Ηταν το πρώτο πρωτοχρονιάτικο διάγγελμα της θητείας του. Και ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν το αξιοποίησε προκειμένου να κάνει μια στροφή προς τα αριστερά. Οχι τόσο όσον αφορά την ουσία της πολιτικής του: ο Μακρόν ξεκαθάρισε στους Γάλλους πως «θα συνεχίσω να κάνω αυτά για τα οποία με εκλέξατε». «Πάντοτε θα ακούω, θα εξηγώ, θα σέβομαι, αλλά πάντοτε στο τέλος θα πράττω… Αυτό περιμένετε από μένα» δήλωσε.
Γνωρίζοντας ωστόσο την κριτική που του ασκείται, κυρίως μετά την εργασιακή μεταρρύθμιση που εφάρμοσε πέρυσι, ότι δεν είναι παρά «ο πρόεδρος των πλουσίων» και της «ευτυχισμένης Γαλλίας», φρόντισε να απευθυνθεί «σε όλους τους Γάλλους», να κάνει ιδιαίτερη μνεία στους πλέον ευάλωτους, τους ανέργους και τους αστέγους, να επιμείνει στις αξίες της «αδελφοσύνης», της «εθνικής συνοχής» και της «συλλογικότητας». Προανήγγειλε μάλιστα ένα «μεγάλο κοινωνικό σχέδιο» και στηλίτευσε «τις επιτυχίες των λίγων, που τροφοδοτούν εγωισμούς και κυνισμούς».
Επικοινωνιακά, το διάγγελμα αυτό ερμηνεύθηκε ως μια προσπάθεια διόρθωσης της εικόνας του, με την προσθήκη λίγο περισσότερης ενσυναίσθησης και προσήνειας –οι δημοσκοπήσεις άλλωστε δείχνουν πως στα μάτια της κοινής γνώμης υστερεί σε αυτούς τους τομείς. Αλλά η αλληλεγγύη που ευαγγελίστηκε ο Μακρόν δεν αφορά τους μετανάστες. Ή τουλάχιστον αυτό τού προσάπτουν τόσο η Αριστερά όσο και οι οργανώσεις αρωγής: μία από τις σκληρότερες μεταναστευτικές πολιτικές των τελευταίων δεκαετιών στη Γαλλία.

Νέος νόμος για το άσυλο

Ενας νέος νόμος για το άσυλο και τη μετανάστευση βρίσκεται στα σκαριά και αναμένεται να φτάσει στη γαλλική Εθνοσυνέλευση την άνοιξη. Εχει προαναγγελθεί από τον Εμανουέλ Μακρόν ως μια «πλήρης αναμόρφωση της πολιτικής ασύλου και μετανάστευσης». Σκοπός του είναι, επισήμως, η υποδοχή περισσότερων προσφύγων και, παράλληλα, η ταχύτερη απέλαση όσων δεν δικαιούνται την προστασία της Γαλλίας. Ηταν άλλωστε μια προεκλογική δέσμευση του Μακρόν: να περιοριστεί ο χρόνος που απαιτείται για την εξέταση μιας αίτησης ασύλου, συμπεριλαμβανομένης και της προσφυγής σε περίπτωση απόρριψής της, από τους 14 μήνες σήμερα στους έξι μήνες συνολικά.
Ο νέος νόμος προβλέπει ενίσχυση του δυναμικού της Γαλλικής Υπηρεσίας Προστασίας των Προσφύγων και της Μετανάστευσης (OFPRA), της Γαλλικής Υπηρεσίας Μετανάστευσης και Ενσωμάτωσης (OFII) και του Εθνικού Δικαστηρίου για το Δικαίωμα στο Ασυλο, περισσότερες διοικητικές υπηρεσίες για την καταγραφή αιτήσεων ασύλου στις χώρες που βρίσκονται πάνω στις οδούς της μετανάστευσης, όπως το Τσαντ και ο Νίγηρας, και την αύξηση του σχετικού συνολικού προϋπολογισμού κατά 26% το 2018, στο 1,383 δισ. ευρώ. Μειώνει όμως επίσης στο ήμισυ, μόλις στις 15 ημέρες, το περιθώριο που έχει ένας αιτών άσυλο ο οποίος βλέπει την αίτησή του να απορρίπτεται προκειμένου να ασκήσει έφεση. Και διπλασιάζει το νόμιμο χρονικό διάστημα εγκλεισμού στα κέντρα διοικητικής κράτησης, φτάνοντας στις 90 ημέρες.

