Η κατάσταση στην Αλβανία κλιμακώνεται και δεν φαίνεται να υπάρχει τρόπος να εκτονωθεί εσωτερικά, παρά μόνο με μεσολάβηση από το εξωτερικό. Δυστυχώς τον ρόλο του μεσολαβητή δεν μπορεί να τον παίξει η Ελλάδα λόγω της αποδυνάμωσής της στα Βαλκάνια, λέει στο «Βήμα» ο δρ Ιωάννης Αρμακόλας, επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και κύριος ερευνητής και επικεφαλής του Προγράμματος Νοτιοανατολικής Ευρώπης του ΕΛΙΑΜΕΠ.

Στην πραγματικότητα, η κρίση ξεκίνησε λίγο μετά τις εκλογές του 2017 στις οποίες επανεξελέγη ο Εντι Ράμα, με την αντιπολίτευση να απαιτεί έκτοτε την παραίτησή του. Κλιμακώθηκε αυτή την εβδομάδα, όταν ο πρόεδρος Ιλίρ Μέτα αποφάσισε να ακυρώσει τις δημοτικές εκλογές της 30ής Ιουνίου, ενώ ο Ράμα απάντησε ότι οι εκλογές θα πραγματοποιηθούν κανονικά και ξεκίνησε διαδικασίες καθαίρεσης του προέδρου. Εν τω μεταξύ, είναι εξαιρετικά απίθανο η Αλβανία να λάβει, όπως ήλπιζε, ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της ερχόμενης Πέμπτης και Παρασκευής.

Τι κρύβεται πίσω από τη διαμάχη ανάμεσα στον πρόεδρο Ιλίρ Μέτα και τον πρωθυπουργό Εντι Ράμα;

«Ο πρόεδρος Μέτα είναι ο τρίτος παράγοντας σε αυτή την κρίση και κινείται μεταξύ των δύο βασικών «παικτών» της κρίσης, του κυβερνητικού Σοσιαλιστικού Κόμματος και της αντιπολίτευσης υπό την ηγεσία του Δημοκρατικού Κόμματος του Λουλζίμ Μπασά. O αλβανός πρόεδρος βρίσκεται εδώ και καιρό σε ανταγωνιστική σχέση με τον πρωθυπουργό Ράμα, γεγονός που συνέβαλε στην απόφασή του να αναστείλει τις τοπικές εκλογές, μια κίνηση που ερμηνεύθηκε ως υποστήριξη στις αιτιάσεις και στις κινήσεις της αντιπολίτευσης. Ο πρωθυπουργός Ράμα κλιμάκωσε την αντιπαράθεση στρέφοντας την Κεντρική Εκλογική Επιτροπή εναντίον της προεδρικής απόφασης, την οποία η κυβέρνηση θεωρεί αντισυνταγματική, και καλώντας το κοινοβούλιο να κινήσει τη διαδικασία καθαίρεσης του προέδρου.

Οι Σοσιαλιστές δεν έχουν για την ώρα τον απαραίτητο αριθμό ψήφων για να το επιτύχουν. Επίσης η τελική επικύρωση της καθαίρεσης θα πρέπει να προέλθει από το Συνταγματικό Δικαστήριο το οποίο δεν λειτουργεί λόγω αποπομπής των περισσότερων μελών του μέσω της διαδικασίας αξιολόγησης των δικαστών. Είναι επομένως προφανές ότι οι κινήσεις Ράμα δεν θα έχουν άμεσο αποτέλεσμα στην κατεύθυνση της υπονόμευσης του προέδρου. Αλλά κλιμακώνουν επικίνδυνα την κατάσταση δίνοντάς της έντονη χροιά βαθιάς συνταγματικής-πολιτειακής κρίσης.

Τίποτα από τα παραπάνω, βέβαια, δεν είναι νέο φαινόμενο για την Αλβανία που στη μετακομμουνιστική της ιστορία έχει επανειλημμένα αντιμετωπίσει ακραία πόλωση και σκληρή αντιπαράθεση μεταξύ των βασικών κομμάτων, αμφισβητήσεις εκλογικών αποτελεσμάτων, αποχωρήσεις από το κοινοβούλιο και βίαιες διαδηλώσεις. Το απογοητευτικό στην παρούσα φάση είναι ότι ενώ η χώρα έχει διανύσει μεγάλη απόσταση στην πολιτική και οικονομική της μετάβαση, ενώ θεωρείται πλέον ένα σχετικά σταθερό κομμάτι στο βαλκανικό παζλ, έχει ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και έχει προοπτική ένταξης στην ΕΕ, οι φατριασμοί και οι αυτοκαταστροφικές συγκρούσεις των πολιτικών παραγόντων συνεχίζονται ακάθεκτοι».

