Λόγια, λόγια, πολλά λόγια στην τελική συζήτηση της Βουλής για τον προϋπολογισμό του 2019.

Της μιας και της άλλης πλευράς. Προπαγανδιστικά κατά βάση, προς δικαιολόγηση αντικρουόμενων πολιτικών, του παρόντος και του μέλλοντος.

Οικονομίας αγώνας άγονος, επί της ουσίας. Ούτε οι αβεβαιότητες έσβησαν, ούτε οι ανασφάλειες περιορίστηκαν. Και βεβαίως ούτε ασφαλής δρόμος ανάπτυξης και προόδου κατεγράφη.

Διαχειριστικές οι περισσότερες των προσεγγίσεων, χωρίς όραμα και στόχους σαφείς, συγκεκριμένους και ικανούς να συνεγείρουν τη χειμαζόμενη και απογοητευμένη ελληνική κοινωνία.

Ούτε κουβέντα για τα κεφαλαιώδη ζητήματα που ανέδειξε η μεγάλη κρίση.

Καμία ουσιαστική συζήτηση για το μείζον και θεμελιακό πρόβλημα της περιορισμένης ελληνικής παραγωγής, από τις αδυναμίες της οποίας πηγάζουν τα περισσότερα δεινά, ιδιαιτέρως εκείνα της ανεργίας, της εισοδηματικής καχεξίας και της ραγδαίας γήρανσης του ελληνικού πληθυσμού.

Οσοι έχουν στοιχειώδη επαφή και σχέση με την οικονομία επιμένουν ότι στις παρούσες συνθήκες της μεγάλης και μακράς κρίσης η ελληνική πολιτική θα έπρεπε να συγκλονίζεται από την αναζήτηση για ενίσχυση της παραγωγής και της περιορισμένης μεταποίησης.

Στα χρόνια της κρίσης η μεταποίηση κάλυπτε μόλις το 8,4% του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος έναντι περίπου 15% στην υπόλοιπη Ευρώπη.

Τα τελευταία χρόνια υπό την επίδραση των ιδιαίτερων συνθηκών υπερέβη ελαφρά το 9%.

Ακόμη και συρρικνωμένη ωστόσο, γύρω της, άμεσα ή έμμεσα, απασχολούνται περίπου 1,2 εκατ. άτομα. Περιττό να σημειώσουμε ότι οι θέσεις εργασίας στη μεταποίηση είναι καλύτερα αμειβόμενες, πιο κοντά στις τεχνολογικές εξελίξεις και με καλύτερες προοπτικές.

Εύκολα μπορεί να εκτιμήσει κανείς ότι τυχόν εκτίναξη της μεταποίησης στο 15% του ΑΕΠ, στο μέσο κοινοτικό όριο δηλαδή, θα επέτρεπε την αύξηση των απασχολούμενων στον διασυνδεδεμένο τομέα κοντά στα 2,5 εκατ. Ολοι μπορούν να κατανοήσουν τη σημασία και τα ευεργετήματα μιας τέτοιας εξέλιξης.

Η προαναφερθείσα προοπτική θα ήταν αρκετή να κινητοποιήσει ένα υποτυπωδώς συνειδητοποιημένο πολιτικό σύστημα και να το στρέψει στην αναζήτηση συγκεκριμένων παρεμβάσεων που θα διευκόλυναν την ενίσχυση του ευρύτερου μεταποιητικού τομέα.

Τυχόν υιοθέτησή του θα οδηγούσε σε ταχύτερη και πιο οργανωμένη εξυγίανση του πιστωτικού και ενεργειακού τομέα, που με την προβληματικότητά τους εμποδίζουν την αναγέννηση της παραγωγής και της μεταποίησης.

Αν υπάρξουν πιστώσεις και ελεγχθεί το ενεργειακό κόστος η μεταποίηση θα ανθίσει, η ανάπτυξη μπορεί να πετάξει και η Ελλάδα όχι απλά θα βγει από την κρίση, αλλά θα μεταμορφωθεί.

Μια εμπνευσμένη πολιτική ηγεσία, μετά τις τόσες πικρές εμπειρίες στα χρόνια της μεγάλης κρίσης, δεν θα είχε ούτε ενδοιασμούς, ούτε επιφυλάξεις…