Αντιδράσεις

Αυτές οι δύο τελευταίες προβλέψεις προκαλούν ήδη αντιδράσεις. Ακόμα περισσότερο θόρυβο ωστόσο ξεσήκωσε μια εγκύκλιος του υπουργείου Εσωτερικών που στάλθηκε στις 12 Δεκεμβρίου: κινητές μονάδες αποτελούμενες από υπαλλήλους των κατά τόπους νομαρχιών καθώς και της OFII θα μπορούν να εισέρχονται στις δομές υποδοχής προκειμένου να ελέγχουν το καθεστώς όλων όσοι φιλοξενούνται σε αυτές. Επιπλέον, οι οργανώσεις αρωγής στις οποίες εμπιστεύεται το γαλλικό κράτος τη διαχείριση των δομών αυτών (οργανώσεις όπως η Secours Catholique, η Cimade ή το Ιδρυμα του Στρατού της Σωτηρίας) θα πρέπει να στέλνουν στους νομάρχες ονομαστικούς καταλόγους των ανθρώπων που φιλοξενούν, αναφέροντας κάθε φορά το καθεστώς τους (πρόσφυγας, αιτών άσυλο, χωρίς έγγραφα, κ.ο.κ.).
Ο σκοπός είναι προφανής –ιδίως αν συνδυάσει κανείς την επίμαχη εγκύκλιο με μιαν άλλη που κυκλοφόρησε στις 20 Νοεμβρίου, αξιώνοντας επιτάχυνση των απελάσεων, καθώς και την αποκάλυψη του υπουργού Εσωτερικών Ζεράρ Κολόμπ πως οι απελάσεις αυξήθηκαν ήδη κατά 14% μέσα στους πρώτους έντεκα μήνες του 2017.
Ο Κολόμπ ήταν άλλωστε σαφής: από τους περίπου 100.000 ανθρώπους που φιλοξενούνται σήμερα σε δομές υποδοχής, ένας στους τρεις δεν δικαιούται, διαπιστωμένα, άσυλο και πρέπει να απελαθεί. Οι οργανώσεις αρωγής όμως προαναγγέλλουν «παθητική αντίσταση», αρνούνται να υπακούσουν σε μια εντολή που παραβιάζει, στα μάτια τους, τη θεμελιώδη αρχή της άμεσης και άνευ όρων υποδοχής οποιουδήποτε ανθρώπου στερείται στέγης ή βρίσκεται σε απόγνωση.

«Στερείται ανθρωπισμού»

«Οταν ένα παιδί φτάνει στο σχολείο, δεν του ζητάμε χαρτιά» εξανίσταται μιλώντας στην εφημερίδα «El Pais» ο Πατρίκ Βέιλ, ιστορικός της μετανάστευσης, συγγραφέας πολλών βιβλίων αναφοράς πάνω σε αυτό το ζήτημα και σύμβουλος του Σοσιαλιστή πρωθυπουργού Λιονέλ Ζοσπέν στα τέλη της δεκαετίας του 1990. «Οταν ένας άρρωστος παρουσιάζεται στο νοσοκομείο, δεν του ζητάμε χαρτιά. Και όταν μια γυναίκα, ένα παιδί, ένας άνδρας δεν έχει στέγη, και είναι χειμώνας, δεν τους ζητάμε χαρτιά για να τους προσφέρουμε ένα κρεβάτι να κοιμηθούν. Αυτή είναι μια κόκκινη γραμμή που καμία κυβέρνηση δεν είχε ξεπεράσει μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο».
«Αυτή η πολιτική στερείται ανθρωπισμού» διαμαρτυρήθηκε από την πλευρά του ο (διορισμένος από τη γαλλική προεδρία) Συνήγορος των Δικαιωμάτων Ζακ Τουλμπόν. «Αυτά που κάνει ο Μακρόν ούτε ο Σαρκοζί δεν είχε τολμήσει να τα κάνει!» σχολίασε ο πρώην υποψήφιος του Σοσιαλιστικού Κόμματος για την προεδρία Μπενουά Αμόν αναφερόμενος στον (σκληρά) δεξιό πρώην πρόεδρο της Γαλλίας. Φωνές διαμαρτυρίας ωστόσο ακούστηκαν και από το εσωτερικό της κυβερνητικής πλειοψηφίας, του La République en Marche.