Η ευρωπαϊκή πορεία της Αλβανίας θα καθυστερήσει λόγω της έκρυθμης κατάστασης;

«Η ευρωπαϊκή πορεία της Αλβανίας έχει επιβραδυνθεί ούτως ή άλλως λόγω του γενικότερου αντι-διευρυνσιακού κλίματος που επικρατεί σε αρκετές χώρες της ΕΕ και επίσης λόγω έντονων ανησυχιών για τη δράση του αλβανικού οργανωμένου εγκλήματος. Είναι χαρακτηριστικό ότι το κοινοβούλιο της Ολλανδίας ζήτησε από την ΕΕ να ανακαλέσει την απόφαση για την κατάργηση των θεωρήσεων για αλβανούς πολίτες. Οι δε πρόσφατες αποκαλύψεις για διασυνδέσεις της αλβανικής μαφίας με παράγοντες του Σοσιαλιστικού Κόμματος έγιναν σε μεγάλα δυτικοευρωπαϊκά ΜΜΕ. Η πολιτική κρίση στην Αλβανία έρχεται να επιβεβαιώσει τις ανησυχίες και να δώσει περισσότερα επιχειρήματα σε αυτούς που θέλουν να καθυστερήσουν την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Αλβανία, δηλαδή σε χώρες όπως η Γαλλία και η Ολλανδία. Και, όντως, η προοπτική έναρξης διαπραγματεύσεων με την Αλβανία μέσα στο 2019 θα πρέπει να θεωρείται απίθανη.

Εν τούτοις, αρκετοί επιμένουν ότι η κατάσταση δεν είναι τόσο αρνητική όσο παρουσιάζεται. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επαναβεβαίωσε τη σύστασή της για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων τόσο με τη Βόρεια Μακεδονία όσο και με την Αλβανία, θεωρώντας ότι οι δύο χώρες έχουν μεταρρυθμιστεί αρκετά, τουλάχιστον για την παρούσα φάση. Παρά τα υπάρχοντα προβλήματα, οι Βρυξέλλες θεωρούν ότι η δικαστική μεταρρύθμιση και η διαδικασία ελέγχου και αξιολόγησης των μελών του δικαστικού σώματος στην Αλβανία, που ήταν βασική προϋπόθεση για την πορεία ένταξης στην ΕΕ, ήταν ικανοποιητική. Ο ίδιος ο πρόεδρος Γιούνκερ προέβη σε δήλωση που μπορεί να ερμηνευθεί ως υποστηρικτική της κυβέρνησης Ράμα στη σύγκρουσή της με την αντιπολίτευση. Ο πρωθυπουργός Ράμα συνεχίζει να έχει σημαντικό βαθμό υποστήριξης στην ΕΕ και στις ΗΠΑ, ενώ λίγοι πιστεύουν ότι το Δημοκρατικό Κόμμα μπορεί να αποτελέσει αξιόπιστη και μεταρρυθμιστική εναλλακτική στην κυβέρνηση των Σοσιαλιστών. Αν και κάποιοι θα ήθελαν να παραλληλίσουν τις εξελίξεις στην Αλβανία με τη διαδικασία κατάρρευσης του καθεστώτος Γκρούεφσκι στη Β. Μακεδονία, είναι σαφές ότι υπάρχει πολύ μεγάλη απόσταση μεταξύ του μεταρρυθμιστικού κινήματος του Ζάεφ και της παλαιοκομματικής αντιπολίτευσης του Δημοκρατικού Κόμματος στην Αλβανία».

Η κρίση μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες για την Ελλάδα

Πώς μπορεί να επηρεάσει την Ελλάδα η κρίση αυτή στην Αλβανία;

«Η κρίση στην Αλβανία μπορεί να έχει πολύ αρνητικές συνέπειες για την Ελλάδα και γι’ αυτό είναι αδικαιολόγητη η αντιμετώπισή της συνολικά από την ελληνική πολιτική τάξη, σαν να είναι απλώς ένα ακόμα από τα πολλά προβλήματα της περιοχής.

Κατ’ αρχάς, η κρίση στην Αλβανία μπορεί να καθυστερήσει δραματικά και την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με τη Β. Μακεδονία, εξέλιξη που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το εθνικό συμφέρον της Ελλάδας. Αλλά συνολικά μια βαθιά κρίση στην Αλβανία μπορεί να βγάλει τη χώρα εκτός τροχιάς ένταξης στην ΕΕ και να εδραιώσει την αίσθηση ότι τα Δυτικά Βαλκάνια δεν έχουν θέση στην Ενωμένη Ευρώπη. Μεταξύ των χωρών της ΕΕ, η Ελλάδα είναι αυτή που θα «πληρώσει» το μεγαλύτερο κόστος από μια τέτοια εξέλιξη. Οι διαφορές και τα προβλήματα με την Αλβανία θα γιγαντωθούν, οι κινήσεις για ένωση Αλβανίας και Κοσόβου θα εντατικοποιηθούν, ενώ η Ελλάδα θα αναγκαστεί να αντιμετωπίσει ένα εκρηκτικό μείγμα πολιτικής αποσταθεροποίησης, οικονομικής κρίσης και γεωπολιτικών ανακατατάξεων στην ευρύτερη περιοχή.

Η ελληνική απόσταση από τα τεκταινόμενα και η επιφυλακτικότητα απέναντι σε κινήσεις εκτόνωσης της κατάστασης και υποστήριξης της Αλβανίας, χαρακτηριστικά που μοιράζονται κυβέρνηση και αντιπολίτευση στην Αθήνα, είναι ενδεικτικά της αποδυνάμωσης του ρόλου της Ελλάδας στα Βαλκάνια. Η ελληνική πολιτική τάξη μπορεί να βαυκαλίζεται για τον υποτιθέμενο κεντρικό ρόλο της χώρας στην περιοχή, αλλά επανειλημμένα αποδεικνύει ελλιπή κατανόηση της βαλκανικής πραγματικότητας και αδυναμία ουσιαστικής και εποικοδομητικής παρέμβασης στις εξελίξεις».