι το αμοιβαίο συμφέρον όλων βρίσκεται στην ασφάλεια δικαίου.

Ο κ. Παύλος Ελευθεριάδης είναι καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.