Ο Εντουάρ Φιλίπ καλεί τους κοινωνικούς φορείς σε διάλογο

Σε μια προσπάθεια κατευνασμού, ο γάλλος πρωθυπουργός Εντουάρ Φιλίπ έχει καλέσει όλους τους κοινωνικούς φορείς σε διάλογο στις 11 Ιανουαρίου. Και βλέποντας ότι το ζήτημα αυτό απειλεί να επανενεργοποιήσει τον παραδοσιακό διαχωρισμό Αριστεράς – Δεξιάς ο «και αριστερός και δεξιός» Εμανουέλ Μακρόν έσπευσε να αποσύρει στα τέλη Δεκεμβρίου από το σχεδιαζόμενο νομοσχέδιο για το άσυλο και τη μετανάστευση μιαν άλλη αμφιλεγόμενη διάταξη: την κατάρτιση μιας λίστας «ασφαλών τρίτων χωρών», εκτός ΕΕ φυσικά, που θα επέτρεπε στη Γαλλία να απελαύνει άμεσα κάθε αλλοδαπό που θα είχε περάσει από κάποια από αυτές, χωρίς να εξετάσει καν το αίτημα ασύλου του.

Η Γαλλία δεν είναι η χώρα με τους περισσότερους μετανάστες στη Δυτική Ευρώπη. Και σίγουρα δεν είναι η χώρα που δέχθηκε τους περισσότερους πρόσφυγες μετά τη μεγάλη κρίση του 2014-2015: μόλις 145.000, έναντι περισσοτέρου από 1 εκατομμύριο στη Γερμανία. Είναι, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Εσωτερικών, μια χώρα 67 εκατομμυρίων στην οποία ζουν 4,2 εκατομμύρια αλλοδαποί και περίπου 300.000 μετανάστες χωρίς χαρτιά. Το ζήτημα της μετανάστευσης κυριαρχεί όμως εδώ και χρόνια στη δημόσια συζήτηση, μπλέκοντας μετανάστες, πρόσφυγες, εθνική ταυτότητα, ενσωμάτωση των γάλλων μουσουλμάνων, ακόμα και την τζιχαντιστική τρομοκρατία. Και αυτό ακριβώς το μπέρδεμα είναι που οδηγεί πολλούς ψηφοφόρους στην «αγκάλη» της Ακροδεξιάς, του Εθνικού Μετώπου.
Ο Εμανουέλ Μακρόν έχει δεσμευθεί επανειλημμένως να ακολουθήσει μια «γραμμή ανθρωπισμού και πραγματισμού». «Η Γαλλία δεν μπορεί να υποδεχθεί όλη τη δυστυχία του κόσμου» δηλώνει δανειζόμενος μια διάσημη ρήση του Μισέλ Ροκάρ. Η ρήση αυτού του σπουδαίου γάλλου Σοσιαλιστή και ευρωπαϊστή όμως, εμπνευστή και ηγέτη της Δεύτερης Αριστεράς, είχε και συνέχεια: «αλλά οφείλει να αναλάβει το μερίδιο που της αναλογεί».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